Πίνοντας έναν καφέ με το Φοίβο Δεληβοριά
2016-02-26Με έναν καφέ, κάπως έτσι ξεκινάνε οι κουβέντες οι όμορφες. Έτσι κι αυτή. Απόγευμα συναντηθήκαμε με τον Φοίβο της «ταύτισής» μας σε ένα αγαπημένο στέκι στο Μετς - κοντά στο σπίτι του. Και τα είπαμε: τα καλλιτεχνικά και τα ανθρώπινα.
Ποια είναι η σχέση του καλλιτέχνη με το έργο του; Είναι δυνατόν να είναι κάποιος τελείως διαφορετικός από το δημιούργημά του;
Είναι διαφορετικός. Μπορεί να υπάρχουν κοινά σημεία ως προς το ύφος του έργου, όμως η καλλιτεχνική δημιουργία είναι κάτι τελείως διαφορετικό, η στιγμή της δημιουργίας είναι κάτι πολύ ανοιχτό, έχει να κάνει με τον καλλιτέχνη και τα υλικά του. Μπορεί να κάνεις κάτι πολύ πέρα από την καθημερινότητά σου.
Υπάρχουν άνθρωποι ανίκανοι στις σχέσεις τους αλλά γίνονται εκπληκτικοί καλλιτέχνες. Για παράδειγμα ο Michael Jackson, ήταν γεννημένος για τη σκηνή, το σώμα του το ίδιο τον οδηγούσε να κάνει μια ρυθμική/ποιητική προέκταση της πραγματικότητας, αυτό δε σημαίνει πως τα τραύματά του τον άφησαν να γίνει ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος, με την έννοια της αγάπης.
Υπάρχουν πολλές φορές που η ψυχική «αναπηρία» κάνει τον άνθρωπο καλλιτέχνη, τον κάνει να καταφεύγει στην κατασκευή της ομορφιάς.
Όταν δημιουργείς μουσική, σκέφτεσαι περισσότερο αυτό που αρέσει σε σένα ή σκέφτεσαι και το αν θα αρέσει στο κοινό;
Όταν κάνω μουσική, πρέπει να αποναρκωθώ εγώ ο ίδιος, η δημιουργική διαδικασία πρέπει να έχει αποτέλεσμα σε μένα τον ίδιο. Στην πραγματικότητα αυτό που προσπαθώ είναι να ολοκληρώσω αυτό που ξεκίνησα, με βάθος, με ομορφιά, με την αλήθεια του. Αν το πετύχω αυτό, υπάρχει και μια ελπίδα αυτό να αρέσει στο κόσμο. Αλλά δεν ξεκινώ με το σκεπτικό να κάνω κάτι που θα αρέσει. Βέβαια υπάρχει και η περίπτωση να απευθύνομαι σε κάποιον, σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, όχι γιατί θέλω να του αρέσει αλλά γιατί επιθυμώ να του απευθυνθεί ουσιαστικά. Μπορεί να είναι ο πατέρας μου, η μάνα μου , ένα πρόσωπο που αγαπώ ή κάποιος με τον οποίο είχα μια διένεξη.
Πώς σου φαίνεται η σχέση που έχει πια αναπτυχθεί ανάμεσα στην τέχνη και στα social media;
Σε κάθε εποχή ο τρόπος που λειτουργεί η κοινωνία επηρεάζει και την τέχνη αναπόφευκτα. Πριν 2-3 αιώνες οι καλλιτέχνες ήταν υποχρεωμένοι να συνομιλούν με τις αυλές των παλατιών κλπ. Από τον 20ο αιώνα και μετά η κοινωνία χαρακτηρίζεται από αυτό που λέμε μαζική κουλτούρα, pop κουλτούρα. Υπάρχει η δυνατότητα μια δημιουργία να επηρεάσει ανθρώπους από όλον τον κόσμο.
Τα social media ήταν κάτι επόμενο. Ο φωνόγραφος ήταν το μέσο που αποδέσμευσε τη μουσική από το live. Μπορούσε ο κόσμος να ακούει όποτε ήθελε, ό,τι ήθελε. Κάπως έτσι η τεχνολογία εξελίχθηκε και επηρέασε και την τέχνη/μουσική. Δεν πιστεύω πως υπήρξε ποτέ ιδανική εποχή.
Σκέφτομαι συχνά πως τα social media με όλη αυτήν την ταχύτητα και τον τρόπο με τον οποίο απογειώνουν ή εκμηδενίζουν ένα έργο τέχνης, ίσως το φτηναίνουν. Αλλά από την άλλη, το να γράφει κανείς μουσική κατά παραγγελία του βασιλιά τάδε δε μου αρέσει.
Ίσως είναι μια μορφή εξουσίας ακόμη που έρχεται να απελευθερώσει τον άνθρωπο και τελικά τον σκλαβώνει. Προσωπικά χρησιμοποιώ τα social media για να προβάλλω τη δουλειά μου, όχι για να εκθέτω την άποψή μου για τα πάντα.
Πρέπει ο καλλιτέχνης να εκφράζει την άποψή του δημόσια;
Δεν υπάρχει «πρέπει». Θα μπορούσαμε απλά να κάνουμε μόνο έργα και να μη λέμε τίποτα. Αν πρόκειται για κάτι που γνωρίζει καλά, ναι, να μιλήσει. Αν πιστεύει πως μπορεί η γνώμη του να βοηθήσει, ας το κάνει. Μπορώ να μιλήσω για περιπτώσεις λογοκρισίας, αλλά δεν μπορώ να μιλήσω για οικονομικά.
Γι’ αυτό κάναμε και τους «αγάπη ρε ματζόρε», για να μη μιλάμε συνέχεια, για να ευαισθητοποιήσουμε με το έργο μας. Αυτό είναι πολιτική στάση και ταυτόχρονα άπτεται και της τέχνης.
Υπάρχει κάποιο από τα τραγούδια, τους δίσκους ή και τις συνεργασίες σου το οποίο όχι απλά σου άρεσε αλλά για το οποίο αισθάνεσαι περήφανος;
Έχω αγαπημένους μου δίσκους όπως ο Αόρατος Άνθρωπος, ο καθρέπτης, η Καλλιθέα. Έχω και στιγμές όπως η βραδιά με την Αρλέτα, η συνεργασία με τη Μάρθα Φριντζήλα, με το Σαββόπουλο, τον Περίδη, η γνωριμία με το Χατζηδάκι. Τι να πρωτοθυμηθώ…στιγμές που με κάνουν να χαίρομαι ολοκληρωτικά.
Η «Καλλιθέα» είναι ένας δίσκος με πολύ ιδιαίτερο τρόπο ηχογράφησης μέσα στο πατρικό σου σπίτι, ένα χώρο γεμάτο αναμνήσεις. Αποτελεί μια αναδρομή στο παρελθόν. Ο χρόνος βέβαια αποτελεί σταθερό μοτίβο στους δίσκους σου, σου αρέσει να ανατρέχεις, να θυμάσαι. Είσαι νοσταλγικός;
Μου αρέσει να μελετάω το χρόνο, να μελετάω εποχές, τον εαυτό μου και τους φίλους μου, να καταγράφω. Δε θα έλεγα πως είμαι νοσταλγικός. Άλλωστε με εκνευρίζουν όλοι αυτοί οι τύποι που λένε «Δε γράφονται τραγούδια όπως παλιά». Μου φαίνονται πνευματικά τεμπέληδες όλοι αυτοί. Είναι ωραίο να απλώνεται ο άνθρωπος στο χρόνο. Να βλέπεις τον εαυτό σου σε διάφορες εποχές. Με ενδιαφέρει βέβαια να δω στην δική μας εποχή, με τη δική της παρακμή, αρρώστια, τη δική της φθορά τα πράγματα που έχουν κάτι αθάνατο, μια δική τους ομορφιά. Το ταξίδι στο χρόνο είναι κάτι που με λυτρώνει, με θεραπεύει.
Σε ποια εποχή θα ήθελες να ζήσεις και γιατί;
Θα με ενδιέφερε να ζήσω τα χρόνια 1945-1975, το μεταπολεμικό «μπουμ». Είναι χρόνια που σε όλες τις χώρες έβλεπες εκρήξεις παντού. Η μουσική άλλαζε μορφή, το σινεμά έγινε επαναστατικό, διαφορετικό. Βέβαια και η αρχαία Αθήνα μου αρέσει πολύ. Ανατρέχω σε αυτές τις περιόδους συχνά.
Νομίζω πως είσαι από τους καλλιτέχνες που θα μπορούσαν άνετα να δημιουργήσουν τραγούδια που θα αφορούν το μέλλον.
Μη μου βάζετε ιδέες (γέλια).
Πώς βλέπεις τη δική μας εποχή;
Ζούμε έναν παγκόσμιο πόλεμο, με πολύ διαφορετικό τρόπο από τους προηγούμενους. Οι πολιτισμοί ανέκαθεν όταν έφταναν σε ένα αδιέξοδο ξεκινούσαν τις «αναδιανομές». Και σήμερα τελειώνουν οι πόροι της γης που βρίσκονται στην Ασία. Ο δυτικός πολιτισμός, που θέλει πάση θυσία να πάρει τη διαχείρισή τους και να επικρατήσει, απλώς το κάνει με τρόπους πιο υπόγειους από παλιά. Αυτό είναι μοιραίο να ξυπνά από φονταμενταλισμούς ασιατικούς μέχρι έναν απίστευτο κυνισμό στον τρόπο με τον οποίο κάνουν πόλεμο οι δυτικοί. Χώρες μικρές, σαν την δική μας, βιώνουν την αγωνία λιγότερο από άλλους, ευτυχώς λερώνουμε τα χέρια μας λιγότερο από άλλους, όμως ταυτόχρονα επειδή είμαστε ένα νέο κράτος 200 ετών, δεν έχουμε αρκετά «αντισώματα» για να έχουμε μια ακέραια απάντηση σε επιθέσεις που δεχόμαστε. Αυτό δημιουργεί μια τεράστια αγωνία στο μέσο άνθρωπο, σε συνδυασμό με τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα.
Τελικά, όπως αναρωτιέσαι και στο τραγούδι σου, «ο απέναντι μπακάλης ήταν πάντα μισάνθρωπος»;
Νομίζω πως υπήρχε πάντα μέσα στον άνθρωπο και οι ακραίες καταστάσεις το επιτείνουν. Ειδικά άνθρωποι που δεν έχουν κάτι να κρατηθούν, δεν έχουν παιδεία εύκολα μπορούν να γίνουν π.χ. φασίστες. Είναι μια μάχη για εμάς εδώ στην Ελλάδα να μην το αφήσουμε να συμβεί αυτό. Να προστατεύσουμε τις αξίες μας, από όπου κι αν προέρχονται αυτές, από τα αρχαία μας κείμενα, από τα νέα μας κείμενα, να προβληθούν, να τις βάλουμε μπροστά και να στηριχθούμε σε αυτές, να μην ανεχτούμε στο όνομά τους να γίνουν φρικαλεότητες. Να μην αφήσουμε ούτε διεστραμμένους ιεράρχες να παίρνουν τα ιερά μας κείμενα και να τους διαστρέφουν την αλήθεια τους, ούτε διεστραμμένους πολιτικούς μηχανισμούς να παίρνουν αυτό που λέμε «ελληνικότητα» και να το κάνουν έναν μισάνθρωπο λόγο.
Ποιο είναι το ιδανικό «σήμερα» για σένα;
Είναι αυτό στο οποίο σηκώνεσαι από το κρεβάτι σου, έχεις όρεξη για ζωή και κάνεις αυτό που θέλεις. Ξυρίζεσαι με τον τρόπο που θέλεις, κάνεις το μπάνιο σου την ώρα που θέλεις, ακούς τη μουσική που θέλεις κλπ. Είναι δύσκολο πράγμα η συνειδητή ατομικότητα αλλά είναι αυτό για το οποίο παλεύουν όλες οι συλλογικότητες, δηλ. ένας άνθρωπος να μπορεί να μιλάει, να ζει, να ερωτεύεται κατά πως θέλει. Να ζεις μια μέρα κάνοντας αυτά που θέλεις απερίσπαστος, χωρίς εξωτερική τυραννία. Αυτό είναι το ιδανικό σήμερα.
Κλείνοντας, μπορείς να μοιραστείς με τους αναγνώστες μας μια «εμμονική σου συνήθεια»;
Μελετάω πολύ εμμονικά χρονιές. Τώρα που μιλάμε ζω στο 1976. Δηλαδή τα βιβλία που διαβάζω, οι δίσκοι που ακούω, οι ταινίες που βλέπω είναι εκείνης της χρονιάς. Πηγαίνω στη δημοτική βιβλιοθήκη και διαβάζω τις εφημερίδες της εποχής. Είναι κάτι που το κάνω τα τελευταία 5 χρόνια. Ξεκίνησα από το 1945. Είναι βέβαια εκνευριστικό για τους άλλους, με παρακαλάει η γυναίκα μου να δούμε καμιά ταινία άλλης χρονιάς(γέλια), κάνω βέβαια καμιά εξαίρεση για ταινίες του σήμερα. Πρόσφατα είδα το «Τα μυαλά που κουβαλάς», το «Straight Outta Compton», τον «Αστακό».
Πότε ολοκληρώνονται οι εμφανίσεις στο Passport και τι θα ακολουθήσει;
Έχουμε πέντε ακόμη βδομάδες, επισήμως τουλάχιστον. Αργότερα ετοιμάζω παρέα με το Σπύρο Γραμμένο μια παράσταση βασισμένη στην ιστορία του ελληνικού σατυρικού τραγουδιού και θα δουλέψω και για ένα φιλόδοξο μουσικοθεατρικό σχέδιο για του χρόνου.
Photo credits: Δημήτρης Μακρής (από τις παραστάσεις στο Passport)
Ευχαριστώ τη «δική μας» Έφη Χρυσού, την Ελένη Γιαννοπούλου για την οργάνωση και την Ασημίνα Γρηγορίου για τη «βοήθεια»!