Λίβανος, Βραζιλία, Ελλάδα - Michel Baida
2016-01-20Ο Michel Baida γεννήθηκε στο Λίβανο το 1966 από μητέρα Λιβανέζα και πατέρα Βραζιλιάνo. Στη δική μας χώρα πλέον, δηλώνει: «Όταν έρθεις στην Ελλάδα κολλάς!»
~~
Τι σε έφερε στην Ελλάδα;
Ο πόλεμος και μια συγκυρία. Ο μεγαλύτερος αδερφός μου βρισκόταν στην Ελλάδα από το 1973 και σπούδαζε ιατρική. Το καλοκαίρι του 1975, σε ηλικία 9,5 χρονών, ήρθα με τη μητέρα μου στις διακοπές για να δούμε τον αδερφό μου. Ήταν το πρώτο μου ταξίδι εκτός Μέσης Ανατολής. Είχαμε έρθει Ιούλιο αν θυμάμαι καλά, και όταν τέλος Αυγούστου ήρθε η ώρα να επιστρέψουμε, είχε ήδη ξεσπάσει εμφύλιος στο Λίβανο. Η μητέρα μου με τον αδερφό μου αποφάσισαν να μείνω εδώ μέχρι να ηρεμήσουν τα πράγματα. Κι έτσι έμεινα εδώ, "περιμένοντας" να τελειώσει ο πόλεμος (ο οποίος τελικά κράτησε μέχρι το 1991). Ο πατέρας μου όταν έμαθε ότι έμεινα στην Ελλάδα ήρθε και με πήρε μαζί του στο Λίβανο. Τα πράγματα όμως δεν ησύχασαν ποτέ, κι έτσι σε επόμενο ταξίδι του ο αδερφός μου με έφερε και πάλι εδώ εφόσον στο Λίβανο δεν λειτουργούσαν τα σχολεία. Ενδιάμεσα βέβαια επέστρεφα στο Λίβανο για διακοπές (Χριστούγεννα και καλοκαίρια), αλλά πάντα ερχόμουν στην Ελλάδα. Όταν τελείωσε ο πόλεμος ήμουν πλέον εδώ. Μετά από 16 χρόνια δεν γυρνάς πίσω γιατί είσαι πλέον ξένος στην πατρίδα σου. Οι φίλοι μου είχαν αλλάξει, δεν γνώριζα πλέον κανέναν κι από την άλλη πλευρά είχα συνηθίσει εδώ. Έτσι έμεινα.
Πώς έμαθες ελληνικά;
Δεν ήξερα ελληνικά και με την προοπτική ότι θα έμενα προσωρινά στην Ελλάδα συνέχισα σε γαλλικό σχολείο, μιας και στο Λίβανο υπάρχει δίγλωσση εκπαίδευση, γαλλικά και αραβικά. Όταν πλέον δεν υπήρχε περίπτωση να γυρίσω πίσω, συνέχισα στο Αμερικάνικο Κολέγιο για να βελτιώσω τα αγγλικά μου και με την προϋπόθεση να φοιτήσω σε αγγλικής γλώσσας Πανεπιστήμιο, όπως και έγινε αργότερα στο DEREE. Με τα ελληνικά δεν είχα καμία σχέση πριν έρθω, τα έμαθα ουσιαστικά όταν έμεινα εδώ. Τα έμαθα "στο δρόμο" όπως μου αρέσει να λέω. Δηλαδή όπως όταν κάποιος βρίσκεται σε μια ξένη χώρα και κάνει διάφορες ερωτήσεις, έτσι κι εγώ ρωτούσα τον αδερφό μου για τα γράμματα και τις λέξεις. Μου έκανε εντύπωση που υπήρχαν το "ο" και το "ω", το "αι", το "οι", και όλα αυτά τα "η", "ι", "υ" κλπ. που ακόμα για μένα παραμένουν μπερδεμένα. Επίσης έμαθα ελληνικά παίζοντας με τους φίλους μου. Στην αρχή δεν έγραφα. Διάβαζα πολύ τα ελληνικά κόμικς, "Μίκυ Μάους", "Ταρζάν", κι όλα αυτά τα εικονογραφημένα. Με διευκόλυναν γιατί ήταν γραμμένα με κεφαλαία. Έμαθα όμως να γράφω σχεδόν χωρίς λάθη από τότε που άρχισαν να πηγαίνουν τα παιδιά μου σχολείο. Μαζί τους έμαθα γραμματική και συντακτικό. Μέχρι τότε τα απέφευγα.
Ποιες ήταν οι πρώτες σου εντυπώσεις σαν παιδί στην Ελλάδα;
Στην αρχή είχα πέσει σε κατάθλιψη που, όσο παράξενο κι αν ακούγεται, δεν οφειλόταν στο γεγονός ότι είχα φύγει από τους γονείς μου και το σπίτι μου. Είχα έρθει από μια χώρα που τότε ήταν αρκετά πιο μπροστά. Το 1975 ο Λίβανος ήταν ένας παράδεισος απ' όλες τις απόψεις. Υπήρχε πλούτος που τον έβλεπες και τον ζούσες σαν παιδί. Από την πιο μικρή λεπτομέρεια που θα μπορούσε να κάνει εντύπωση σε ένα σχολιαρόπαιδο, όπως το να μπαίνει σε ένα ψιλικατζίδικο και να τα χάνει βλέποντας 50 διαφορετικές σοκολάτες, καραμέλες και τσίχλες, ενώ εδώ να βλέπει μόνο μια Ίον και μια Λάκτα. Επίσης η Κυριακή ήταν πολύ μελαγχολική. Τότε ο κόσμος δεν έβγαινε. Θυμάμαι χαρακτηριστικά πως όταν βγαίναμε έξω να κάνουμε μια βόλτα, οι δρόμοι ήταν άδειοι. Τα μόνα που πηγαινοέρχονταν ήταν τα ταψιά από τους φούρνους με το Κυριακάτικο φαγητό. Αυτή η εικόνα μου έχει μείνει κι έτσι την Κυριακή την απεχθανόμουν. Δεν υπήρχε η ζωή που είχα γνωρίσει στο Λίβανο τις Κυριακές, με τον κόσμο να βγαίνει, να τρώει έξω, να πηγαίνει βόλτες και εκδρομές. Οι γονείς μου, μου έλειπαν φυσικά, αλλά πιο πολύ μεγαλώνοντας, διότι στην αρχή ο αδερφός μου κάλυπτε άψογα τον ρόλο πατέρα και μητέρας.
Αυτή η εικόνα με τα χρόνια άλλαξε. Τώρα πλέον στην Αθήνα, ο κόσμος δεν κάθεται σπίτι τις Κυριακές, βρίσκεται έξω, στους δρόμους, στις ταβέρνες. Η Ελλάδα συγκριτικά με το 1975 προχώρησε, άνθισε οικονομικά, ο κόσμος απέκτησε περισσότερα λεφτά και πλέον μπορεί να διασκεδάσει και να βγει περισσότερο. Δυστυχώς αυτό όμως έκανε τον κύκλο του και βρισκόμαστε πάλι τώρα στο μηδέν. Δεν ξέρω αν την Ελλάδα που ονειρευόμουν θα έχω την τύχη να τη δω. Πάντα είχα ένα καημό. Ειλικρινά ήθελα και θέλω να δω αυτή την χώρα να πηγαίνει μπροστά, πραγματικά, και όχι με φούσκες του χρηματιστηρίου και με μια οικονομία που δεν υπάρχει.
Εδώ παντρεύτηκα. Η γυναίκα μου είναι Ελληνίδα. Το γεγονός ότι επέλεξα να παντρευτώ Ελληνίδα ήταν σκόπιμο. Κάποια στιγμή έκανα ένα "break" από την Ελλάδα και πήγα στην Κύπρο, από το 1994 μέχρι το 1997. Εκεί μου έλειψε πολύ η Ελλάδα. Ήμουν πολύ μελαγχολικός. Ήθελα να γυρίσω από την πρώτη μέρα που έφυγα. Το έβαλα λοιπόν σκοπό να γυρίσω, αν και ήταν δύσκολο γιατί ως ξένος ήμουν με άδεια παραμονής (παρεμπιπτόντως ακόμα δεν έχω πάρει την ελληνική υπηκοότητα λόγω γραφειοκρατίας). Είχα λοιπόν την άδεια παραμονής αλλοδαπού, μια φράση που μου ακούγεται πάντα παράξενα, ειδικά στα αγγλικά (aliens' residence permit) που πάει το μυαλό σου σε UFO, Ε.Τ. κλπ. [γέλια] και επέστρεψα στην Ελλάδα το 1997. Ήδη ζώντας στην Κύπρο, ήθελα να παντρευτώ Ελληνίδα και ο λόγος ήταν ότι δεν ήθελα να νιώθω πιο ξένος απ' ότι ένιωθα. Όπως επίσης δεν ήθελα τα παιδιά μου να νιώσουν όπως ένιωσα εγώ. Μπορώ να πω ότι ακόμα δεν έχω προσαρμοστεί ούτε στο 50% στα ελληνικά δεδομένα. Ίσως να φταίει το γεγονός ότι δεν πήγα σε ελληνικό σχολείο κι ότι δε δούλεψα σε ελληνική εταιρεία, με αποτέλεσμα να μην έχω καταφέρει να δεχτώ απόλυτα την ελληνική νοοτροπία, η οποία δεν λέω ότι είναι η λάθος ή σωστή, απλά με δυσκολεύει και πολλές φορές με κάνει και υποφέρω. Δεν θα ήθελα αυτό να συμβεί στα παιδιά μου. Ήθελα να έχω γυναίκα Ελληνίδα, τα παιδιά μου να νιώθουν όσο πιο "Έλληνες" γίνεται, να πάνε σε ελληνικό σχολείο και να ενταχθούν στην ελληνική πραγματικότητα από μικρά.
Επαγγελματικά ποια ήταν η πορεία σου;
Όπως σου είπα πριν, επαγγελματικά δεν είχα άμεση σχέση με την Ελλάδα. Πάντα δούλευα με ξένες εταιρείες για το εξωτερικό, με μια εξαίρεση μεταξύ 1997 και 1999 που δούλεψα για κάποια ελληνική εταιρεία, όχι όμως με καλές εμπειρίες καθώς δεν μπορούσα να προσαρμοστώ λόγω νοοτροπίας. Αργότερα, το 2007, επέλεξα να κάνω κάτι μαζί με τη σύζυγό μου και ανοίξαμε ένα κατάστημα με κοσμήματα στο Χαλάνδρι. Το 2009 με την εμφάνιση της κρίσης, έπρεπε να επιλέξουμε κάτι πιο βιώσιμο, κι έτσι μπήκα στον χώρο της εστίασης που λειτουργεί με επιτυχία παρά τις δυσκολίες.
Τι σου αρέσει να κάνεις στην Αθήνα;
Τώρα που έχω 3 παιδιά και ο μικρότερος είναι 2 χρονών, δεν έχω πολλές απαιτήσεις. Όταν παίρνω ένα ρεπό για να είμαι με τα παιδιά μου θα πάμε όλοι μαζί κάπου να φάμε. Τρελαίνομαι να κατεβαίνω στο κέντρο, στην Πλάκα και στο Μοναστηράκι γιατί αυτές οι περιοχές με κάνουν να ταξιδεύω, με πηγαίνουν εκτός πόλης, σε κάποιο νησάκι με την αυθεντική του γεύση. Επίσης αγαπώ όλη τη παλιά Αθήνα με τα αρχαία της, που σε πάει πίσω στον χρόνο, στα μεγαλεία των αρχαίων Ελλήνων. Δεν θα με πείραζε να πηγαίνω κάθε μέρα στο κέντρο. Φυσικά η οικογένεια έχει κι άλλες προτιμήσεις οπότε θα επισκεφτούμε κι άλλες περιοχές… Θα πάμε και στη θάλασσα.
Πώς σε αντιμετωπίζουν ως αλλοδαπό;
Αυτό που θυμάμαι, όταν είχα πρωτοέρθει και μέναμε στη Θεσσαλονίκη τον πρώτο καιρό, ήταν ένα περιστατικό με ένα παιδάκι με το οποίο παίζαμε που όμως με έβρισε. Έθιξε την καταγωγή μου. Μου είχε κάνει εντύπωση τότε και είχα θυμώσει πολύ. Ήταν όμως ένα μεμονωμένο περιστατικό και ήμουνα τυχερός γιατί δεν μου ξανασυνέβη κάτι παρόμοιο. Βέβαια είναι φυσικό να με ρωτάνε από πού είμαι, ειδικά όταν ακούν το όνομά μου. Το πιο δύσκολο είναι το γραφειοκρατικό κομμάτι όταν είσαι ξένος, με όλα αυτά τα δικαιολογητικά έγγραφα που απαιτούνται, παρόλο που είμαι εδώ τόσα χρόνια. Όταν παντρεύτηκα και απέκτησα το πρώτο μου παιδί, περίμενα περίπου ένα χρόνο για να πάω σε μια συνέντευξη και να διαπιστώσουν ότι βρίσκομαι στην Ελλάδα νόμιμα, ότι είμαι παντρεμένος νόμιμα και ότι μιλάω άπταιστα ελληνικά.
Τι σου αρέσει σε αυτή την χώρα;
Τα πάντα. Είναι μια πανέμορφη χώρα. Γι' αυτό και οι περισσότεροι από εμάς, που είχαν μια ευκαιρία να φύγουν αλλά δεν το έκαναν, μείναμε γιατί την αγαπάμε. Αγαπάμε το κλίμα της, την θάλασσα και τα νησιά της, την ηπειρωτική Ελλάδα και τα βουνά της, κάθε κομμάτι της είναι μαγευτικό. Έχω ταξιδέψει πολύ και σε διαφορετικές χώρες, τροπικές και μη, όμως η Ελλάδα έχει μια δική της ομορφιά, μια δική της ζωή και ατμόσφαιρα που δεν τα συναντάς πουθενά αλλού. Ακόμα και σε χώρες που είναι τουριστικά πολύ γνωστές όπως είναι η Ισπανία, η Μάλτα, το Μαρόκο, η Τυνησία κλπ., δεν έχουν αυτό που έχει η Ελλάδα και που προσπαθώ να εξηγήσω με λόγια. Μια αίσθηση του αγνού και αυθεντικού που θα νιώσεις όταν θα κάτσεις σε μια ξύλινη καρέκλα στα χαλίκια και θα φας τα φαγητά που τα φτιάχνουν με τον ίδιο αυθεντικό τρόπο 50 χρόνια. Έξω αυτό έχει χαθεί. Απογοητεύτηκα όταν πήγα στην Ισπανία για παράδειγμα όπου όλα ήταν "πλαστικά" και ψεύτικα. Όποιος ξένος έρθει στην Ελλάδα θα γυρίσει για αυτό τον λόγο λοιπόν. Έχουμε μια πανέμορφη χώρα.
Λες "έχουμε", την θεωρείς πλέον δικιά σου χώρα;
Ναι, βέβαια. Αυτό που είναι αστείο όμως είναι ότι από την μία θεωρώ την Ελλάδα δικιά μου χώρα. Η Ελλάδα όμως ακόμα δεν με θεωρεί δικό της παιδί γιατί όπως είπα και πριν, μέχρι στιγμής είμαι με άδεια παραμονής λόγω πολύπλοκης γραφειοκρατίας.
Ποιο μήνυμα θέλεις να αφήσεις στους αναγνώστες του deBóp;
Η Ελλάδα είναι μια υπέροχη χώρα με πολλές ευκαιρίες. Οι Έλληνες θα πρέπει να αλλάξουν και να αλλάξουμε. Να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πιο συλλογικά και όχι ατομικά. Μόνο έτσι θα πάμε μπροστά. Δεν είναι τυχαίο ότι οι άλλες χώρες έχουν προχωρήσει. Όχι επειδή είναι Αμερική, Γαλλία, Αγγλία ή Γερμανία. Αυτές οι χώρες λειτουργούν συλλογικά. Αυτή είναι η νοοτροπία τους. Πρέπει λοιπόν κι εμείς να αλλάξουμε νοοτροπία. Δεν εννοώ με αυτό ότι πρέπει να ξεχάσουμε ότι είμαστε Έλληνες, αλλά να φιλτράρουμε και να κρατήσουμε τα καλά μας, όπως να αλλάξουμε αυτά που βλάπτουν την χώρα μας.
Κείμενο - Φωτογραφίες: Μαρία Μιχαλινού