Διαβάσαμε: «Γιατί τα χ΄ρονια τρέχουν χύμα» του Διονύση Σαββόπουλου | Εκδόσεις Πατάκη
2025-02-05Ο Διονύσης Σαββόπουλος σημάδεψε όσο λίγοι την εικόνα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Έχει λατρευτεί, απαξιωθεί και διχάσει όσο λίγο. Η καλλιτεχνική του πορεία και η πολιτική του τοποθέτηση γίνονται πάντα μαζικές υποθέσεις. Ο αντίκτυπος του στην κοινωνία είναι στιβαρός και αυτό είναι χαρακτηριστικό όλων των σπουδαίων καλλιτεχνών. Εξάλλου, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί την καλλιτεχνική του ποιότητα, από όπου ξεφύτρωσε το εκτόπισμά του και το θάρρος της γνώμης του, ακόμη και όταν γνωρίζει ότι η πλειοψηφία θα σταθεί εναντίον του.
Παιδί που μεγάλωσε σε μια μικροαστική οικογένεια της Θεσσαλονίκης, εντόπισε από τα παιδικά του χρόνια κιόλας το μικρόβιο του τροβαδούρου. Όταν ένιωθε πλήξη, σκάρωνε τραγουδάκια, για να περάσει η ώρα του. Επειδή όμως «έκοβε» το μυαλό του, ειδικά ο πατέρας του τον προόριζε για μια λαμπρή καριέρα. Έτσι, πέρασε στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, για να την παρατήσει 1 χρόνο μετά, μαζί με τη συνολική του καθημερινότητα στη Συμπρωτεύουσα. Λοιπόν, έκανε ωτοστόπ και με έναν φορτηγατζή έφθασε στην Αθήνα όπου τα πήγε όλα από την αρχή.
Στην πορεία υπήρξε σύμβολο για τις γενιές που μεγάλωσαν με τον Μάη του ’68, με την έξαρση του ροκ και του φολκ, με την ποίηση και τους μεγάλους συνθέτες. Σε όλα αυτά ο Σαββόπουλος υπήρξε κομμάτι της ιστορίας και όπως ισχυρίζεται ο ίδιος στο βιβλίο του, ήταν οι συνθήκες της εποχής που τον βοήθησαν να ανελιχθεί από την αφάνεια και να κερδίσει όλο και μεγαλύτερο έδαφος. Πράγματι, κάποια άλμπουμ του όπως το Φορτηγό, Το Περιβόλι του Τρελού, Ο Μπάλλος και το Βρώμικο Ψωμί δοξάστηκαν σαν ευαγγέλια από οπαδούς και συναδέλφους του καλλιτέχνες. Κατάφερε να παντρέψει τον τότε σύγχρονο ήχο με παραδοσιακά στοιχεία από όλη την Ελλάδα, να φτιάξει ένα αρχέγονο και βουκολικό κράμα που σφράγισε όλη την ελληνική μουσική. Για κάποιους συγκαταλέγεται ακόμα και στους πιο σημαντικούς ευρωπαίους δημιουργούς.
Βέβαια, πέραν τούτων, η διαδρομή ήταν δύσβατη, παρόλο που ο τραγουδοποιός στο τέλος πάντοτε απολάμβανε το ταξίδι. Υπήρξε η ρήξη με τους γονείς του αλλά και η οικογένεια που δημιούργησε μετά, η σύζυγος και τα παιδιά του. Υπήρξαν το Μιλάνο, το Παρίσι και η Νέα Υόρκη. Υπήρξαν το Rodeo και το Κύτταρο. Υπήρξαν στιγμές που στα στάδια συνέβαινε το αδιαχώρητο αλλά και στις μικρές σκηνές τον γιούχαραν τα λιγοστά άτομα που τον παρακολούθησαν όταν επέλεξε έναν άλλον δρόμο με το Κούρεμα. Υπήρξαν φορές που η φωνή του έπρεπε να εξωτερικευθεί και να τοποθετηθεί για μείζονα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα. Η γνώμη του έγινε βορά για τα θηρία της μάζας. Πολλοί τον κατηγόρησαν ότι ξέχασε το παρελθόν, τον εαυτό του και τον κόσμο που τον ανέδειξε.
Όλα αυτά διαδραματίζονταν γύρω από σπουδαίους συνοδοιπόρους που έπαιξαν μεγαλύτερο ή μικρότερο ρόλο στη ζωή και την καριέρα του όπως ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου, ο Γιώργος Ιωάννου, ο Μάνος Λοΐζος, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου, ο Δημήτρης Πουλικάκος, ο Πάνος Κουτρουμπούσης, ο Γιάννης Μπαχ Σπυρόπουλος, ο Johnny Lambizzi, η Τάνια Τσανακλίδου, η Ελευθερία Αρβανιτάκη, η Καίτη Χωματά, η Στέλλα Γαδέδη, ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος, Νίκος Παπάζογλου, ο Μανώλης Ρασούλης, ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, ο Νικόλας Άσιμος, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Νίκος Πορτοκάλογλου, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος, ο Σταύρος Λάντσιας , ο Γιώτης Κουρτσόγλου κ.α.
Του πήρε πολλά χρόνια, όπως εξομολογείται, για να δεχτεί έστω και λίγο την αβάσταχτη ελαφρότητα της ύπαρξης. Ό, τι και αν πέτυχε, έγινε θρύψαλα σε ευάλωτες στιγμές που χρειάστηκε να παλέψει για την υγεία του αλλά και να αφεθεί στα χέρια των ειδικών. Το σίγουρο είναι πάντως ότι σε όλους τους τομείς της ζωής του διέγραψε μια πορεία με σημαντικούς σταθμούς, κατραπακιές και αναδείξεις, που τον έφεραν στο σήμερα, για να γιορτάσει τα 80 (και) χρόνια του με τις επερχόμενες συναυλίες που έχουν γνωστοποιηθεί.