Φαγαμε Γκολ από «Το Χέρι του Θεού» | Εκδόσεις Οξύ
2024-03-01Κάτι ήξερε ο Μανού Τσάο που τραγουδούσε «Santa Maradona», ο Εμίρ Κουστουρίτσα και ο Πάολο Σορρεντίνο που τον «βάλανε» στις ταινίες τους, αλλά και εκατομμύρια άνθρωποι που τον λάτρεψαν όσο ήταν εν ζωή και τον λατρεύουν ακόμη. Στα ελληνικά υπάρχει ήδη μια βιογραφία του, όπου διηγείται ο ίδιος διάφορα περιστατικά. Πλέον όμως, βρίσκεται στα ράφια των βιλιοπωλείων και «Το Χέρι του Θεού», ένα πραγματικό έργο τέχνης, ένα graphic novel με πολύ γούστο, από τις εκδόσεις Οξύ και το gazzetta.gr.
Δημιουργοί του οι Ιταλοί Πάολο Μπαρόν και Ερνέστο Καρμπονέτι που έχουν συνεργαστεί ξανά στο παρελθόν. Ο ιταλικός τίτλος "Il re scugnizzo" δεν μεταφράζεται εύκολα. «Ο Βασιλιάς του δρόμου» ίσως, αλλά και πάλι η ναπολιτάνικη λέξη scugnizzo υπονοεί κάτι άλλο: το ακούραστο χαμίνι, το αλάνι. Τέτοιος ήταν άλλωστε! Η μετάφραση του Θανάση Σαρρή είναι σαν σέντρα του Ντιέγκο για σίγουρο γκολ. Πολύ καλή!
Το βιβλίο απευθύνεται σε λάτρεις μιας εκδοχής του ποδοσφαίρου που δεν θα ξαναϋπάρξει. Θα ταιριάξει σε τύπους που έχουν παίξει με πατημένο κουτάκι αναψυκτικού, με αερόμπαλα που έσκαγε στη μια ώρα, με κοτρώνες ή μπουφάν αντί για τέρματα.
Θα το απολαύσουν άνθρωποι που λάτρεψαν το χέρι του αριστεροπόδαρου Θεού στο Μουντιάλ του 1986 γιατί ΅«έβγαλε τη γλώσσα» στους πάντες. Ήταν το γκολ με το χέρι που όλοι θα θέλαμε να έχουμε βάλει κατά βάθος και μετά να τους ξεφτιλισουμε όλους με το γκολ του αιώνα, καθώς ντρίμπλαρε τη μισή Αγγλία πίσω από το κέντρο μέχρι την εστία. Απευθύνεται σε εμάς που βάλαμε γκολ με κάθε τρόπο, σε κάθε γήπεδο, που κάναμε λάθη και φάγαμε γκολ, που γουστάραμε τη μπάλα. Όπου μπάλα: το ποδόσφαιρο!
Καλογραμμένο, γρήγορο και έξυπνο το κείμενο, φωτίζει όλη την πορεία του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα από τα φτωχικά παιδικά χρόνια μέχρι την κορύφωση της καριέρας του και την παρακμή του. Παρακολουθούμε τον πιο ποδοσφαιρικό αλήτη που πάτησε σε χορτάρι να οδεύει από το τίποτα στον παράδεισο και από εκεί στον θάνατο με διαλυμένη καρδιά.
Οι δύο Ιταλοί περιγράφουν καταπληκτικά την πορεία του, τόσο με τη Νάπολι, όσο και με την Εθνική Αργεντινής, με την οποία κέρδισε το Παγκόσμιο Κύπελλο το 1986 και έφτασε στον τελικό το 1990. Δεν αγιοποιούν τον Μαραντόνα, αλλά καταγράφουν και τα στραβά του. Τις περιπέτειες με τα ναρκωτικά και το ντόπινγκ, τις «τρέλες» του, τις απροσεξίες του.
Τον λάτρεψαν πιο πολύ δυο χώρες. Η Αργεντινή και η Ιταλία. Μαζί με αυτές και εκατομμύρια κάτοικοι του πλανήτη. Πιστεύω ότι ήταν τυχερός, όπως και εμείς, γιατί το άστρο του ανέτειλε όταν η τηλεόραση, άρα και η εικόνα, παγκοσμιοποιήθηκαν τη δεκαετία του '80. Έγχρωμες οθόνες, πιο γρήγορη πληροφόρηση, χωρίς ωστόσο ίντερνετ και social media. Ο καθένας μπορούσε να διατηρήσει το μύθο του χωρίς να είναι στο επόμενο δευτερόλεπτο σε story και σε post. Μπορούσαμε όμως, να δούμε τα γκολ του.
Να πω επίσης ότι έχω πάει στη Νάπολι και στο γήπεδο που μεγαλούργησε, το Σάν Πάολο, που τώρα φέρει το όνομά του. Ήταν το 2017 που το επισκέφθηκα και νόμιζες ότι ο Ντιέγκο έπαιζε ακόμη εκεί! Φανέλες, καρτ ποστάλ, γκραφίτι, χαρτονομίσματα με το πρόσωπό του έβρισκες παντού στην πόλη.
Eκτός από τα δύο πασίγνωστα γκολ, στο βιβλίο περιγράφεται και η κόντρα με την Αγγλία, 4 χρόνια μετά τον πόλεμο στις Μαλβίνες (Φωκλαντς) ανάμεσα στις δύο χώρες. Παράλληλα αποτυπώνεται, χάρη στα σχέδια και το σενάριο, το πάθος των Ναπολιτάνων, των φτωχών του νότου που οι βόρειοι Ιταλοί ονόμαζαν «Αφρικάνους» υποτιμητικά.
Αυτοί, λοιπόν, οι φτωχοί, βρήκαν έναν φτωχό που ήξερε μπάλα και έγινε, αντ' αυτών, όλα όσα ονειρεύονταν. Έβαλε τον βορρά στη θέση του, κερδίζοντας το πρωτάθλημα Ιταλίας το 1986–87 και το 1989–90 και ένα κύπελλο ΟΥΕΦΑ το 1988-89. Κέρδισε και δύο κύπελλα με την Μπαρτσελόνα. Όλοι όμως θυμούνται αυτό το όμορφο 10 στην πλάτη του, το μαλλι αφάνα, το βραχύσωμο κορμί με τα κιλάκια, το πάθος του για όλα.
Ο Ντιέγκο ήταν και... Ντιέγκο και Μαραντόνα. Ήταν σταρ γιατί ήταν αλαζόνας, ήταν ροκ σταρ γιατί έκανε ό,τι ήθελε, όποτε το ήθελε και το έκανε ωραία. Την «έλεγε» σε όποιον ήθελε, ακόμα και στον Πάπα, από τον οποίο ζήτησε να βοηθήσει τους φτωχούς ενώ έπαιξε μπάλα σε ένα βούρκο κάπου στην Ιταλία για να μαζευτούν χρήματα για ένα άρρωστο παιδί.
Όσο τα χρόνια περνούσαν, είδα τρομερούς ποδοσφαιριστές. Ρονάλντο, Ροναλντίνιο, Ζιντάν, Ιμπραϊμοβιτς και μετά Μέσι, Κριστιάνο Ρονάλντο, τώρα τον Χάαλαντ. Βάλτε στη λίστα όποιον θέλετε. Αν μπορούσα, με αφορμή αυτό το ωραίο graphic novel, θα προσκαλούσα όλους τους «αλήτες» του ποδοσφαίρου, να παίξουμε σε ένα γηπεδάκι στη μνήμη του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα.
ΥΓ: Αφιερώνω το κείμενο σε ένα παλιο μου συμμαθητή τον Δημήτρη που όλοι τον κοροϊδευαν. Του σούταρα πέναλτι στο δημοτικό. Τον πέτυχα στο πρόσωπο και του άνοιξα τη μύτη. Ποτάμι το αίμα. Πήγα κοντά του και τι μου λέει με ένα ματωμένο χαμόγελο; «Τουλάχιστον το έπιασα»... Θα γέλαγε και ο Ντιέγκο!