Ο φανταστικός κύριος Bourdain. Λίγα λόγια για τη ζωή ενός υπερφυσικά χαρισματικού ανθρώπου.
2018-12-16Σχεδόν 13 εκατομμύρια αποτελέσματα σε λιγότερο από 1 λεπτό σε μία αναζήτηση του ονόματος Anthony Bourdain στο google. Παραπάνω από 5 εκατομμύρια followers συνολικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ποιος ήταν τελικά ο κύριος Bourdain; Πως γίνεται κάποιος να αγαπηθεί τόσο πολύ;
Τον Ιούνιο της χρονιάς που διανύουμε ο Antony Bourdain επισκέφθηκε την Αλσατία για τα γυρίσματα ενός επεισοδίου για τη σειρά «Parts Unknown». Το βράδυ της εβδόμης του μήνα δεν κατέβηκε για φαγητό. Την επομένη δεν εμφανίστηκε στο πρωινό.
Αυτοκτονία δι’ απαγχονισμού στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του.
Ο Anthony Bourdain ήταν 61 ετών, είχε μία μικρή κόρη που λάτρευε και βρισκόταν στο απόγειο μιας καριέρας που λίγοι θα τολμούσαν να ονειρευτούν.
«Ήταν για τον κόσμο ένας λιγότερο μυώδης James Bond», όπως αναφέρει ο συνεργάτης του Chris Collins, ένας ήρωας της κουζίνας και των λαών, σχεδόν συγγενής μας. Κι αυτό το κατάφερε γυρίζοντας τον πλανήτη, απευθύνοντας ερωτήσεις όπως «τι σας κάνει χαρούμενους;» κι αποδεχόμενος τις απαντήσεις που λάμβανε, όποιες κι αν ήταν.
Κατέρριψε όλα τα όρια που θρησκείες, πολιτικές και κουλτούρες επιβάλουν απλά γιατί ουδέποτε δεν είπε όχι όταν κάποιος του πρόσφερε να δοκιμάσει κάτι.
«Οι άνθρωποι», έλεγε, «σου λένε μία ιστορία με το φαγητό τους, είναι περήφανοι για αυτό, αν το απορρίψεις είναι σαν να απορρίπτεις τους ίδιους, ενώ αν το δεχτείς μαγικά πράγματα συμβαίνουν: οι συζητήσεις γύρω από ένα τραπέζι ρίχνουν κάθε φραγμό, μας εξοικειώνουν όποιοι κι αν είμαστε, μας εξισώνουν. Και στην τελική… τι μπορείς να πάθεις δοκιμάζοντας;»
Κι έτσι, δοκίμασε τα πάντα. Κυριολεκτικά τροφές που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν από προσβλητικές ως και προκλητικές (αυγά μυρμηγκιών, σάπιο καρχαρία, ωμά μάτια φώκιας είναι απλά μερικά από αυτά!) αλλά και εμπειρίες που τον έκαναν να δει τη ζωή αλλιώς. Ακόμη κι όταν βρέθηκε ουσιαστικά σε εμπόλεμη ζώνη στη Βηρυτό το 2006 (ακολουθεί απόσπασμα από τη δεύτερη επίσκεψή του το 2010).
Ο Bourdain ήταν άλλωστε ο μόνιμος θιασώτης της περιπέτειας της ζωής. Έτσι άλλωστε αυτοπροσδιοριζόταν : «enthusiast». Του άρεσε να γράφει, να ταξιδεύει, να τρώει και η όρεξή του δεν σταματούσε ποτέ και για τίποτε.
Στην Ελλάδα, η πρώτη γνωριμία μαζί του έγινε για τους περισσότερους δέκα χρόνια πριν, κάπου το 2008. Ήταν τότε που βγήκε στον αέρα το αφιέρωμά του στα ελληνικά νησιά. Πάντοτε άλλωστε, όταν μιλάνε για εμάς δίνουμε σημασία, και αν και ο ίδιος ξεκίνησε τη συγκεκριμένη εκπομπή λέγοντας πως ήταν αρκετά σκεπτικός όσον αφορά την ελληνική κουζίνα (λόγω μιας πρότερης κακής εμπειρίας σε ένα ελληνικό εστιατόριο του εξωτερικού) και χαρακτηρίζοντας το εθνικό μας φαγητό, τον μουσακά, ως «τούβλο» -ναι! τέτοια τολμούσε πάντοτε να λέει και τελικά αυτή του η αιρετικότητα ήταν που υπέγραφε την αυθεντία του- κίνησε το ενδιαφέρον ακόμη και σε αυτούς που τους φάνηκε προκλητικός.
Ο Antony Bourdain ταξίδεψε σε περισσότερες από 100 χώρες, έφαγε και ήπιε με την ψυχή του και κατείχε την πιο σημαντική ιδιότητα των έξυπνων ανθρώπων, να προσαρμόζεται στις καταστάσεις και να μπορεί να αφομοιώνεται από τους πολιτισμούς που συναντούσε. Κατέγραψε τις εμπειρίες του σε εκπομπές γεμάτες αναφορές σε ταινίες, μουσικές και βιβλία που αγάπησε και έκανε προσιτά σε όλους μας κομμάτια του πλανήτη που δεν ξέραμε καν πως υπήρχαν.
O Bourdain γεννήθηκε στις 25 Ιουνίου του 1956 και μεγάλωσε στο New Jersey. Τα καλοκαίρια από μικρή ηλικία ταξίδευε σε συγγενείς του στη Γαλλία όπου -αν και ο αδερφός του υποστηρίζει πως ποσώς τον ένοιαζε το φαγητό- πολλοί λένε πως ανέπτυξε το ενδιαφέρον του για τη γαστρονομία.
Πήγε να σπουδάσει στο Κολλέγιο Vassar όπου οι συμφοιτητές του τον θυμούνται σαν μία ιδιότυπη περσόνα που κυκλοφορούσε με δύο σπαθιά σαμουράι στη μέση του.
Εγκατέλειψε τις σπουδές του σε 2 χρόνια κατόπιν ενός καβγά που είχε με τους γονείς του σε ένα εστιατόριο επειδή δεν παρακολουθούσε τα μαθήματά του με αποτέλεσμα να πιάσει δουλειά ακριβώς εκεί. Πρώτα λαντζέρης (συνήθιζε να λέει πως η λάντζα είναι το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο), μετά μάγειρας πρώτης γραμμής.
Εθίστηκε στην ηρωίνη και την κοκαΐνη αλλά κατάφερε να χαλιναγωγήσει αυτά του τα πάθη και τελικά πέτυχε να γίνει executive chef στο Γαλλικό εστιατόριο Les Halles στη Νέα Υόρκη.
Το 1999 η μητέρα του προσέγγισε το περιοδικό New Yorker λέγοντας στους υπευθύνους πως ο γιος της ήταν συγγραφέας και θα ήθελε να ρίξουν μια ματιά στη δουλειά του. Ο αρχισυντάκτης David Remnick και η γυναίκα του θυμούνται να συγκινούνται από τις φιλοδοξίες μίας μητέρας για το παιδί της κι έτσι πράγματι να κοιτάνε τα κείμενα του Bourdain. Και να κερδίζουν!
Στα 44 του χρόνια λοιπόν καταφέρνει να δημοσιεύσει ένα αρκετά σόκινγκ άρθρο με γερές δόσεις χιούμορ κάτω από τον τίτλο «Μην φάτε πριν το διαβάσετε / ένας σεφ σας αποκαλύπτει κάποια μυστικά του επαγγέλματος». Αυτός ήταν ο προάγγελος του best seller «Kitchen Confidential - adventures in the culinary underbelly» και της λαμπρής καριέρας που ακολούθησε.
Το ζευγάρι παραγωγών Tenaglia και Collins που ασχολιόταν κυρίως με ιατρικά shows όπως το «Trauma in the ER» τον επισκέφθηκε στο Les Halles και του πρότεινε να κάνουν ένα σόου μαζί. Κι αυτός απάντησε σχεδόν αδιάφορα «Yeah sure, whatever».
O Bourdain ξεκίνησε με το A Cook’s Tour στο Food Network αναμιγνύοντας μπροστά στον φακό βιώματά του από ταινίες και βιβλία μαζί με όσα ζούσε σε κάθε προορισμό του.
Ακολούθησε το No Reservations στο Travel Channel για να καταλήξει στο CNN το 2012 με την μετεξέλιξή του σε Parts Unknown, ένα τηλεοπτικό ταξιδιωτικό σόου που κέρδισε πληθώρα βραβείων.
Οι εκπομπές του Bourdain δεν περιορίζονταν στο φαγητό. Ήταν ένας εξαιρετικός αφηγητής που έμπλεκε στη γαστρονομία συστατικά όπως η πολιτική, η κοινωνιολογία και οι παραδόσεις.
Έγιναν τόσο δημοφιλείς ώστε να φιλοξενούν πολλές προσωπικότητες από πάρα πολλούς χώρους, με πιο κραυγαλέα μάλλον συμμετοχή, αυτή του Barack Obama κατά τη διάρκεια της προεδρίας του (2016). Ναι, ο Bourdain κατάφερε να πείσει τον Obama να ταξιδέψουν μαζί ως το Ανόι του Βιετνάμ (ή μήπως έγινε το αντίθετο;).
Ειλικρινής μπροστά και πίσω από την κάμερα, δε δίστασε να μιλήσει προκλητικά (είτε επρόκειτο για την άποψή του για τους χορτοφάγους -ναι δεν τους συμπαθούσε πολύ...- είτε για τον Πούτιν!) και μάλλον αγαπήθηκε για αυτήν του την αυθεντικότητα.
Μίλησε ανοιχτά για τις εξαρτήσεις του και μάλιστα η ζωή του ενέπνευσε την ταινία Burnt, όπου ο πρωταγωνιστής Bradley Cooper υποδύεται έναν σεφ με δύσκολο ψυχισμό, προβληματικές σχέσεις και καταστροφικά πάθη.
Παντρεύτηκε 2 φορές. Από τον δεύτερο γάμο του με την προπονήτρια πολεμικών τεχνών Ottavia Busia κέρδισε την αγάπη του για το ζίου ζίτσου (διακρίθηκε μάλιστα πολλές φορές) και την κόρη του Αριάν, που όπως έλεγε κι ο ίδιος του έδινε λόγους για να ζει.
Παρόλα αυτά η σωτηρία της ψυχής δεν επήλθε.
H τελευταία του σύντροφος, Άσια Αρτζέντο, η οποία μάλιστα βρέθηκε στο στόχαστρο της κοινής γνώμης κατόπιν του θανάτου του, αναφέρθηκε στις συχνές αυτοκτονικές τάσεις του Bourdain τα τελευταία χρόνια.
«Το ταξίδι σε αλλάζει», έλεγε ο ίδιος, «προχωράς και μένουν σημάδια πάνω σου, αφήνεις σημάδια κι εσύ». Κι αυτά μπορεί να είναι τελικά όμορφα, μπορεί να είναι όμως και άσχημα και να πονούν. Και τα δεύτερα, μάλλον τον Ιούνη κέρδισαν κι έτσι ακόμη κι αυτός, ο υπέρτατος λάτρης της ζωής, την απέρριψε.
Ερωτήματα όπως «γιατί;» ποτέ δεν απαντιώνται σε τέτοιες περιπτώσεις.
Κι έτσι το μόνο που μας μένει είναι να μιλάμε για αυτόν, σίγουρα ελλιπώς και να εξερευνούμε τις ανεξάντλητες πτυχές της προσωπικότητάς του καταβροχθίζοντας αυτά τα 13 εκατομμύρια αποτελέσματα που προσφέρει ο ιστός.
Φωτογραφίες, βίντεο, άρθρα, βιβλία...
Αυτά μένουν για να θυμόμαστε τον συγγραφέα, σεφ, δημοφιλή παρουσιαστή, αγαπημένη προσωπικότητα των media, εξερευνητή του κόσμου, φανταστικό και υπερφυσικά χαρισματικό κύριο Bourdain.
(Kλείνουμε με ένα από τα αγαπημένα μας «αποτελέσματα», την τηλεοπτική του συνέντευξη με τον συνεργάτη και καρδιακό του φίλο, Eric Lipert.)
----
Στην Ελλάδα κυκλοφορεί από τον Νοέμβριο του 2018 μεταφρασμένο από τις εκδόσεις ΠΕΔΙΟ το βιβλίο του Anthony Bourdain, «Αγαπημένα Cookbook» («Apetites Cookbook», 2016)
Για το συγκεκριμένο βιβλίο ο ίδιος έλεγε: «Αυτό είναι το οικογενειακό μας βιβλίο συνταγών. Αυτά είναι τα πιάτα που μου αρέσει να τρώω και να ταΐζω την οικογένειά μου και τους φίλους μου. Αυτές είναι οι “επιτυχημένες” συνταγές, που έχουν δηλαδή εξελιχθεί με τον καιρό και έχουν διαμορφωθεί με την επανάληψη και τη μακρά –και συχνά επώδυνη– εμπειρία».