Μία παράσταση από τους DV8 με χορό, θέατρο, κοινωνία και αναζητήσεις.
2014-10-30Οι DV8 μετρούν κάτι λιγότερο από 30 χρόνια παρουσίας, 18 έργα σημαντικής επιρροής στο σύγχρονο χορό και γερές βάσεις σε αυτό που ορίζουν ως Physical Theater. Έχουν βραβευτεί για αυτές σε όλο τον κόσμο, με σημαντικότερο το Helpmann Award για το “Can we talk about this” που παρουσιάστηκε στη #stegi το 2011. Ο έξυπνος τρόπος χειρισμού λόγου και κίνησης που πέρασαν τα μηνύματα τους για την ελευθερία του λόγου, τη λογοκρισία και το Ισλάμ, κάνει ακόμα πολλούς Αθηναίους να θυμούνται έντονα την παράσταση εκείνη του ‘11.
Αυτό που κατά τη γνώμη μου κάνει εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αυτή την ομάδα είναι πως καταπιάνονται με κοινωνικοπολιτικά ζητήματα και εκφράζουν, μέσα από ένα συνονθύλευμα χορού και θεάτρου, καίριες κοινωνικές καταστάσεις, δημιουργώντας αυτόματα μία οικειότητα στο κοινό με εκφάνσεις του σύγχρονου χορού. Κοφτές κινήσεις με σκηνοθετική και χορευτική ροή, λόγος και εικαστική προσέγγιση σε παραστάσεις και videos, δηλώνουν μια ομάδα που συνεχώς κινείται εκφραστικά, χωροταξικά και θεματικά, πάντα με κατευθύνσεις που διέπουν αξίες του δημιουργού τους, Λούντ Νιούσον.
Αυτές τις μέρες παρουσίασαν στη #stegi το “John”, που δημιουργήθηκε από συνεντεύξεις 50 αντρών και μας μίλησαν για αγάπη, ναρκωτικά, βία, αναζήτηση, σεξ και σχέσεις. Η παράσταση χωρίζεται σε δύο μέρη τα οποία ενώνονται και περιγράφουν τη ζωή του John με αναπαράσταση των ενδοοικογενειακών εμπειριών του στα παιδικά-εφηβικά χρόνια αφενός και των ενήλικων χρόνων που δηλώνουν κυρίως την αναζήτηση της ταυτότητας και των σχέσεών του αφετέρου. Το σκηνικό, ένα περιστρεφόμενο σπίτι, μετατρέπεται από το εφηβικό διαμέρισμα του πρωταγωνιστή σε gay sauna των ενήλικων εμπειριών του στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η εναλλαγή ρόλων, σκηνικών και εικόνων σίγουρα διευκολύνεται από τη σκηνοθετική αλλά και χορευτική εμπειρία της ομάδας. Αποτελεί ίσως παράδειγμα προς μίμηση για το σώμα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μοναδικό εργαλείο έκφρασης αλλά ταυτόχρονα, συνδυάζοντας θεατρικά στοιχεία, να μην απομακρύνει τον θεατή λόγω τον μεταμοντέρνων στοιχείων που προσδίδει στο χορό του.
Τα θέματα που διαπραγματεύεται η παράσταση δε θα έλεγα πως είναι κάτι καινούριο για την ομάδα. Και στο παρελθόν, όπως και σε αυτή την παραγωγή, έχει ασχοληθεί με την ματαιότητα που η ίδια προσδίδει στην χρήση ουσιών και στην επικίνδυνη ζωή κάποιων ομοφυλόφιλων αντρών. Αυτό που ίσως διαφοροποιεί τη συγκεκριμένη παράσταση είναι η ανάδειξη της προσωπικής περιπλάνησης του πρωταγωνιστή στην αναζήτηση του ενός, φίλου και συντρόφου, η εμμονή σε εικόνες και κινήσεις, που είτε κουράζουν είτε στοχευμένα επαναλαμβάνονται και η σκηνοθεσία που δίνει συνεχόμενη ροή στο έργο.
Πέρα από την ίσως όχι και τόσο επίκαιρη, με την πρώτη ματιά, παράσταση “John” για το ελληνικό κοινό, αυτό που σίγουρα είναι ενδιαφέρον είναι η εξέλιξη της ομάδας καθώς το εξωτερικό περιβάλλον την καθορίζει και θα συνεχίζει να το κάνει.