Είδαμε: «Εάν Αυτό είναι ο Άνθρωπος» του Primo Levi, σε θεατρική διασκευή των Domenico Scarpa – Valter Malosti
2022-12-24Στην Πολωνία πριν κάποια χρόνια, μπήκα στο Άουσβιτς, πέρασα τη σιδερένια πύλη και διάβασα την επιγραφή «Η Εργασία Απελευθερώνει». Κάποιοι την έβαλαν εκεί σκόπιμα για να κοροϊδέψουν ψυχές που θα βούλιαζαν στα στρατόπεδά τους, ένα ψέμα απάνθρωπο, που έλεγες πως μόνο μία μηχανή θα μπορούσε να δημιουργήσει. Δέντρα, φράχτες, ομίχλη και περπάτημά βουβό στο μέρος όπου οργανώθηκε το φρικαλέο έγκλημα. Ένα μέρος βαθιά θλιμμένο, κτίρια, αίθουσες με παπούτσια, ρούχα και παιχνίδια που αφαιρέθηκαν από αθώους με στόχο την απογύμνωση, πρώτα από όλα της αξιοπρέπειάς τους. Ψίθυροι μόνο ακούγονταν στην επίσκεψη που μιλούσαν για τον ανεξέλεγκτο παραλογισμό της ναζιστικής Γερμανίας και τα δημιουργήματα του εθνικού και φυλετικού μίσος. Πως είναι δυνατόν να έγινε στη καρδιά της Ευρώπης κάτι τέτοιο, τόσο ακραίο, ένα σχέδιο συλλογικού θανάτου και εξολόθρευσης εκατομμυρίων ανθρώπων; Αδιανόητο να το συλλάβει υγιής ανθρώπου νους. Κι όμως συνέβη και μας το διηγείται στο αριστουργηματικό βιβλίο «Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος», ο ιταλοεβραίος Πρίμο Λέβι, ένας χημικός που μεταφέρθηκε στο Άουσβιτς και κατάφερε να επιζήσει μέχρι την απελευθέρωση του στρατοπέδου από τον Κόκκινο Στρατό στις 27 Ιανουαρίου του 1945, μαζί με άλλους 20 μόλις κρατούμενους από εκείνη τη φουρνιά. Η ομώνυμη παράσταση που ήρθα να παρακολουθήσω, είναι αφιερωμένη στο βιβλίο του συγγραφέα του Ολοκαυτώματος, όπως έχει χαρακτηριστεί και είχα αλήθεια ένα άγχος ως προς την προσέγγιση, άγχος που εξατμίστηκε από τις πρώτες λέξεις των ηθοποιών και στη συνέχεια από τον τρόπο που ξετυλίχτηκαν τα γεγονότα, τον σεβασμό στον λόγο του Πρίμο Λέβι, την απουσία νευρωτικού παιξίματος για εντυπωσιασμό, με μία ποιότητα ενσυναίσθησης που κερδίζει το ενδιαφέρον από την πρώτη σκηνή. Έντονες εικόνες μπροστά στα μάτια μας και στον αέρα είχαν καταφέρει να μεταφέρουν κάτι από την ενέργεια του στρατοπέδου που είχα βιώσει εκεί. Άραγε πριν σχεδιαστεί η παράσταση, είχαν επισκεφτεί το Άουσβιτς; Ο Μελαχρινός Βελέντζας μας απαντά…
Έχετε επισκεφτεί το Άουσβιτς και αν ναι μιλήστε μας για την εμπειρία σας.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο βρέθηκα στο Άουσβιτς, στο πλαίσιο της έρευνας για το έργο. Το Άουσβιτς είναι ένα μέρος όπου η απουσία είναι παρούσα, αλλά μ΄ έναν τρόπο διαφορετικό απ’ ό,τι στα κοιμητήρια. Γιατί στο Άουσβιτς υπάρχει στην ατμόσφαιρα η πληροφορία και η γνώση για το πώς εξαφανίστηκαν αυτοί οι άνθρωποι. Για το πώς ο άνθρωπος αποκτήνωσε τον άνθρωπο. Όλο αυτό που συνέβη εκεί ξεπερνά τα όρια της ανθρώπινης υπόστασης. Είναι το μοναδικό μέρος που για μένα προσωπικά δεν μπορείς να φωτογραφηθείς μέσα σε αυτό. Ο τόπος αφηγείται κάτι τόσο ισχυρό, οριακά απόλυτο, που απλώς στέκεσαι. Περπατάς ανάμεσα στα διαφορετικά παραπήγματα, μπαίνεις στο θάλαμο αερίων, περνάς μπροστά από τα ερείπια του κρεματορίου και προσπαθείς να συνειδητοποιήσεις τι συνέβη. Ειδικά σήμερα, με την άνοδο του φασισμού και της ακροδεξιάς και όλη την τροπή που παίρνουν τα πράγματα στον κόσμο μας, είναι υποχρέωσή μας να μην ξεχνάμε, να θυμόμαστε, να γνωρίζουμε αυτό που έχει συμβεί. Για να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να παραμένουμε άνθρωποι. Και αλληλέγγυοι ο ένας προς τον άλλον.
Ποιες ήταν οι σκέψεις σας και πως επιχειρήσατε να προσεγγίσετε το βιβλίο και τις μαρτυρίες του; Πώς ξεκίνησε το εγχείρημα αυτό;
Τον Ιανουάριο του ’22, με εμπνεύστρια και καθοδηγήτρια τη σκηνοθέτη μας Γεωργία Μαυραγάνη, ξεκινήσαμε ένα ερευνητικό εργαστήριο στο Tempus Verum με αφορμή τη μαρτυρία του Πρίμο Λέβι στο βιβλίο του «Εάν Αυτό είναι ο Άνθρωπος» και θεματικούς άξονες τη χρήση του ντοκουμέντου, τη χορική λειτουργία, την αφήγηση και την αναπαράσταση που μπορεί να προκύψει. Μέσα από το εργαστήριο, γεννήθηκε πολύ φυσικά η ανάγκη μας να προχωρήσουμε στη δημιουργία της παράστασης. Για την ακρίβεια βέβαια, δε μιλάμε για θεατρική παράσταση, αλλά για την κατάθεση της σημαντικότερης ίσως μαρτυρίας της πρόσφατης ιστορίας. Στην παράσταση δεν υπάρχουν ρόλοι, αλλά αφηγητές που λειτουργούν ως ένας χορός μαρτύρων.
Στην παράσταση επιλέγετε να επικοινωνήσετε τόσο σημαντικά συνάμα φρικιαστικά στιγμιότυπα με ήπια ροή λόγου χωρίς φωνές και νευρώδη ξεσπάσματα. Μιλήστε μας λίγο για την προσέγγιση αυτή.
Ζητούμενο σε όλη αυτή τη διαδικασία ήταν και παραμένει η απογυμνωμένη από θεατρινισμούς προσέγγιση. Στο επίκεντρο βρίσκεται αυτό που συνέβη. Και ο τρόπος μεταφοράς του επί σκηνής διαμορφώνεται από την επίγνωση ότι αυτό που συνέβη, μπορεί να ξανασυμβεί. Σε αυτή την προσέγγιση έχει παίξει καθοριστικό ρόλο η σκηνοθέτης μας, οδηγώντας την παράσταση μακριά από διδακτισμούς και συναισθηματισμούς. Το κείμενο του Λέβι είναι τόσο δυνατό και οι εικόνες που μεταφέρει η γραφή του τόσο μεστές, που αυτό που χρειάζεται από εμάς είναι απλώς να τις μεταφέρουμε με τη σειρά μας μ’ έναν απλό και ήπιο τρόπο. Όπως ακριβώς έκανε κι εκείνος. Στη διάρκεια των προβών πολλές φορές σκεφτόμουν πως όταν δεν έχεις ζήσει κάτι τέτοιο, είναι οριακά ασεβές να το οικειοποιηθείς. Οπότε, το μόνο που μένει είναι η προσπάθεια να καταλάβεις με ακρίβεια τι συνέβη και να το συνειδητοποιήσεις. Αυτό είναι που προσπαθούμε κάθε φορά να μεταφέρουμε στους θεατές: ό,τι το Άουσβιτς έχει συμβεί.
Τι θα θέλατε να μείνει περισσότερο στο μυαλό των θεατών αποχωρώντας από την παράσταση.
Αυτό που συμβαίνει ως τώρα στο τέλος κάθε παράστασης είναι πως οι θεατές δεν χειροκροτούν. Το χειροκρότημα έρχεται μετά από αρκετά δευτερόλεπτα. Ούτε κι εμείς που βρισκόμαστε επί σκηνής το έχουμε ανάγκη. Λίγο πριν την πρεμιέρα, θυμάμαι τη Γεωργία να μας λέει: «Δεν είναι παράσταση. Πεθάναν άνθρωποι.» Αυτό νομίζω πως μεταφέρεται και στους θεατές με τον τρόπο που αφηγούμαστε το έργο κάνοντάς μας όλους αφηγητές της ανάγκης για έναν κόσμο περισσότερο ανθρώπινο. Έναν κόσμο όπου δε θα επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη. Αρκεί να μην ξεχάσουμε. Αρκεί να συνεχίσουμε να διηγούμαστε όσα έχουν συμβεί.
Και ναι έτσι όντως ένιωσα και εγώ παρακολουθώντας την παράσταση, μπροστά μου βρισκόταν μία ομάδα αφηγητών που είχαν δέσει μεταξύ τους με δουλειά, διάβασμα και σεβασμό σε αυτό που παραστατικά μας παρουσίαζαν. Μία ωμή πραγματικότητα δοσμένη με φυσικότητα, συγχρονισμό και ευθύτητα που ζωντάνευε εικόνες απόγνωσης, ένας λόγος που σε καθήλωνε, ένα σταμάτημα του χρόνου που σε έβαζε μέσα στον εφιάλτη των ανθρώπων που βασανίστηκαν χωρίς λογική, που εξολοθρεύθηκαν χωρίς οίκτο. Κι ο Πρίμο Λέβι, αισθάνεσαι πως είναι εκεί και συνομιλεί με τον δημοσιογράφο που του πήρε συνέντευξη για τα γεγονότα στο Άουσβιτς αλλά και με σένα καλώντας σε να ακούσεις, να συνειδητοποιήσεις, να αφυπνιστείς. Φεύγοντας να μην θέλεις να ξεχάσεις αλλά να μεταφέρεις όλα όσα άκουσες. Έτσι ώστε ποτέ να μην λησμονηθεί η θηριωδία αυτή. Το Άουσβιτς συνέβη και αν αυτό είναι ο άνθρωπος, η συνειδητοποίηση διαλύει την φαντασίωση της ανθρώπινης υπόστασης και ξεπερνάει κάθε ντροπή. Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να είμαστε σε επιφυλακή. Να διαβάζουμε βιβλία σαν εκείνο που μας διηγήθηκε ο ιδιοφυής Λέβι, να μην αποφεύγουμε να βλέπουμε αξιόλογες παραστάσεις σαν αυτή, να συγκινούμαστε βαθιά, να αφηνόμαστε στον πόνο για να είμαστε σε εγρήγορση να εντοπίσουμε και να πολεμήσουμε την αδικία, την παράνοια του φασισμού και της φυλετικής διάκρισης. Να θυμόμαστε, όσα χρόνια κι αν περάσουν, πως η ανθρωπότητα είναι ικανή για εγκλήματα πίσω από πόρτες στρατοπέδων ή αποκαλούμενων ασύλων, μονάδων φροντίδας, να επιλέξουμε να ξέρουμε, να επιλέξουμε να είμαστε άνθρωποι με ευαισθησίες και ιδανικά.
Απόσπασμα βιβλίου
Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος
Εσείς που ήσυχοι ζείτε στο ζεστό σας σπίτι
Και το βράδυ γυρνώντας θα βρείτε
Φαγητό και πρόσωπα φίλων
Σκεφτείτε αν αυτό είναι ο άντρας
Αυτός
Που δουλεύει στη λάσπη
Που δεν ησυχάζει ποτέ
Που παλεύει για λίγο ψωμί
Που πεθαίνει για ένα ναι ή ένα όχι
Σκεφτείτε αν αυτό είναι η γυναίκα
Αυτή που έχασε το όνομά της τα μαλλιά της
Τη δύναμη να θυμάται
Κρύο το στήθος άδεια τα μάτια
Σαν βάτραχος το χειμώνα
Σκεφτείτε ό,τι έχει συμβεί
Τις λέξεις αυτές σας ορίζω
Γράψτε τις στην καρδιά σας
Στο σπίτι, στο δρόμο
Πριν κοιμηθείτε όταν ξυπνάτε
Επαναλάβατέ τις στα παιδιά σας
Ή το σπίτι σας να ερημώσει
Η αρρώστια να σας καταβάλλει
Οι γιοί σας να σας απαρνηθούν
Απόσπασμα από το βιβλίο, ερωτήσεις δημοσιογράφου στον Πρίμο Λέβι.
Πρίμο Λέβι: «Πολλοί λαοί ή άτομα συμβαίνει να θεωρούν περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά ότι “κάθε ξένος είναι εχθρός” (...) Όταν αυτή η ανομολόγητη αλυσίδα αποτελέσει τη μείζονα πρόταση ενός συλλογισμού, τότε στο τέλος της αλυσίδας βρίσκονται τα στρατόπεδα. Αυτό είναι το αποτέλεσμα μιας σύλληψης του κόσμου οδηγημένης στην έσχατη συνέπειά της: όσο υπάρχει αυτή η αντίληψη τα αποτελέσματά της θα μας απειλούν. Η ιστορία των στρατοπέδων εξόντωσης θα έπρεπε να ερμηνευτεί από όλους σαν ένα δυσοίωνο σημάδι κινδύνου».
Στα βιβλία σας δεν χρησιμοποιείτε εκφράσεις μίσους για τους Γερμανούς, ούτε εκφράζετε επιθυμία για εκδίκηση. Τους έχετε συγχωρήσει;
Θεωρώ το μίσος κάτι κτηνώδες και ακατέργαστο και για αυτό προτιμώ oι ενέργειες και oι σκέψεις μου να αποτελούν προϊόν όσο το δυνατόν περισσότερο της λογικής. Πολύ λιγότερο αποδέχομαι το μίσος που απευθύνεται συλλογικά σε μια εθνική ομάδα, για παράδειγμα σε όλους τους Γερμανούς. Εάν το δεχόμουν αυτό θα ήταν σαν να ακολουθούσα τις αρχές του ναζισμού, που ιδρύθηκε ακριβώς στη βάση του εθνικού και φυλετικού μίσους. Πρέπει να παραδεχτώ ότι αν είχα μπροστά μου έναν από τους διώκτες μας εκείνων των ημερών, συγκεκριμένα, γνώριμα πρόσωπα, θα έμπαινα στον πειρασμό να μισήσω και μάλιστα βίαια. Αλλά ακριβώς επειδή δεν είμαι φασίστας ή ναζιστής, αρνούμαι να υποκύψω σε αυτόν τον πειρασμό.
Πιστεύω στη λογική και τη συζήτηση ως υπέρτατα μέσα προόδου. Έτσι, καθώς περιέγραφα τον τραγικό κόσμο του Άουσβιτς υιοθέτησα σκόπιμα την ήρεμη και νηφάλια γλώσσα του μάρτυρα, όχι τους θρηνητικούς τόνους του θύματος ή τη θυμωμένη φωνή κάποιου που αναζητά εκδίκηση. Θεωρούσα ότι όσο πιο αντικειμενικά κατάφερνα να αποδώσω τη μαρτυρία μου, όσο λιγότερο συναισθηματικά φορτισμένη, τόσο πιο αξιόπιστη και χρήσιμη θα ήταν.
Πώς μπορεί να εξηγηθεί το φανατικό μίσος των Ναζί για τους Εβραίους;
Μπορούμε να πούμε ότι ο αντισημιτισμός είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση μισαλλοδοξίας. Ότι για αιώνες είχε έναν θρησκευτικό χαρακτήρα. Ότι στο Τρίτο Ράιχ επιδεινώθηκε από την εθνικιστική και στρατιωτική προδιάθεση του γερμανικού λαού και από τη «διαφορετικότητα» του εβραϊκού λαού. Ότι διαδόθηκε εύκολα σε όλη τη Γερμανία –και σε ένα μεγάλο μέρος της Ευρώπης– χάρη στην αποτελεσματικότητα της φασιστικής και ναζιστικής προπαγάνδας, η οποία χρειαζόταν έναν αποδιοπομπαίο τράγο για να φορτώσει την ενοχή και τη δυσαρέσκεια. Ότι το φαινόμενο έφτασε σε σημείο παροξυσμού από τον Χίτλερ, έναν μανιακό δικτάτορα.
Αλλά αυτές οι κοινώς αποδεκτές εξηγήσεις δεν με ικανοποιούν. Είναι απλουστευτικές και δεν αναλογούν στα γεγονότα που πρέπει να εξηγηθούν. Διατρέχοντας το χρονικό του ναζισμού, δεν μπορώ να αποφύγω την εντύπωση μιας γενικευμένης ατμόσφαιρας ανεξέλεγκτης τρέλας. Έτσι προτιμώ την «ταπεινότητα» με την οποία ορισμένοι από τους σοβαρότερους ιστορικούς ομολογούν ότι δεν κατανοούν τον εξοργιστικό αντισημιτισμό του Χίτλερ και της Γερμανίας.
Ίσως δεν μπορεί κανείς -κι ακόμη περισσότερο, δεν οφείλει- να καταλάβει τι συνέβη, γιατί το να κατανοείς σημαίνει να δικαιολογείς. Αφήστε με να το εξηγήσω. Η κατανόηση μιας πρότασης ή μιας μορφής ανθρώπινης συμπεριφοράς σημαίνει ότι την περιέχει, ότι περιέχει τον δημιουργό της, προϋποθέτει ότι κάποιος βάζει τον εαυτό του στη θέση του, ταυτίζεται μαζί του. Κανένας φυσιολογικός άνθρωπος δεν θα μπορέσει ποτέ να ταυτιστεί με τον Χίτλερ, τον Χίμλερ, τον Γκέμπελς, τον Άιχμαν και αμέτρητους άλλους. Αυτό μπορεί να μας τρομάζει, ταυτόχρονα όμως παρέχει και μια αίσθηση ανακούφισης, γιατί ίσως είναι επιθυμητό τα λόγια τους και οι πράξεις τους να μην είναι κατανοητά σε εμάς. Πρόκειται για μη ανθρώπινα λόγια και πράξεις, πραγματικά αντι-ανθρώπινα, χωρίς ιστορικό προηγούμενο, δύσκολα συγκρίσιμα ακόμη και με τα πιο σκληρά γεγονότα του βιολογικού αγώνα για την επιβίωση.
Ο πόλεμος μπορεί να εξηγηθεί, αλλά το Άουσβιτς δεν έχει καμία σχέση με τον πόλεμο. Δεν ήταν ένα επεισόδιο σε αυτόν, ούτε μια ακραία μορφή του. Ο πόλεμος είναι πάντα ένα φοβερό γεγονός, που πρέπει να αποδοκιμαστεί. Αλλά είναι μέσα μας, έχει έναν ορθολογισμό, τον κατανοούμε. Δεν υπάρχει τίποτα το ορθολογικό στο ναζιστικό μίσος. Είναι ένα μίσος που δεν υπάρχει μέσα μας, είναι έξω από τον άνθρωπο, είναι ένα δηλτηριώδες φρούτο που ξεπήδησε από το θανάσιμο κορμό του φασισμού, αν και έξω από και πέρα από τον ίδιο τον φασισμό. Αν ωστόσο η κατανόηση είναι αδύνατη, η γνώση είναι επιτακτική, γιατί αυτό που συνέβη θα μπορούσε να συμβεί ξανά. Η συνείδηση μπορεί να παρασυρθεί και να συγκαλυφθεί ξανά: ακόμη και η συνείδησή μας.
Για το λόγο αυτό, είναι καθήκον όλων να διαλογίζονται πάνω στο τι συνέβη. Όλοι πρέπει να γνωρίζουν ή να θυμούνται ότι ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι, όταν μιλούσαν δημόσια, ήταν πιστευτοί, πως τους χειροκρότησαν, τους θαύμαζαν, λατρεύονταν σαν θεοί. Ήταν «χαρισματικοί ηγέτες». Είχαν μια μυστική δύναμη αποπλάνησης που δεν απόρρεε από την αξιοπιστία τους ή την αξιοπιστία όσων έλεγαν, αλλά από τον υποβλητικό τρόπο με τον οποίο μιλούσαν. Και πρέπει να θυμόμαστε ότι οι πιστοί τους οπαδοί, μεταξύ των οποίων οι επιμελείς εκτελεστές των απάνθρωπων εντολών τους, δεν γεννήθηκαν βασανιστές, δεν ήταν (με λίγες εξαιρέσεις) τέρατα: ήταν συνηθισμένοι άνδρες. Τέρατα υπάρχουν, αλλά είναι πολύ μικρός ο αριθμός τους για να είναι πραγματικά επικίνδυνοι. Πιο επικίνδυνοι είναι οι συνηθισμένοι άνθρωποι, όσοι είναι έτοιμοι να πιστέψουν και να ενεργούν χωρίς να θέτουν ερωτήσεις.
Επειδή είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις τους αληθινούς προφήτες από τα ψεύτικους, καλό είναι να αντιμετωπίζεις όλους τους προφήτες με καχυποψία. Ωστόσο, είναι σαφές ότι αυτή η φόρμουλα είναι πολύ απλή για να λειτουργήσει σε κάθε περίπτωση. Ένας νέος φασισμός, στα χνάρια της μισαλλοδοξίας, της κακομεταχείρισης και της υποτέλειας, μπορεί να γεννηθεί έξω από τη χώρα μας και να εισαχθεί μέσα σε αυτή ανεπαίσθητα και με διαφορετικά ονόματα. Ή να αναδυθεί από μέσα με τέτοια βία που να υπερβαίνει όλες τις άμυνες. Σε αυτή την περίπτωση τα επιχειρήματα δεν βοηθούν πλέον, πρέπει να βρεθεί η δύναμη για αντίσταση. Αλλά και πάλι, τότε, η μνήμη για το τι συνέβη στην καρδιά της Ευρώπης, όχι πολύ καιρό πολύ πριν, μπορεί να χρησιμεύσει υποστηρικτικά και ως προειδοποίηση.
’Για μας η συζήτηση με τους νέους γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη. Το αντιλαμβανόμαστε σαν ένα καθήκον και ταυτόχρονα σαν κίνδυνο: τον κίνδυνο να φανούμε αναχρονιστικοί, να μην ακουστούμε. Πρέπει να μας ακούσουν, πέρα από τις προσωπικές μας εμπειρίες, υπήρξαμε συλλογικά μάρτυρες ενός θεμελιώδους και απροσδόκητου γεγονότος, θεμελιώδους ακριβώς λόγω του απροσδόκητου χαρακτήρα του, που κανείς δεν προέβλεψε. Συνέβη ενάντια σε κάθε πρόβλεψη, συνέβη στην Ευρώπη, συνέβη το απίστευτο, ένας ολόκληρος πολιτισμένος λαός, που μόλις είχε εξέλθει από την ζωηρή ανθοφορία της Βαιμάρης, να ακολουθήσει έναν τσαρλατάνο, του οποίου η φιγούρα προκαλεί σήμερα το γέλιο. Και όμως υπάκουσαν και ύμνησαν τον Αδόλφο Χίτλερ έως την καταστροφή.
ΣΥΝΕΒΗ, ΕΠΟΜΕΝΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΞΑΝΑΣΥΜΒΕΙ: ΕΙΝΑΙ Η ΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΟΣΩΝ ΕΧΟΥΜΕ ΝΑ ΠΟΥΜΕ. “
Πρίμο Λέβι.
Η παράσταση απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες
Συντελεστές: Κείμενο: Primo Levi, Θεατρική διασκευή : Domenico Scarpa, Valter Malosti, Δραματουργική επεξεργασία : Ο θίασος, Σκηνοθετική επιμέλεια : Γεωργία Μαυραγάνη, Σκηνικά – Κοστούμια : Λίλη Κιριλή, Σχεδιασμός Φωτισμών : Τάσος Παλαιορούτας, Φωτογραφίες : Κώστας Γκιόκας, Trailer : Θωμάς Παλυβός, Βοηθός Σκηνοθέτη : Αμαλία Κόμινου, Ηθοποιοί: Μελαχρινός Βελέντζας, Νικόλας Κατούνης, Γιάννης Κατσιμίχας, Αμαλία Κόμινου, Δήμητρα Μάζη, Γιώργος Τάτσης, Νάνσυ Χρυσικοπούλου
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή & Σάββατο στις 20:00 , Κυριακή στις 20:30/ έως 29 Ιανουαρίου
Θέατρο Tempus Verum Εν Αθήναις, Ιάκχου 19, Γκάζι
Για προπώληση εισιτηρίων κάνετε κράτηση εδώ .