Είδαμε: «Φαίδρα» της Μ. Τσβετάγιεβα σε σκηνοθεσία Δ. Καραντζά | Ένας γοητευτικός συνδυασμός ποιητικού λόγου και θεατρικής πράξης
2021-10-11Η Μαρίνα Ιβάνοβα Τσβετάγιεβα γεννήθηκε στη Μόσχα το 1892 και κατάφερε με το έργο της, παρά το σύντομο της ζωής της (αυτοκτονεί σε ηλικία 49 ετών), να θεωρηθεί μια από τις πιο σημαντικές ποιητικές παρουσίες του 20ου αιώνα. Το κλίμα της προεπαναστατικής Ρωσίας αλλά και εκείνο του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου, σε συνδυασμό με την ιδιαίτερα εύθραυστη προσωπικότητά της, θα διαμορφώσουν τα ποιητικά της δημιουργήματα, τα οποία γεφυρώνουν με χαρακτηριστικό τρόπο την παραδοσιακού τύπου λυρική συγκίνηση με τον μοντερνισμό. Το 1927 παραδίδει τη Φαίδρα, όχι όμως όπως διασώζει ο Ευριπίδης τον μύθο στον Ιππόλυτο, αλλά αναζητώντας σε αυτόν βαθύτερες ψυχολογικές εκδοχές. Οι ομώνυμοι ήρωες που πλάθει η Τσβετάγιεβα απέχουν από κείνους του Ευριπίδη: Ο Ιππόλυτος, αφοσιωμένος στο κυνήγι, είναι αποκομμένος από τα ένστικτα του, παρά τις συνεχείς προσπάθειες του νεαρού συντρόφου του να τον ενεργοποιήσει. Ομοίως και η Φαίδρα, κρατώντας μια διαφορετικού τύπου απόσταση από τον έρωτα, της είναι αδύνατο να δηλώσει τον πόθο της για τον Ιππόλυτο, γεγονός που συμβαίνει μετά τη δραστική παρέμβαση της τροφού της.
Στην ουσία πρόκειται για μια κατάθεση όπου η Τσβετάγιεβα πραγματεύεται τη φύση και τις μορφές του έρωτα, τη σχέση ανάμεσα στα φύλα, τη μητρότητα και την εξουσία. Η ιστορία τοποθετείται στην Τροιζήνα, σε έναν νεκρό τόπο έξω από το παλάτι του Θησέα. Εκεί παρακολουθούμε την ταυτόχρονη δράση δυο δραματουργικών διπόλων βασισμένα στη διαλεκτική του έρωτα ανάμεσα σε άντρα και γυναίκα. Το ένα είναι ανδρικό: Ιππόλυτος-Θησέας και το δεύτερο -εξίσου σημαντικό- γυναικείο: Φαίδρα-Τροφός. Η σύνδεση των μελών των διπόλων είναι ισχυρή, υποδεικνύοντας ακόμα και την ομοερωτική επιθυμία, ατελέσφορη ή μη. Αμφότερα έλκονται από την ηδονή της ένωσης και ταυτόχρονα απωθούνται και απομακρύνονται από αυτήν, ενώ επιδίδονται σε έναν ακραίο αγώνα εξασφάλισης ερωτικού συντρόφου, υποδηλώνοντας την ανάγκη για ένωση που φτάνει μέχρι τον θάνατο, τοποθετώντας ως κινητήριο μοχλό τα ένστικτα που απέχουν από ηθικούς δεσμούς και αυτά είναι στη συνέχεια που οδηγούν σε παρεκκλίσεις και εν τέλει στο χάος, για να ακολουθήσει ως επιστέγασμα η νέμεσις.
Το κείμενο, όπως η ίδια η ποιήτρια το προσδιόρισε, είναι γραμμένο για να διαβάζεται και όχι για να διαδραματίζεται επί σκηνής, παρά ταύτα έχει καθιερωθεί στο παγκόσμιο δραματολόγιο ως αριστούργημα που ενώνει τον ποιητικό λόγο με τη θεατρική πράξη, ως ένα από τα πιο ιδιαίτερα και πλέον δύσκολα λόγω του ασυνήθιστου χειρισμού του μύθου, της ιδιοσυγκρασιακής ποιητικής γλώσσας, των σημείων στίξης κ.ά.). Αλλά και στο περιβάλλον της Ιστορίας της Λογοτεχνίας θεωρείται σταθμός για τη γλωσσική-ποιητική του γραφή, κυρίως όμως γιατί καταφέρνει να συγκεράσει τα μύχια και τα ανομολόγητα με μια ανώτερης μορφής ποιητική δημιουργία. Αναλυτικότερα ως προς την πρόσληψη του μύθου η Τσβετάγια εμφανίζει τη Φαίδρα να ερωτεύεται τον γιο του Θησέα και πρόγονό της Ιππόλυτο, φημισμένο για την ομορφιά του, πιστό στη θεά του κυνηγιού Άρτεμη. Αντικρύζοντάς τον για πρώτη φορά στο δάσος της Τροιζήνας κυριεύεται από πόθο και χάνει τη λογική της. Μετά την παρότρυνση της πιστής της τροφού θα του εξομολογηθεί τα αισθήματά της, αυτός θα την απορρίψει και εκείνη συντετριμμένη θα οδηγηθεί στην αυτοκτονία.
Όπως συμβαίνει με τη λογοτεχνία και εν προκειμένω με τον ποιητικό λόγο, να τα θε(ω)ρούμε με την εντύπωση του όλου και λιγότερο με τα επιμέρους, με τον ίδιο τρόπο κρίνουμε σκόπιμο να αντικρύσουμε και τη συγκεκριμένη παράσταση, ως ολότητα δηλαδή, αφού στην ουσία αποτελεί την εικόνα ενός - εις βάθους μάλιστα ψυχολογικού - ποιήματος. Κατά πρώτον η οπτικοποίηση του παραπέμπει από την έναρξη κιόλας -και συνεχίζει έτσι- σε έργο τέχνης, έναν πίνακα ζωγραφικής, που οι μαυροφορεμένες φιγούρες του παίρνουν σάρκα και οστά, διαδραματίζουν την ιστορία τους και την ολοκληρώνουν εντός του καμβά τους, προσθέτοντας από την αρχική σύσταση μερικές ακόμα πινελιές (κλαδιά), περισσότερες στο φινάλε. Κατά συνέπεια η παράσταση έχει κερδίσει το σκηνικό της στοίχημά από τα πρώτα λεπτά. Δεχόμενοι εν συνεχεία ότι ο ποιητικός λόγος είναι κατεξοχήν συμβολικός, παρουσιάζοντας αλλά και δημιουργώντας (συν)αισθήματα, τότε και σε αυτόν τον -βασικό- τομέα με την απεικόνισή του έχουμε ένα επιτυχές αποτέλεσμα, καθώς άλλοτε έκδηλα και άλλοτε υπολανθάνοντας διαφαίνονται η ηδονή και ενίοτε η απελπισία που προκαλεί ο πόθος και δη ο ανεκπλήρωτος, η αγωνία της εξασφάλισης του -σαρκικού έστω- έρωτα, αλλά και εκείνη στον θεατή -τον έλεο και τον φόβο σύμφωνα με τον αριστοτελικό ορισμό- για την έκβαση της ιστορίας και την τύχη των ηρώων. Ασφαλώς για αυτά, πέρα από την πρώτη τάξεως μετάφραση του Χρήστου Χρυσόπουλου, τον κύριο λόγο φέρει η σκηνοθετική σύλληψη (Δημήτρης Καραντζάς), που προεκτείνει τον ποιητικό λόγο με μια εξίσου «ποιητική» οπτική, επιτυγχάνοντας έτσι στην πράξη μια ανάγνωση που δεν ξεφεύγει από το ενδοσκοπικό πνεύμα της ποιήτριας, τον εμπλουτίζει αντίθετα με δημιουργική έμπνευση, φέροντας ως αποτέλεσμα έναν γοητευτικό συνδυασμό που δεν μοιάζει παράταιρος αλλά αλληλοσυμπληρώνεται. Σημαντική αρωγή στην έκφραση αυτής της ποιητικής αλληγορίας προσφέρουν οι πέντε ερμηνευτές. Προσεγγίζοντάς τους και εκείνους ως «όλον» λειτουργούν υποδειγματικά ως χωριστές οντότητες και ως ομάδα, με πίστη στο σκηνοθετικό όραμα, στα πιο επιμέρους ξεχωρίσαμε με ευχάριστη έκπληξη τη σκηνική αρτιότητα του νεαρού Νίκου Μάνεση (σύντροφος Ιππόλυτου), την εκφραστικότητα και ιδιαιτέρως την κίνηση των Μιχάλη Σαράντη και Στεφανίας Γουλιώτη (Ιππόλυτος και Φαίδρα αντίστοιχα), την άρθρωση και τη σκηνική πυγμή της Αλεξίας Καλτσίκη, ενώ θα επιθυμούσαμε με περισσότερο νεύρο και αποφασιστικότητα τον Κωνσταντίνο Αβαρικιώτη (Θησέας), όπως αναμένεται στο εκτόπισμα ενός ρόλου βασιλιά.
Η σκηνική υπογραφή της Μαρίας Πανουργιά δημιουργεί ένα εντυπωσιακό μεγάλου μεγέθους κάδρο, μέσα στο οποίο εξελίσσεται η σκηνική δράση: οι ηθοποιοί είναι ορατοί μέσα από ένα οριζόντιο παράθυρο. Εδώ διατυπώνουμε μια ένσταση καθώς με αυτήν τη διαμόρφωση οι θεατές των τελευταίων σειρών δεν βλέπουν αρκετές φορές τα πρόσωπα των ερμηνευτών, χάνοντας έτσι εκφράσεις και χειρονομίες, βασικά συστατικά ενός θεατρικού δρωμένου, ιδιαίτερα δε όταν αυτό σχετίζεται με τη διατύπωση ποιητικού -κατ επέκταση συναισθηματικού- λόγου. Τα λιτά μαύρα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη εξυπηρετούν τη σκηνική σύλληψη, χωρίς να εμποδίζουν την αποτύπωση της κίνησης, την αναδεικνύουν μάλιστα αντιθετικά με το λευκό φόντο του σκηνικού. Αξιοσημείωτη και η διδασκαλία της κίνησης από τον Τάσο Καραχάλιο.
Σύνολο: Δουλειά που εκπέμπει καλαισθησία και σφραγίδα αισθητικής, σύννομη με τη βάση της που είναι ένα αισθαντικό ποιητικό αριστούργημα, αποτελεί και η ίδια πρωτίστως μια εικαστική οπτασία. Ενδεχομένως η απήχησή της είναι μεγαλύτερη σε πιο «διαβασμένους» θεατές, αλλά σίγουρα ως συνολικό αποτέλεσμα σε περισσότερους θα αφήσει -και δικαίως- θετικές εντυπώσεις.
* μια εκτός παράστασης παρατήρησή μας αφορά στην ακριβή κοστολόγηση (10 ευρώ) του μικροσκοπικού προγράμματος
Πληροφορίες για την παράσταση:
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Μετάφραση: Χρήστος Χρυσόπουλος
Σύμβουλος μετάφρασης: Έλενα Ριζίκοβα
Διασκευή: Θεοδώρα Καπράλου
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς
Βοηθοί σκηνοθέτη: Γκέλυ Καλαμπάκα, Παναγιώτης Γκιζώτης
Σκηνικό: Μαρία Πανουργιά
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Μουσική: Γιώργος Πούλιος
Κίνηση: Τάσος Καραχάλιος
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Εικαστικές συνθέσεις - Artwork - Αφίσα: Γκέλυ Καλαμπάκα
Φωτογραφίες: Ανδρέας Σιμόπουλος, Γκέλυ Καλμπάκα
Teaser- Trailer: Γρηγόρης Πανόπουλος
Γραφιστική Επιμέλεια: Ιάσων Οικονόμου
Παραγωγή: ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ
Επικοινωνία & Δημόσιες Σχέσεις: Όλγα Παυλάτου
Παίζουν: Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Στεφανία Γουλιώτη, Αλεξία Καλτσίκη, Νίκος Μάνεσης, Μιχάλης Σαράντης
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ
Τετάρτη στις 20:00
Πέμπτη & Παρασκευή στις 21:00
Σάββατο στις 17:00 και στις 21:00
Κυριακή στις 19:00
ΤΙΜΕΣ: 20€ και 15€ ΦΟΙΤΗΤΕΣ, ΑΝΕΡΓΟΙ, ΑΜΕΑ
*Κατάλληλo άνω των 15 ετών
ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ: https://www.viva.gr/tickets/theatre/proskinio/faidra/