Είδαμε: «Ιφιγένεια / Βορά – Εγώ, μια δούλα» στο Μικρό Θέατρο Επιδαύρου
2024-07-14Στον φετινό κύκλο Contemporary Ancients του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, δύο Έλληνες συγγραφείς, η Βίβιαν Στεργίου και ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης εμπνεύστηκαν από τον Ευριπίδη και προσέγγισαν με τo προσωπικό συγγραφικό τους ύφος δύο από τα γνωστότερα έργα του. Τους μονολόγους «Ιφιγένεια / Βορά» και «Εγώ, μια δούλα», που προέκυψαν μέσω αυτής της δημιουργικής διαδικασίας, ανέλαβαν να σκηνοθετήσουν η Αικατερίνη Παπαγεωργίου και ο Νίκος Χατζόπουλος αντίστοιχα. Το κοινό είχε τη δυνατότητα να παρακολουθήσει τις δύο διαφορετικές παραστάσεις σε μια ενιαία παρουσίαση στο Μικρό Θέατρο Επιδαύρου στις 5 και 6 Ιουλίου. Ανάμεσα στους θεατές ήμασταν κι εμείς και σας μεταφέρουμε τις εντυπώσεις μας.
«Ιφιγένεια / Βορά»
Η Ιφιγένεια (χαϊδευτικά Ίφι) φτάνει στην Επίδαυρο και περιηγείται στα αρχαία. Για να μην αισθάνεται μόνη προσποιείται ότι μιλάει στο κινητό με τη μαμά της, την Κλυταιμνήστρα (Κλυτ όπως την αποκαλεί), καθώς όμως σουρουπώνει, ο τόπος ερημώνει και τη φοβίζει. Ενώ περιφέρεται στο χώρο, αντιλαμβάνεται την ύπαρξή μας - των θεατών - και νιώθει την ανάγκη να συστηθεί, να προλάβει να μας πει την ιστορία της με τις δικές της λέξεις.
Η Βίβιαν Στεργίου χρησιμοποιεί ως κορμό την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη και δημιουργεί ένα έργο σύγχρονο, με χιούμορ και ταυτόχρονα αιχμηρό. Στην «Ιφιγένεια / Βορά» η ηρωίδα δεν αποδέχεται σιωπηλά τη μοίρα της, αλλά της δίνεται η ευκαιρία να εκφραστεί. Τα λόγια και οι σκέψεις της βρίσκονται στο επίκεντρο και όχι τόσο η θυσία της, ενώ οι χρησμοί, που εκτοξεύονται σαν σφαίρες, την πληγώνουν, μιλώντας για την εδραιωμένη στους αιώνες πατριαρχία, τη βία, τις κακοποιητικές συμπεριφορές, τις γυναικτονίες.
Η Αικατερίνη Παπαγεωργίου τοποθετεί την Ιφιγένεια σε ένα, εκ πρώτης όψεως, προστατευμένο περιβάλλον, έναν βωμό σαν παιχνίδι παιδότοπου, που φαίνεται παράλληλα να εγκλωβίζει την ηρωίδα, εφόσον τη βλέπουμε να κινείται στα επίπεδά του, αλλά να μην ξεφεύγει εκτός των ορίων του. Μέσα σε αυτόν τον περιορισμό, η Ελίζα Σκολίδη δίνει, με εξαίρετο τρόπο, πνοή σε ένα κορίτσι που ασφυκτιά κι αποφασίζει πριν χαθεί, να αντισταθεί σε κάθε μορφή εξουσίας, να αποβάλλει από πάνω της κάθε χρησμό που τη βαραίνει, να ξεσπάσει. Η Ιφιγένειά της, με απόλυτη ειλικρίνεια, πείσμα, αυθορμητισμό και θάρρος - στοιχεία παιδικότητας - αφήνει σαν παρακαταθήκη έναν καταιγιστικό μονόλογο, γίνεται η φωνή κάθε γυναίκας.
Την πρωτότυπη και με αύρα φρεσκάδας σκηνοθετική οπτική υποστηρίζουν κατάλληλα το φουσκωτό σκηνικό της Μυρτώς Σταμπούλου και οι 3D projection mapping σχεδιασμοί από Envitec, με κινούμενες εικόνες κυρίως θηλυκών χαρακτήρων, όπως η Betty Boop και η Barbie, που επηρέασαν ανά τις εποχές τα γυναικεία πρότυπα.Το απλό, καθημερινό, απόλυτα συγχρονισμένο με την εποχή, ντύσιμο της Ιφιγένειας κρύβει, επίσης, μια ιδιαιτερότητα και αποτελεί μια αξιοπρόσεκτη λεπτομέρεια που περικλείει μέρος του νοήματος του έργου. Το λευκό πουκάμισο που φοράει διαλύεται με το νερό αφήνοντάς τη, λίγο πριν το τέλος, εκτεθειμένη, ένα σώμα έτοιμο για βορά.
Η «Ιφιγένεια / Βορά» είναι μια δυναμική παράσταση με ένα ηχηρό μήνυμα, όπου η σκληρότητα των λέξεων τσακίζει την ψυχή, χωρίς να τσαλακώνει όμως την καθαρότητά της.
«Εγώ, μια δούλα»
Μια γυναίκα που γνωρίζει καλά την Εκάβη, η δούλα του στίχου 890, όπως αυτοαποκαλείται, ταξιδεύει στο χρόνο και φτάνει στο σήμερα. Σκοπό της να μας διηγηθεί από πρώτο χέρι τα γεγονότα, όπως τα έζησε στο πλευρό της βασίλισσας, μετά την πτώση Τροίας.
Στο έργο «Εγώ, μια δούλα» ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης παίρνει έναν στίχο από την «Εκάβη» του Ευριπίδη και γράφει την ιστορία της ομώνυμης ηρωίδας πιο λαϊκά, με συνέπεια στα γεγονότα που γνωρίζουμε, αλλά και κουτσομπολίστικη διάθεση, καθώς η έμπιστη δούλα της Εκάβης, μας περιγράφει λεπτομερώς όσα συνέβησαν στο στρατόπεδο των Αχαιών μετά το τέλος του πολέμου, μαζί και πληροφορίες ποτέ δεν αναφέρθηκαν στην τραγωδία του Ευρυπίδη - το backstory όπως θα λέγαμε.
Αν και το κεντρικό πρόσωπο είναι η Εκάβη, ο συγγραφέας φτιάχνει για την αφηγήτρια της ιστορίας του ένα προφίλ με ενδιαφέρουσες προοπτικές. Μέσα από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις της δούλας - δηλώνει άθεη - αμφισβητείται η ύπαρξη του θεού, ενώ μέσα από τα λεγόμενά της για τον άδικο φόνο των γιων του Πολυμήστορα γίνεται μνεία στα αθώα θύματα πολέμου. Ωστόσο και οι δύο θεματικές δεν αναπτύσσονται σε βάθος.
Σύμφωνα με τον τρόπο γραφής του κειμένου, η γυναίκα φαίνεται να συνδιαλέγεται με κάποιον και όχι ακριβώς να μονολογεί, σαν να αποτελεί μέρος ενός ντοκιμαντέρ, όπου το αφηγούμενο πρόσωπο διηγείται κάποιο συμβάν με βάση τις ερωτήσεις που του απευθύνει κάποιος και που ο θεατής δεν τις ακούει. Αυτή η συνθήκη παρουσιάζεται σκηνοθετικά από τον Νίκο Χατζόπουλο με έναν ιδιαίτερο τρόπο, ως ένας «διάλογος» μεταξύ λόγου και ήχου, ανθρώπου και θεού, όπου ο άνθρωπος εκπροσωπεί το λόγο, ενώ ο θεός δηλώνει την υπόστασή του με ηχητικά σημάδια.
Στη σκηνική παρουσία της Φιλαρέτης Κομνηνού κυριαρχεί η αυτοπεποίθηση. Η πολύπειρη ηθοποιός διαχειρίζεται με άνεση το κείμενο, μετριάζοντας με την ερμηνεία της τις όποιες αδυναμίες του, αποδίδει με ενθουσιασμό την κωμικότητά του και μεταδίδει με την παραστατικότητά της στο κοινό την ιστορία της Εκάβης. Σε ομαλούς ρυθμούς κινείται και η σύμπραξή της με τον Γιαν Βαν Αγγελόπουλο και τους ηχητικούς συνδυασμούς του.
Στα θετικά του συγκεκριμένου θεατρικού εγχειρήματος προσθέτονται, επιπλέον, οι ενδυματολογικές επιλογές της Ιωάννας Τσάμη. Τα ρούχα της Φιλαρέτης Κομνηνού συνδυάζουν στοιχεία της προσωπικότητας δύο προσώπων, της δούλας - ο τρόπος που είναι φορεμένο, πιο ακατάστατος - αλλά και της Εκάβης - τα χρώματα και οι υφές αποτυπώνουν την βασιλική αίγλη - ενώ ο Γιαν Βαν Αγγελόπουλος παρουσιάζεται με ένα λευκό κοστούμι, παραπέμποντας στον θεό.
Στο σύνολό της, η παράσταση «Εγώ, μια δούλα» αποτελεί μια ανάλαφρη διήγηση της ιστορίας της Εκάβης από μια άξια πρωταγωνίστρια.
Με σειρά προβολής στο κείμενο:
Φωτογραφίες 1 και 3: AlexKat
Φωτογραφία 2: Ελίνα Γιουνανλή
Φωτογραφίες 4 και 5: Ελπίδα Μουμουλίδου
Για cover χρησιμοποιήθηκαν φωτογραφίες των:
E. Γιουνανλή (αριστερά) και E. Μουμουλίδου (δεξιά)