Είδαμε: "Ο γιος" σε σκηνοθεσία Β. Θεοδωρόπουλου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου | Μια γερή γροθιά στο στομάχι
2020-01-23Ο Γιος (2018) είναι το τρίτο μέρος μιας τριλογίας του Γάλλου Φλοριάν Ζελλέρ με θέμα την οικογένεια (έχουν προηγηθεί Η μητέρα το 2010 και Ο πατέρας το 2012). Στα προηγούμενα δύο μια ασθένεια εμφανίζεται σε κάποιο μέλος της οικογένειας, ταράζοντας τη νηνεμία και τις ισορροπίες, αναγκάζοντας τους υπόλοιπους να αναλάβουν τις ευθύνες τους στα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται. Στην περίστασή μας η ασθένεια αφορά την ψυχική υγεία, οι προσπάθειες διάσωσης αφορούν τα μύχια, δύσκολη υπόθεση λοιπόν ο εντοπισμός και η διαχείρισή τους. Σημειώνουμε ότι ο Ζελλέρ αναδύει το θέμα, χωρίς να κρίνει ή να κατακρίνει με διδακτισμούς, επί της ουσίας δεν παίρνει θέση, ωθεί το κοινό σε προβληματισμό. Φωτίζοντας τους χαρακτήρες και τα συναισθήματα δημιουργεί ένα σκληρό κείμενο, που προϋποθέτει αντοχές, διαπνέεται όμως ταυτόχρονα και από τρυφερότητα.
Υπόθεση
O έφηβος Νικολά δυσκολεύεται να δεχτεί τον χωρισμό των γονιών του. Δεν έχει καθόλου ενδιαφέροντα, λέει μικρά και μεγάλα ψέματα, έχει παρατήσει ακόμα και το σχολείο, η ζωή του μοιάζει να μην έχει κανένα νόημα και να μην τον νοιάζει. Η μητέρα του δεν μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση και με τον πατέρα του αποφασίζουν να του αλλάξουν περιβάλλον και να πάει να ζήσει κοντά σε εκείνον, μαζί με τη νέα του γυναίκα και τον νεογέννητο αδερφό του. Παρά τις πατρικές προσπάθειες τίποτα δε βελτιώνεται, οι εντάσεις μεγαλώνουν, τα πνεύματα συνεχώς οξύνονται, η κατάσταση μοιάζει με αδιέξοδο, οι γονείς σηκώνουν τα χέρια ψηλά, αδυνατώντας να διακρίνουν τη πηγή του κακού, τη βαριά κατάθλιψη του γιου.
Παράσταση
Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, εξοικειωμένος με την απεικόνιση ψυχικών διαταραχών (θυμίζουμε το άκρως επιτυχημένο περσινό Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα) στέκεται με ευαισθησία, παρρησία και ειλικρίνεια απέναντι στη ψυχική νόσο, έτσι τουλάχιστον όπως αυτή αναδύεται στο απλό νοηματικά κείμενο του Ζελλέρ, παρουσιάζοντας παρομοίως με απλό τρόπο (και τη συνδρομή της ωραίας, εύληπτης μετάφρασης της Κοραλίας Σωτηριάδου) την προβληματική συνθήκη, χωρίς να υποπέσει στην εξιστόρηση μιας μελό ιστορίας ή σε μια εκβιαστικού τύπου συγκίνηση. Μας εισάγει εξαρχής στην ιστορία, αποδίδοντάς την σε ένα κλίμα -τρομακτικής- οικειότητας, καθώς αναπαριστά τους ήρωες με φυσικότητα, θυμίζουν ανθρώπους της διπλανής πόρτας, πιθανόν να διαθέτουμε και εμείς όμοια με εκείνους στοιχεία. Τα συναισθήματά τους αναδύονται στο έπακρο, με τρόπο λιτό αλλά ουσιαστικό και πλήρη, χωρίς υπερβολές, παρά με συνείδηση. Ασφαλώς για να επιτευχθεί αυτό κύριο ρόλο διαδραματίζουν οι τέσσερις ηθοποιοί που πρωταγωνιστούν, προετοιμάζοντας σταδιακά τη «λύση», που, αν και πιθανόν προβλέψιμη από το κοινό, είναι συνταρακτική. Μεγάλη αποκάλυψη αποτελεί ο νεαρός Δημήτρης Κίτσος (με παρουσία και στην ομάδα των C for Circus), που ερμηνεύει με αξιοθαύμαστη πειστικότητα τον χαμένο στον κόσμο του γιο, "εξωτερικεύοντας" τις διεργασίες που συμβαίνουν μέσα του, χωρίς συναισθηματικές ευκολίες, που θα μπορούσαν εύκολα να τον “θυματοποιήσουν” και κατ' επέκταση να τον καταστήσουν άμεσα συμπαθή. Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος αποδίδει υποδειγματικά, ιδιαίτερα όσο ο ρόλος εξελίσσεται, τον πατέρα, το κατεξοχήν τραγικό πρόσωπο που ακροβατεί στην κόψη του ξυραφιού, ανάμεσα στο παρελθόν και το νέο του παρόν, φαίνεται ότι αμφότερα δεν μπορούν να συμπορευτούν, καθώς βρίσκονται σε σύγκρουση. Νιώθει βαθιά ένοχος, προσπαθεί να γίνει "σωτήρας" με την αγάπη του, ανακαλύπτει όμως ότι η αγάπη δεν είναι αρκετή. Το κέντρο βάρους της δράσης είναι το δίδυμο πατέρα-γιου, αρμονικά δεμένο, η στιγμή μάλιστα που συγκρούονται ερχόμενοι στα χέρια είναι συγκλονιστική. Η Άννα Καλαϊτζίδου λειτουργεί ως ήρεμη δύναμη, προσπαθώντας αρχικά να κατευνάσει τις δύο πλευρές, χωρίς βέβαια να παραμερίζει τις προτεραιότητες που αφορούν τη δική της οικογένεια. Η Δέσποινα Κούρτη υπηρετεί τις δύο πτυχές του ρόλου της, της ματαιωμένης συζύγου, αλλά κυρίως της μάνας που αγωνιά. Ικανοποιητικά συμπληρώνει τους πρωταγωνιστές ο Γιώργος Μακρής στον ρόλο του γιατρού, δρώντας αποστασιοποιημένα, θα ήταν ωστόσο προτιμότερη μια χαμηλότερων τόνων “αυστηρή” προσέγγιση. Λειτουργικά αποδεικνύονται τα σκηνικά της Ευαγγελίας Θεριανού, εξυπηρετώντας το γενικό πνεύμα λιτότητας και ουσίας, ταιριαστά για την περίσταση τα σύγχρονα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα.
Σύνολο: Μια σύγχρονη τραγωδία, δουλειά για γερά στομάχια, που κρατάει το ενδιαφέρον, δίνοντας ταυτόχρονα ερεθίσματα για περαιτέρω σκέψη σε ό,τι αφορά την ανατροφή των παιδιών, όπως πλαισιώνεται από τα “λάθη” και τις προσδοκίες των γονέων, αλλά και ευρύτερα την κρίσιμη ηλικία της εφηβείας, τις ενδοοικογενειακές σχέσεις, την αποδοχή και τον χειρισμό του μη κανονικού.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση: