Είδαμε: «Πλάσματα του Θεού: υπόθεση Παπέν» | Θέατρο με υλικά από ένα έγκλημα
2024-01-14Γαλλία, 1933. Δύο γυναίκες δολοφόνοι, αδελφές και υπηρέτριες, ψυχικά ασθενείς, πιθανόν και ερωμένες. Δύο άλλες γυναίκες, μητέρα και κόρη, θύματα των πρώτων μα και υπεύθυνες ως αφεντικά τους για μια σειρά από εξευτελισμούς και κακοποιήσεις. Μια κοινωνία που λογομαχεί και αντιπαρατίθεται σχετικά με τα κίνητρα του ειδεχθούς εγκλήματος.
Είναι σίγουρο πως τα προαναφερθέντα υλικά είναι απολύτως ικανά για να εμπνεύσουν το καλύτερο ή το χειρότερο θεατρικό δράμα. Σαν δίστομο ξίφος που μπορεί να κόψεις με αυτό μα και να κοπείς από αυτό, υπάρχει ο πανταχού παρών κίνδυνος του διδακτισμού ή της μονόπλευρης προσέγγισης ή ακόμη της επανάπαυσης στην ίδια τη δυναμική της υπόθεσης και την ατομική συνέπεια σε υποκριτικό επίπεδο. Είναι αυτές ακριβώς οι παγίδες που κατορθώνει να αποφύγει η ομάδα του Altera Pars καθ΄ όλη τη διάρκεια της παράστασης με τίτλο «Πλάσματα του Θεού: υπόθεση Παπέν».
Καίρια αποδεικνύεται εδώ η σκηνοθετική ευφυΐα του Πέτρου Νάκου. Στα πολλαπλά στοιχήματα της ανάδειξης των ταξικών, ψυχολογικών και προσωπικών παραμέτρων θα ήταν εύκολο και δικαιολογημένο σε ένανα βαθμό ένας δημιουργός να «χαθεί» όταν προσπαθεί να επιμερίσει κίνητρα και συνθήκες. Εδώ όμως βλέπουμε μια ιδεώδη χρυσή τομή, που την υπηρετούν έμψυχα και άψυχα όντα παράλληλα και διαλεκτικά. Όσα λέγονται στο πάνω δώμα της υπηρεσίας -μικρό και σκοτεινό- εναλάσσονται με τις αφηγήσεις των από κάτω, έρχονται σε αντίστιξη και ζωηρή μάχη.
Είναι αυτό το δραματουργικό έδαφος που επιτρέπει στις πρωταγωνίστριες να ξεδιπλώσουν τους χαρακτήρες τους. Η Αγγελική Κοντού και η Αιλιάνα Μαρκάκη τα καταφέρνουν περίφημα στην απόδοση των φονικών αδελφών. Την εκρηκτική Κριστίν αποδίδει με συνέπεια σε όλο το φάσμα των μεταπτώσεών της η Αγγελική Κοντού, ενώ η Αιλιάνα Μαρκάκη πείθει ως υποχωρητική Λέα. Η χημεία των δύο τους είναι φανερή και τα εκφραστικά τους εργαλεία σε πλήρη συντονισμό αλλά υποβοηθούνται καίρια από το έτερο ντουέτο και ειδικά τη Μίνα Χειμώνα. Η τελευταία, κινούμενη σε λεπτές γραμμές μεταξύ τυραννίας και χιούμορ, αυταρχικής φιγούρας και κωμικλης περσόνας είναι το στέρεο στοιχείο που ορίζει το τέμπο ως χαρακτήρας. Έναν χαρακτήρα που υπηρετεί με κλάση και ταχύτητα τέτοια ώστε να επιτρέψει στην «κόρη» Άντα Κουγιά να πετύχει το κατάλληλο comic relief μιας τόσο σκοτεινής υπόθεσης.
Πρόκειται για ένα κατόρθωμα διόλου ευκαταφρόνητο αν σκεφτεί κανείς πως το θεατρικό έργο βασίζεται στη δραματουργική επεξεργασία της θεατρικής ομάδας και στη μελέτη της πραγματικής ιστορίας κι όχι σε έτοιμο κείμενο. Και είναι φανερό πως η ενότητα σκοπού και η γόνιμη δουλειά των συντελεστών -συμπεριλαμβανομένης της εξαιρετικής δουλειάς της Eλβίρας Μπαρτζώκα σε ότι αφορά τον κινησιολογικό συγχρονισμό- δίνει ένα από τα καλύτερα αποτελέσματα σε επίπεδο θεατρικής πράξης για το επόμενο διάστημα. Μοναδικό ίσως ψεγάδι αποτελεί η σκηνοθετική διαχείριση του εγχειρήματος, ιδίως σε ότι αφορά την τελική σκηνή της καταδίκης των δύο αδελφών. Πρόκειται ωστόσο για μειονέκτημα που αδυνατεί από μόνο του να να χαλάσει την πολύ καλή γενική εικόνα.