Είδαμε τις «Σπυριδούλες» στο Θέατρο Τζένη Καρέζη / Επουλώνεται ποτέ το τραύμα;
2024-11-14Δεκαετία του ‘50. Η Σπυριδούλα, ένα ανήλικο κορίτσι από τη Ματαράγκα Αγρινίου, φτάνει στον Πειραιά μαζί με τον πατέρα της, ο οποίος την προορίζει για ψυχοκόρη στο σπίτι ενός εύπορου ζευγαριού της περιοχής. Με την απόφασή του αυτή στοχεύει στην οικονομική ενίσχυση της οικογένειας - αφού ο μισθός της μικρής θα κατατίθεται στον κοινό λογαριασμό τους - και στην εξασφάλιση μιας καλύτερης, όπως νομίζει, ζωής για την κόρη του μακριά από το χωριό. Η συμφωνία με το σπιτονοικοκύρη κλείνει και η Σπυριδούλα αφήνεται στα χέρια ανθρώπων που η φαινομενική κατανόηση στην ανάγκη κρύβει επιμελώς την ενδότερη βία των ενστίκτων που γεννά η κάθε μορφής εξουσία.
Για δύο χρόνια η κακοποίηση, σωματική και λεκτική, αποτελεί μέρος της καθημερινότητάς της, ενώ η κορύφωση των δεινών και του πόνου που αυτά προκαλούν έρχεται όταν κατηγορείται από τα αφεντικά της για την εξαφάνιση ενός χρηματικού ποσού που φυλασσόταν στο σπίτι. Η αναλγησία τους τούς οδηγεί στο σημείο να κάψουν με το σίδερο το σώμα και το πρόσωπο της κοπέλας για να την τιμωρήσουν για κάτι το οποίο αρνήθηκε ότι διέπραξε. Η Σπυριδούλα μεταφέρεται στο νοσοκομείο με σοβαρά εγκαύματα, παλεύοντας για τη ζωή της. Καθώς αναρρώνει,όμως, βρίσκει το θάρρος να μιλήσει για όσα πέρασε. Η μαρτυρία της οδηγεί το αδίστακτο δίδυμο ενώπιον της δικαιοσύνης και την κάνει λαϊκή ηρωίδα.
Η εφιαλτική ιστορία της Σπυριδούλας, που αποτελεί τον κορμό της παράστασης, παρουσιάζεται με τη μορφή τραγωδίας.
Τη βασική διήγηση των γεγονότων επωμίζονται, ως χορός, οι υπηρέτριες που εργάζονταν στην ίδια γειτονιά. Είναι τα πρόσωπα που παρατηρούσαν τα σημάδια κακοποίησης, αλλά δεν μπορούσαν να μιλήσουν λόγω φόβου και κοινωνικής θέσης. Γιατί, ακόμα κι αν το έκαναν, όπως λένε, κανένας δεν πίστευε «τα δουλάκια» - έτσι τις αποκαλούσαν υποτιμητικά. Τα τραγούδια τους, που μοιάζουν με χορικά, δεν εξιστορούν μόνο τα πάθη της Σπυριδούλας, είναι οι στιγμές που ακούγονται παράλληλα βιώματα δικά τους και πολλών άλλων κοριτσιών με κοινή μοίρα. Δυσκολίες και τυχερά, ποικίλα περιστατικά ανάλογα με το χαρακτήρα και τις διαθέσεις του κάθε αφεντικού.
Οι εγκληματικές πράξεις - το «σιδέρωμα» εδώ - δεν εκτυλίσσονται επάνω στη σκηνή, αλλά τις μαθαίνουμε μέσα από αφηγήσεις.
Κι αφού μετά από κάθε ύβρη έρχεται η νέμεση και η τίση, έτσι και σε αυτή την περίπτωση έχουμε τη δικαίωση του θύματος και την τιμωρία των ενόχων, εξελίξεις που μεταφέρουν στους θεατές, ως άλλοι αγγελιαφόροι, δύο άνθρωποι του νοσοκομειακού προσωπικού, δίνοντας στο δράμα τον ελπιδοφόρο επίλογο που όλοι περιμένουν.
Τι γίνεται όμως με το τραύμα; Επουλώνεται με τη λήξη του δράματος; Η εκμετάλλευση ανθρώπων είναι φαινόμενο ξεχασμένο σε κάποιο κλειδωμένο συρτάρι του παρελθόντος; Ο κύκλος της βίας έχει κλείσει; Ρίχνοντας μια ματιά στην επικαιρότητα θα βρούμε τις απαντήσεις. Ωστόσο και οι Σπυριδούλες από την πλευρά τους φροντίζουν να μας παραθέσουν τα αποτελέσματα της έρευνάς τους, κάποια πραγματικά παραδείγματα σύγχρονων γυναικών που εργάζονται ως καθαρίστριες, εσωτερικές οικιακές βοηθοί ή φροντίστριες ηλικιωμένων και αντιμετωπίζουν τις παράλογες, χειριστικές απαιτήσεις των ανθρώπων που εξυπηρετούν, αποδεικνύοντας ότι ακόμα και σήμερα δεν εκλείπουν τέτοιες συμπεριφορές.
Η Νεφέλη Μαϊστράλη γράφει για ηρωίδες που μόνο αδύναμες δεν μπορούν να χαρακτηριστούν. Οι Σπυριδούλες δεν παραιτούνται, προσπαθούν. Η απογοήτευση, η πίκρα, ο πόνος τους γίνονται θυμός και τόλμη, οδηγώντας τες σε μια σαρωτική διαμαρτυρία ενάντια στην χρόνια καταπίεση, συμπονώντας όλους όσους την έχουν βιώσει, χωρίς διακρίσεις. Τα τραγούδια και οι χοροί τους είναι παρηγοριά κι απελευθέρωση, το σύνθημά τους «Ούτε δούλα, ούτε κυρά» - γραμμένο με κόκκινη μπογιά πάνω στον τοίχο - η σιωπηλή κραυγή τους που επιχειρεί να λυγίσει τα δεσμά της πατριαρχίας.
Παρόλο που το κείμενο αναφέρεται σε σκληρές σκηνές βίας, η επιλογή των σκηνοθετών Θανάση Ζερίτη και Χάρη Κρεμμύδα να μην τις οπτικοποιήσουν δημιουργεί μια μεγαλύτερη ένταση, καθώς μπορεί να μην βλέπουμε μπροστά μας την κακοποίηση, αλλά την αισθανόμαστε. Δεν φαίνεται, αλλά είναι εκεί.
Στην παράσταση οι γυναίκες κρατούν τα ηνία. Η Ελένη Βλάχου, η Αριστέα Σταφυλαράκη, η Ελένη Τσιμπρικίδου και η Κατερίνα Λάττα αποδίδουν παραστατικά τα γεγονότα στις ζωές των Σπυριδούλων και τα διαφορετικά συναισθήματα που συνδέονται με αυτά. Η Κατερίνα Λάττα υποδυόμενη, επιπλέον, την κυρία της Σπυριδούλας ανατριχιάζει με την απόλυτα ψύχραιμη, άκρως λεπτομερή περιγραφή του «σιδερώματος» και την παγερή απάθεια της δράστριας. Η Αργυρώ Θεοδωράκη ως η μικρή Σπυριδούλα, στα σύντομα σκηνικά περάσματά της, συγκεντρώνει στο βλέμμα της την αθωότητα και τον τρόμο ενός βασανισμένου παιδιού. Οι ανδρικοί ρόλοι του έργου λειτουργούν υποστηρικτικά, με τους Σταύρο Γιαννουλάδη και Τάσο Δημητρόπουλο να πλαισιώνουν επάξια τις συναδέλφους τους.
Τα κοστούμια και τα σκηνικά της Γεωργίας Μπούρδα δίνουν το στίγμα μιας άλλης εποχής, ενώ η ιδιαίτερη μουσική των Θραξ Πανξ, που συνδυάζει τα παραδοσιακά θρακιώτικα ακούσματα με τους ξεσηκωτικούς πανκ ρυθμούς, φέρει κάτι το διονυσιακό στο επαναστατικό κλίμα της παράστασης.
Οι «Σπυριδούλες» καταθέτουν αλήθειες που αξίζει όλοι να ακούσουν, ακόμα κι αν κάποιοι πιστεύουν πως δεν αντέχουν.
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση μπορείτε να βρείτε εδώ.