Είδαμε: "Το ακρωτήρι" του S. White σε σκηνοθεσία Ο. Παπασπηλιόπουλου / Μια μεγαλειώδης ερμηνεία
2024-12-15Πώς διαχειριζόμαστε την απώλεια; Πού οδηγεί αυτή; Πόση ανακούφιση προσφέρει ένα επίπλαστο σενάριο (συν)ύπαρξης; Πόση δύναμη έχουν οι ενοχές; Τι γίνεται όταν αρνούμαστε να αποδεχτούμε την πραγματικότητα; Και αυτό για πόσο μπορεί να συμβαίνει; Όλα αυτά τίθενται επί σκηνής στο Ακρωτήρι, το έργο του Αμερικανού θεατρικού συγγραφέα Sharr White. Από τα πλέον εμβληματικά της Νεοϋορκέζικης σκηνής παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην ελληνική του εκδοχή. Μια οικογένεια υπό διάλυση, με τα μέλη της να έχουν παράπλευρες απώλειες, διαρκώς αυξανόμενες και τελικά μη αναστρέψιμες. Η σταδιακή απώλεια της συνείδησης, στην περίπτωσή μας λειτουργώντας ως αντίβαρο σε μια μεγαλύτερη, της μητέρας που χάνει το παιδί της, δεν είναι απλώς σύμπτωμα, αλλά μια κατάσταση που οδηγεί από τη λάμψη στη συντριβή, στην ίδια την επιβίωση.
Σύνθετο έργο, με σπονδυλωτή δομή, καθώς πολλά επεισόδια από το παρελθόν παρουσιάζονται ως flash back στην αφήγηση του παρόντος. Η σκηνοθετική οπτική του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου μας το έδωσε απογυμνωμένο από εντυπωσιασμούς, να ηχήσει ολοκάθαρο με τη δύναμή του, το σασπένς μυστηρίου, που οδηγεί σε συνεχείς ανατροπές. Όσο τα ψυχωτικά επεισόδια της Τζουλιάνας εντείνονται, τόσο απροσδόκητες αποκαλύψεις από τα παλιά έρχονται στην επιφάνεια. Μαθαίνουμε για το Ακρωτήρι, ένα σπίτι από το παρελθόν, που παραμένει καταφύγιο της ελπίδας στο παρόν αλλά και στο μέλλον, λειτουργώντας ως τόπος λύτρωσης για την ηρωίδα. Ένα σπίτι υπαρκτό, μόνο που πια δεν της ανήκει, καθότι πουλήθηκε προ δεκαετίας. Η ιστορία με την κόρη αρχίζει να παίρνει άλλη υφή από ό,τι αρχικά είχαμε καταλάβει. Η έντονη μητρική επιθυμία της επανασυνάντησης περνάει από τη μνήμη στην ψευδαίσθηση. Η φαντασία παραμερίζει την πραγματικότητα. Τα συχνά τηλεφωνήματα των δύο γυναικών κρύβουν αντιφάσεις. Και εκεί στο Ακρωτήρι, στη μέση του πουθενά, στον τόπο της μεγάλης συνάντησης, η συμπόρευση αλήθειας και ουτοπίας ακροβατεί σε οριακά μονοπάτια. Θα φέρει το όνειρο και τη δικαίωση μαζί, αλλά ταυτόχρονα το βίαιο ξύπνημα και τη διάψευση. Όλα πάλι στο κενό. Σε ένα λευκό φόντο, με ανύπαρκτα σχεδόν σκηνικά μέσα, οι χαρακτήρες θα ξεδιπλώσουν το δράμα και την οδύνη τους. Και εκεί φέγγει η δύναμη της παράστασης. Όλα της, η αφετηρία, η εξέλιξη, η κατάληξη λειτουργούν πρωτίστως ως αποτέλεσμα σπουδαίων ερμηνειών. Δεν γίνεται να μην υποκλιθούμε στη συγκλονιστική Μαρία Ναυπλιώτου, που υποδύεται τη Τζουλιάνα, τη βασική ηρωίδα, μια γυναίκα η οποία καταρρέει ψυχικά και σωματικά. Ξεκινά όρθια, καμαρωτή και καταλήγει κουβάρι στην αγκαλιά ενός ειδώλου, την παρουσία του οποίου αναζητά εναγωνίως από την αρχή. Παλεύει με νύχια και με δόντια να κρατηθεί όρθια, στηριζόμενη σε μια επίπλαστη δημιουργία. Συνολικά διχασμένη αποκτά μια παράλληλη φύση, απόλυτα αξιόπιστη για μας τους παρατηρητές της. Δύναμη ψυχής και σώματος, που μας κάνει να συμπάσχουμε, να αγωνιούμε, να περιμένουμε την κάθαρση. Μια ερμηνεία τόσο στιβαρή, πλήρης, "βιωμένη", φτάνει και περισσεύει για να γεμίσει τη μεγάλη, άδεια, λευκή σκηνή. Αρκεί το μεγαλείο της. Άξια και η παρουσία του Δημήτρη Αλεξανδρή (σύζυγος), δέχεται με υπομονή τα πυρά της γυναίκας του για τη “χειριστική” συμπεριφορά και την “απιστία” του, ενώ την ίδια στιγμή, με υπομονή και αφοσίωση, στέκεται δίπλα της στους παραλογισμούς. Η εικόνα της ένωσης και της αγάπης των δύο συζύγων και η έκρηξη που ακολουθεί αμέσως μετά είναι τόσο ηχηρή, μας ταρακουνά, αποδεικνύοντας την ιδανική τους χημεία επί σκηνής. Αν και σε μικρότερους, πολλαπλούς ωστόσο, ρόλους σημαντικά συνεισφέρουν οι Αυγουστίνος Κούμουλος και Στεφανία Ζώρα.
Σύνολο: Δύσκολο έργο, με βαριά ψυχολογική απήχηση, πετυχημένο στην αναπαράστασή του, αξιόπιστα αληθινό. Αφαιρετικό στη σκηνική του όψη, βασίζεται πρωτίστως στη δύναμη των ερμηνειών, παρουσιάζοντας μια από ατόφιο χρυσάφι στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ταυτότητα παράστασης: ΕΔΩ
Εισιτήρια: ΕΔΩ