Η Αγγελική Μαρίνου μιλά στο deBόp για τον «Βόυτσεκ» και όχι μόνο!
2019-04-06Η Αγγελική Μαρίνου είναι μία ταλαντούχα ηθοποιός, συμμετέχει φέτος στην παράσταση «Βόυτσεκ», σε σκηνοθεσία του Κώστα Παπακωνσταντίνου στο Θέατρο Σημείο και είχαμε την χαρά να κουβεντιάσουμε μαζί της για την παράσταση και τις πηγές έμπνευσης και καλλιτεχνικής τους δημιουργίας. Μία καλλιτέχνις που πιστεύει πολύ στην ομαδική δουλειά και αυτό την έχει κάνει να «συνταξιδεύει» με μια φοβερή ομάδα δημιουργών με κοινούς στόχους και κοινή αγάπη για το Θέατρο. Ας την απολαύσουμε!
Τα τελευταία χρόνια συνεργάζεστε σταθερά με τον ταλαντούχο σκηνοθέτη Κώστα Παπακωνσταντίνου. Πείτε μας λίγα λόγια για αυτή την καλλιτεχνική γνωριμία.
Με τον Κώστα γνωριστήκαμε όταν δουλέψαμε μαζί ως ηθοποιοί στην ομάδα Pequod, στον «Γλάρο» του Τσέχωφ, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ξανθόπουλου. Κατόπιν ο Κώστας αποφάσισε να κάνει ο ίδιος την πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα, και έτσι αρχίσαμε να κάνουμε παραστάσεις παρέα. Ο τρόπος που δουλεύει στις πρόβες είναι για μένα μια δεύτερη σχολή. Η σημασία που δίνει στον «παρτενέρ» μου ταιριάζει απόλυτα γιατί αυτό που με μαγεύει στο θέατρο είναι ότι δημιουργούν κάτι από κοινού πολλοί άνθρωποι μαζί. Και σε αυτό πιστεύει ο Κώστας. Προσέχει πάντα τη συνοχή της ομάδας και θέλει να αφήνει χώρο να εκφράσει ο καθένας την προσωπικότητά του.
Είστε ένα από τα μέλη της ομάδας «Ξανθίας». Συστηθήκατε στο κοινό, αν δεν κάνω λάθος, με την παράσταση δραματοποιημένης λογοτεχνίας «Χαλασοχώρηδες», του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Μιλήστε μας λίγο για την συνεργασία σας.
Η αρχή έγινε με τους «Χαλασοχώρηδες» του Παπαδιαμάντη. Ο Κώστας πρωτοέδειξε αυτό το έργο σε εμένα και τη Ρόζα Κυρίου. Του είπαμε και οι δύο, είμαστε μέσα, προχωράμε. Μέσω των γνωστών που είχε ο καθένας, συμπληρώθηκε ο θίασος, και άρχισε ένα ταξίδι μαγικό. Πρώτη φορά αναλαμβάναμε ολόκληρη την οργάνωση μιας παραγωγής μόνοι μας, τα πάντα. Η παράσταση είχε μέγαλη απήχηση και παίχτηκε τρία χρόνια σε διάφορα θέατρα εντός και εκτός Αθηνών. Αγαπήσαμε όλοι το έργο, και με το πέρασμα του χρόνου γίναμε οικογένεια. Δεν θέλαμε να βγάλουμε τότε όνομα ομάδας, γιατί δεν ξέραμε τι διάρκεια θα έχουμε, δεν μας άρεσαν οι ομάδες του ενός. Τελικά, όταν το επιτρέπουν οι διαθεσιμότητες των ανθρώπων και ανάλογα με τις ανάγκες των έργων, συνεχίζουμε και επιδιώκουμε να δουλεύουμε παρέα. Όνομα, βέβαια, δεν προλάβαμε να βγάλουμε, αλλά βρήκαμε μια ζεστή στέγη στον «Ξανθία»,την εταιρία που έχει συστήσει ο Ελισσαίος Βλάχος (ηθοποιός και μέλος της ομάδας) και που είναι άλλωστε και το νομικό πρόσωπο των παραστάσεων μας. Ο Βόυτσεκ είναι τώρα η τέταρτη δουλειά μας.
Το ρεπερτόριο σας, η πηγή της έμπνευσης σας φαινεται να είναι το μυθιστόρημα, το διήγημα και γενικότερα η λογοτεχνία. Από τους «Χαλασοχώρηδες του Αλ. Παπαδιαμάντη, στην «Μαζώχτρα» του Αργ. Εφταλιώτη και στον Βιζυηνό με το «Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπόλεως». Τι σας οδηγεί σε αυτές τις επιλογές;
Μετά την «ανακάλυψη» ενός πολιτικού και κωμικού Παπαδιαμάντη που δεν γνωρίζαμε, γλυκαθήκαμε με τη λογοτεχνία και αρχίσαμε να διαβάζουμε προς τα πίσω, για να
ξαναγνωρίσουμε και άλλους συγγραφείς που στέκονταν σκονισμένοι στις βιβλιοθήκες μας ή έμεναν απορριφθέντες, μόνο και μόνο επειδή μας τους είχε συστήσει ένα σχολικό βιβλίο. Είδαμε ότι το να λες παλιές ιστορίες και να βλέπεις το πώς συνδέονται με το σήμερα, μας δίνει αφορμή να μιλήσουμε για θέματα κοινά που μας αφορούν όλους.
Σας βρίσκουμε φέτος στο Θέατρο Σημείο ανεβάζοντας το έργο του Γκ. Μπύχνερ «Βόυτσεκ». Μιλήστε μας λίγο για το έργο και για τον ρόλο σας στην παράσταση.
Ο «Βόυτσεκ» γράφτηκε το 1836, είναι το τελευταίο έργο του Μπύχνερ και έμεινε μάλιστα ανολοκλήρωτο. Θεωρείται το έργο που επηρέασε όλη τη σύγχρονη θεατρική δραματουργία και αποτέλεσε πρόδρομο πολλών λογοτεχνικών ρευμάτων, όπως του νατουραλισμού, του εξπρεσιονισμού, του σουρεαλισμού κ.α.
Ο φτωχός στρατιώτης Βόυτσεκ μοιάζει διαρκώς κυνηγημένος, ξυρίζει το λοχαγό του, εκτελεί την υπηρεσία του και συμπληρώνει τον ελάχιστο μισθό του συμμετέχοντας στο πείραμα μονοφαγίας του γιατρού, τρώγοντας για μήνες μόνο μπιζέλια. Έχει ένα παιδί εκτός γάμου με τη Μαρία. Ως αποτέλεσμα του πειράματος αρχίζει να χάνει σταδιακά την υγεία σώματος και μυαλού. Όταν η Μαρία τον απατά με άλλον άντρα, τη σκοτώνει. Εγώ παίζω τη Μαρία, που μαζί με τον Βόυτσεκ έχουν ένα παιδί εκτός γάμου. Είναι μια φτωχή κοπέλα που ψάχνει τη δική της αντανάκλαση στον κόσμο. Παλεύει με την ηθική, την αρετή, τη φτώχεια, τον έρωτα. Με τον τρόπο που έχουμε ανεβάσει το έργο συμμετέχουμε όλοι σε όλες τις σκηνές. Κάποιες φορές είμαστε και εμείς ένας Βόυτσεκ που τρέχει χωρίς να ξέρει πού να σταματήσει, και άλλες φορές είμαστε ο «περίγυρος» που αποτελεί το όριο ή το μέτρο το όποιο κρίνει και ελέγχει τις πράξεις του Βόυτσεκ.
Το εξαιρετικό αυτό έργο του Γκ. Μπύχνερ, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Σαν αποτέλεσμα, έχετε ασχοληθεί και με την δραματουργία παρουσιάζοντας μια νέα πρόταση για το έργο. Ποια είναι η άποψη σας για την εισαγωγή από την πλευρά του Μπύχνερ της έννοιας του αντιήρωα;
Ο Μπύχνερ άφησε τέσσερα ημιτελή και μισοσβησμένα χειρόγραφα με διαφορετικές σειρές σύντομων σκηνών. Κάθε φορά που ανεβαίνει το έργο, σκηνοθέτης και δραματουργός
καλούνται να συνθέσουν από την αρχή δράση και προβληματική βάζοντας σε σειρά τις πολυεπίπεδες μικροσκηνές. Σε εμάς τη μετάφραση και τη δραματουργία ανέλαβε ο ποιητής Αλέξης Μάινας, ο οποίος έχει ελληνογερμανική καταγωγή και σπούδασε Φιλοσοφία και Γερμανική Λογοτεχνία στη Βόννη. Οι γνώσεις του μας ήταν πραγματικά πολύτιμες για την καλύτερη πρόσληψη του κειμένου. Η σειρά των σκηνών που προτείνει ο Αλέξης, σε συνδυασμό με την ιδέα του Κώστα να ακούγεται στην αρχή του έργου ποιό είναι το τέλος του Βόυτσεκ, πιστεύω ότι βοηθούν πάρα πολύ στην παρακολούθηση των γεγονότων και βοηθούν τον θεατή να εστιάσει στις αιτίες και τις κοινωνικές συνθήκες που οδήγησαν στο έγκλημα. Η νέα κοινωνική πραγματικότητα του 19ου αιώνα απαιτούσε νέα θεατρικά μέσα. Ο Μπύχνερ αφουγκραζόταν πλήρως τις ανάγκες της εποχής του και ήθελε να μιλήσει για αυτό που έβλεπε γύρω του χωρίς να το ωραιοποιήσει ή να το εμπλουτίσει. Με τον «Βόυτσεκ» εκτρέπει και ανανεώνει την έννοια του τραγικού και αυτήν του αναπόδραστου, εισάγοντας για πρώτη φορά στο παγκόσμιο θέατρο τον εξαθλιωμένο αντιήρωα, για να φωτίσει τις σκιές του σύγχρονου κόσμου. Βόυτσεκ και Μαρία εκπροσωπούν τη συστημική φτωχοποίηση και τις συνέπειες της ανθρώπινης απαξίωσης.
Ο Βόυτσεκ είναι στρατιώτης, συμμετέχει σε ένα πείραμα μονοφαγίας με αποτέλεσμα να χάνει σταδιακά το σώμα και το πνεύμα του και φτάνει στο σημείο να σκοτώσει αυτό που έχει αγαπήσει πιο πολύ στην ζωή του. Μπορείτε να κάνετε κάποια σύνδεση αυτού του ήρωα με την σύγχρονη πραγματικότητα;
Ο Βόυτσεκ είναι ένας χαμηλόμισθος στρατιώτης που έχει δημιουργήσει προσφάτως οικογένεια. Προσπαθεί να φέρει κάτι παραπάνω στο σπίτι, γι' αυτό και αναλαμβάνει έξτρα
δουλειές όπως το να ξυρίζει το λοχαγό του και να δεχτεί να συμμετέχει στο πείραμα μονοφαγίας. Βρίσκεται σε ένα διαρκές τρέξιμο όπου τα πράγματα τον προλαβαίνουν και
νιώθει ότι δεν μπορεί να τα ελέγξει. Μέσα σε αύτη τη σχετικά απλοική περιγραφή, νομίζω πολλοί μπορούμε να δούμε τους εαυτούς μας σήμερα και πολλοί θα θέλαμε να πούμε, «Σιγά Βόυτσεκ! Σιγά!», στον τρόπο και τον ρυθμό της ζωής μας. Καθημερινά γινόμαστε «πειραματόζωα» σε πιο ευρείες ή συγκαλυμμένες καταστάσεις που ούτε καν καταλαβαίνουμε. Από το τι τρώμε, τι αναπνέουμε, το ποια φάρμακα δοκιμάζονται πάνω μας, το οικονομικό μας σύστημα και την καθημερινή μας προσπάθεια να ανταποκριθούμε
σε αυτό.
Ποια σκέψη σας κάνει να χαμογελάτε και να είστε αισιόδοξη;
Η Ελευθερία μου. Ετών 2.
Ευχαριστούμε πάρα πολύ την Αγγελική Μαρίνου για την παραχώρηση της συνέντευξης και της ευχόμαστε ένα όμορφο και δημιουργικό μέλλον!