Η Βαρβάρα Νταλιάνη σε μια συνέντευξη για τα «Λεμόνια, λεμόνια, λεμόνια, λεμόνια»
2024-01-18To πολυβραβευμένο έργο «Λεμόνια Λεμόνια Λεμόνια Λεμόνια Λεμόνια» του Σαμ Στάινερ, μετά την περσινή του επιτυχία, επιστρέφει για ένα δεύτερο κύκλο, περιορισμένων παραστάσεων, σε μια ανανεωμένη εκδοχή.
Τη σκηνοθεσία υπογράφει η Βαρβάρα Νταλιάνη και στη σκηνή του Θεάτρου 104, θα απολαύσουμε δύο νέους και ταλαντούχους ηθοποιούς: τη Λίνα Πάτσιου και τον Νίκο Κουκά.
Λίγα λόγια για την υπόθεση του έργου:
Τι συμβαίνει όταν δεν μπορείς να πεις παραπάνω από 140 λέξεις ημερησίως; Πως συνδυάζονται η επανάσταση και η λογική; Ποιος είναι ο καλύτερος επικήδειος για μία γάτα που την έλεγαν Ντένις; Από την ομάδα που έφερε το έργο για πρώτη φορά στην Ελλάδα, η παράσταση επιστρέφει για να απαντήσει.
Ο Όλιβερ και η Μπερναντέτ συναντιούνται στην κηδεία μίας γάτας, καθώς η κυβέρνηση επιβάλλει ημερήσιο όριο λέξεων. Θα καταφέρουν οι δυο τους να γνωριστούν, να επικοινωνήσουν και να αγαπηθούν ή θα χαθούν στη σιωπή; Επίκαιρο όσο ποτέ, το έργο διαπραγματεύεται μια μετ’ εμποδίων επικοινωνία σ’ έναν κόσμο που απομονώνει.
Ο συγγραφέας, σε μια αφήγηση με μη γραμμική χρονολογική σειρά εξερευνά το διαχρονικό ερώτημα: πώς θα έρθουμε εντέλει κοντά;
Η σκηνοθέτιδα Βαρβάρα Νταλιάνη μας μιλάει για τα 'Λεμόνια, λεμόνια, λεμόνια, λεμόνια, λεμόνια' που παίζονται με επιτυχία για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο 104.
Πώς αντιμετωπίζετε την πρόκληση της σκηνοθεσίας ενός πολυβραβευμένου έργου όπως το "Λεμόνια Λεμόνια Λεμόνια Λεμόνια Λεμόνια" για ένα δεύτερο κύκλο παραστάσεων;
Πολύ θετικά, με κάποιο άγχος και πολύ ενθουσιασμό.
Ποια η έμπνευση πίσω από την ανανεωμένη εκδοχή του έργου, και πώς προσπαθείτε να φέρετε κάτι καινούργιο στην παράσταση;
Το έργο έχει διάφορα επίπεδα, όπως συμβαίνει με την καλή δραματουργία. Οι παραστάσεις πέρσι και η επαφή με διαφορετικό κοινό-εκτός από την Αθήνα, παίξαμε και στην Πάτρα και στα Γιάννενα- ανέδειξε όχι μόνο τη δυναμική του έργου, αλλά βάθυνε και την αντίληψή μου γι αυτό. Έτσι, φέτος ελπίζω θα μπορέσουμε να επικοινωνήσουμε κάποια θέματα ακόμα καλύτερα, καθώς η πρώτη παρουσίαση του έργου επέτρεψε να ωριμάσουν ιδέες. Έχω υπόψη μου ότι δεν υπάρχει «τελική» ανακάλυψη του έργου. Βρίσκω όμως ευτυχές να μπορώ να επιστρέψω σε αυτή τη δουλειά έχοντας να προσφέρω περισσότερα.
Με ποιον τρόπο διαχειρίζεστε την σκηνοθετική διαδικασία όταν έχετε νέους και ταλαντούχους ηθοποιούς, όπως η Λίνα Πάτσιου και ο Νίκος Κουκάς;
Η Λίνα και ο Νίκος είναι δύο ηθοποιοί που εκτιμώ πολύ για τη δουλειά και τον επαγγελματισμό τους. Ήταν μια σπάνια συγκυρία να συναντηθούμε, διότι δεν είναι μόνο δύο εξαιρετικά ικανοί και ταλαντούχοι ηθοποιοί, αλλά και τολμηροί και έμπιστοι συνεργάτες.
Πρέπει οι συνεργάτες σου να μοιράζονται την ίδια αγάπη να γίνουν τα πράγματα και να αντέχουν να τα δοκιμάζουν, μέσα στη διαρκή αβεβαιότητα που έχει η καλλιτεχνική δουλειά. Οπότε, παρά τις διαρκείς απαιτήσεις, είχα πολύ άξιους ηθοποιούς που ελάφρυναν αυτό το βάρος. Είμαι πολύ ευγνώμων που βρεθήκαμε. Δεν άλλαξε κάτι στον τρόπο δουλειάς μου, πέραν του ότι ήταν καινούριοι συνεργάτες για μενα και υπήρξε μια περίοδος προσαρμογής.
Σχετικά με την υπόθεση του έργου, πώς αντιλαμβάνεστε τη σχέση μεταξύ της επανάστασης και της λογικής στο πλαίσιο του περιορισμού των λέξεων;
Η εκλογίκευση μιας παράδοξης συνθήκης και η ανάγκη για ρήξη με την ίδια συνθήκη είναι και οι δύο αυθόρμητες αντιδράσεις που χωρίζουν τους ανθρώπους σε αντίπαλες ομάδες. Όσο πιο παράδοξη η απαγόρευση, τόσο πιο ακραία θα υποστηριχθούν οι απόψεις της κάθε πλευράς. Τι γίνεται όμως όταν ο «αντίπαλος» ζει στο ίδιο σπίτι με σενα; Όταν τρώτε στο ίδιο τραπέζι και κοιμάστε στο ίδιο κρεβάτι; Όταν αγαπιέστε; Δεν είναι τόσο απλό όσο το να είναι κάποιος άγνωστος και ανώνυμος. Αναγκάζεσαι να έρθεις σε επαφή με τη δική του πλευρά. Αναγκάζεσαι να μάθεις σε βάθος τι σας χωρίζει. Και, κυρίως, τι στ’ αλήθεια σας ενώνει. Αν θες να συνεχίσει να σας ενώνει. Σε αυτό εστιάζει και το έργο.
Πώς αντιμετωπίζετε τα επίκαιρα θέματα που προκύπτουν από το έργο, όπως η επικοινωνία σε έναν κόσμο που απομονώνει;
Τα αντιμετωπίζω ακριβώς ως αυτό που είναι: Ένα διαρκές ερώτημα που μας απασχολεί όλο και περισσότερο. Αναρωτιέμαι σε τι συνίσταται η επικοινωνία ακόμα και σε έναν κόσμο που ο αριθμός των λέξεων είναι απεριόριστος. Είναι οι λέξεις η απάντηση για εμάς; Φαντάζομαι, είναι για εμάς απάντηση όσο και για τους δυο ήρωες του έργου.
Σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι ο συγγραφέας, Σαμ Στάινερ, εξερευνά το διαχρονικό ερώτημα για το πώς μπορούμε εν τέλει να έρθουμε κοντά;
Μας δίνει μια εξαιρετική συνθήκη να σκεφτούμε: Ο κόσμος όλος βουβαίνεται από τη μια μέρα στην άλλη και συ και γω θέλουμε να μαστε μαζί. Πώς λες να το κάνουμε; Στην πραγματικότητα ο συγγραφέας βάζει στο μικροσκόπιο όλη την ανθρωπότητα μέσω του ζευγαριού Όλιβερ και Μπερναντέτ, για να μας ρωτήσει όλους/ες: Θα τα παρατούσες αν δεν μπορούσες να μιλήσεις με τον άνθρωπό σου; Είναι λογικό να θες να τα παρατήσεις. Είναι φυσικό επακόλουθο να σκέφτεσαι να καταστρέψεις όλο το σύστημα που σε ανάγκασε να ζεις έτσι. Αλλά μπροστά σου έχεις μόνο τον άνθρωπο που σημαίνει τα περισσότερα για σενα και πρέπει πάση θυσία να βρείτε μια λύση. Ορίστε η σκηνή σας.
Ποια είναι η προσέγγισή σας στη σκηνοθεσία και ποια η προσωπική σας θεατρική φιλοσοφία;
Είναι δύσκολη ερώτηση και θα μπορούσα να πω πολλά πράγματα χωρίς στην ουσία να έχω πει τίποτα. Το πιο κοντινό σε απάντηση είναι να κάνω το καλύτερο δυνατό και να αφήνω περιθώριο για όσα δεν ξέρω.
Όσο για τη θεατρική φιλοσοφία, καλύτερο θα ήταν να σας πω μια σύντομη ιστορία.
Διάβασα κάποτε για τη ζωή ενός ανθρώπου που νόμιζα ότι ήξερα. Την ζωή του την αφηγήθηκε, όμως, κάποιος άλλος και έτσι μου φαινόταν άγνωστη και μπορούσα να την δω καλύτερα. Συνειδητοποίησα τότε ότι η ζωή αυτού του ανθρώπου που μου αφηγήθηκε κάποιος άλλος, ήταν γεμάτη δυσκολίες και βάσανα και αντί στο τέλος να ανταμειφθεί για τους κόπους του, πέθανε μόνος. Άδικο, δυσάρεστο και ενοχλητικό. Μοιάζει η ζωή αυτού του ανθρώπου και κάθε κακουχία που πέρασε να ήταν μάταιη. Αλλά κάποιος έκατσε και έγραψε την ιστορία του και τώρα εγώ μπορώ να σας την διηγηθώ. Και ας σας είναι ένας εντελώς άγνωστος.
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζετε ως θεατρική σκηνοθέτρια και πώς τις ξεπερνάτε;
Δεν ξέρω αν ποτέ έχω ξεπεράσει κάποια πρόκληση. Δεν σκέφτομαι ακριβώς τα πράγματα ως πρόκληση. Σκέφτομαι ότι κάποτε παρουσιάζονται δυσκολίες. Οι δυσκολίες περνάνε όταν εμείς προσαρμοζόμαστε. Καμιά φορά από μόνες τους, αλλά συνήθως όχι. Αλλάζουμε τακτική, κοιτάμε τα πράγματα αλλιώς, κάνουμε λάθη ή παίρνουμε ρίσκα που μας βγαίνουν. Όλα αυτά είναι διαδικασίες προσαρμογής. Νομίζω ότι ζούμε σε έναν ανταγωνιστικό κόσμο που αρέσκεται να βλέπει τους ανθρώπους ως μαχητές που βγαίνουν νικητές σε δοκιμασίες και σε φανταστικές αρένες ή απλώς σαν χαμένους. Νομίζω ότι η φύση δίνει μεγαλύτερη έμφαση στη σοφία της προσαρμογής. Μην παρεξηγηθώ, πιστεύω ότι οι άνθρωποι πρέπει να ενεργήσουμε μέσα στις διαδικασίες προσαρμογής. Απλώς η λέξη «πρόκληση» με κάνει να δυσανασχετώ, επειδή υπονοεί ότι δεν θα πρεπε «κανονικά» να υπάρχουν δυσκολίες ή, και αν αυτές υπάρξουν, οφείλουμε να τις υποτάξουμε στον ατομικό -και ενίοτε μυωπικό- σκοπό μας. Δεν το πιστεύω αυτό. Οι δυσκολίες που προκύπτουν από το ότι είμαι σκηνοθέτρια θεάτρου είναι οι δυσκολίες που οφείλω να προσαρμοστώ. Καμιά φορά, προσαρμογή μπορεί να σημαίνει κάποια «σκληρή» διαδικασία. Δεν είναι αθώα λέξη η προσαρμογή, είναι το ακριβώς αντίθετο. Αθώο και αφελές είναι να νομίζουμε ότι δεν θα πρεπε να υπάρχουν δυσκολίες και να βρισκόμαστε διαρκώς προ εκπλήξεως όταν αυτές εμφανιστούν. Επέλεξα το θέατρο, επέλεξα την τέχνη της σκηνοθεσίας και έτσι έμμεσα επέλεξα και τον λιγότερο μαγικό της κόσμο εκτός σκηνής. Δεν θα θελα να έχω κάνει μια άλλη επιλογή, γιατί καλό είναι να ζούμε τις ζωές μας με τις επιθυμητές δυσκολίες.
Όλες οι πληροφορίες για την παράσταση εδώ