Η Χριστίνα Μαξούρη στο debop.gr
2015-12-03Υπάρχουν κάποιοι καλλιτέχνες που σε ταξιδεύουν με την προσωπικότητά τους. Δεν τους ξέρεις προσωπικά, αλλά εκφράζουν επί σκηνής κάτι δυνατό και αυτό είναι αρκετό για να μάθεις για εκείνους και να θες να τους γνωρίσεις.
Τη Χριστίνα Μαξούρη τη γνωρίσαμε στην παράσταση «Θείος Βάνιας», όταν ο δάσκαλός της, Γιώργος Αρμένης, της εμπιστεύτηκε το ρόλο της Σόνιας. Ακολούθησαν οι «Βάκχες» στο Εθνικό Θέατρο με ο Σ. Χατζάκη, οι «Τρωάδες» με τον Δ. Χρόνοπουλο, ο θίασος «Δρόμος με Δέντρα» με την Μάρθα Φριντζήλα, και αρκετές συνεργασίες μεταξύ των οποίων με τον Βασίλη Παπαβασιλείου στο Εθνικό, το Νίκο Καραθάνο στη «Γκόλφω» και το Γιάννη Καλαβριανό στις «Παραλογές» και στον «Αβελάρδο και Ελοΐζα». Την κέρδισε το θέατρο αλλά ποτέ δεν άφησε το τραγούδι, τη μεγάλη της αγάπη. Την κερδίζουν επίσης τα απλά πράγματα, οι βόλτες στην πόλη και οι καλοί της φίλοι. Την εμπνέουν οι γονείς της και η αδερφή της που της θυμίζουν πώς ειναι να κάνεις αυτό που αγαπάς και να βρίσκεις ευχαρίστηση στα απλά, καθημερινά πράγματα.
Φέτος, συνεχίζει τα «Δανεικά Παπούτσια», σχεδόν solo και A cappela στο Κ.Ε.Τ. Κάθε βράδυ Δευτέρας, τραγουδάει, παίζει μεταλλόφωνο, μπαγλαμαδάκι, διαβάζει ποιήματα και κείμενα. Ενίοτε τη συνοδεύουν φίλοι, αλλά πάντα καταφέρνει να δημιουργεί μια ζεστή ατμόσφαιρα δωματίου, ώστε ο καθένας να παίρνει αυτό που του λείπει μέσα από ένα συνοθύλευμα τραγουδιών, κειμένων και μελωδιών που κάπου, κάποτε σε έχουν στιγματίσει. Όλα τα στοιχεία της παράστασης είναι για εκείνη πολύ προσωπικά και τα παρουσιάζει με σεμνότητα, ποιότητα και πολύ ταλέντο.
Πώς δημιουργήθηκαν τα «Δανεικά Παπούτσια»;
Ήθελα σίγουρα να μαζέψω το μυαλό μου. Είχα μια ανάγκη ανασύνταξης, συσπείρωσης δυνάμεων ψυχικών και πνευματικών, σε όλο αυτό το «αλαλούμ» που συνέβαινε το Νοέμβριο του ‘13. Ένιωθα ότι ζω σε μια αγριεμένη πόλη που δε την αναγνώριζα, αποξενωμένη και απόμακρη. Ταυτόχρονα είχα μια ανάγκη εξωστρέφειας, απλής και αυτονόητης επαφής, χωρίς πολλά φίλτρα, με ευθύτητα για ένα κοίταγμα στα μάτια. Κάπως έτσι ενώθηκαν αυτές οι δυο ανάγκες στα «Δανεικά Παπούτσια». Ο τίτλος είναι του Πέτρου Παράσχη και ήταν ιδανικός γιατί για εμένα ένωνε την έννοια του βαδίσματος, του εδάφους, του οικείου περπατήματος και το ότι δεν είχα δικά μου τραγούδια! Ουσιαστικά ο τίτλος έδεσε αυτά που δανείζομαι στην παράσταση, τραγούδια, μελωδίες, ποιήματα, σκέψεις τυπωμένες στο χαρτί άλλων ανθρώπων. Είναι τραγούδια πολύ αγαπημένα που μου θυμίζουν στιγμές, χρώματα ή μυρωδιές, κάποια που είναι τα πιο κατάλληλα που βρήκα για να μιλήσω γι’ αυτό που θέλω. Και κάπως έτσι μπήκαν στη σειρά και τα κείμενα και τα τραγούδια. Σχεδόν Solo & A Cappella.
Στην παράσταση δανείζεσαι παλιές και νέες μελωδίες και τις ερμηνεύεις a cappella, πλάι σε κείμενα των Χατζιδάκι, Ελύτη, Λειβαδίτη, Περεσιάδη, Σαίξπηρ κ.ά. Για ποιά σημεία ανυπομονείς κάθε βράδυ Δευτέρας στο ΚΕΤ;
Για τη Γκόλφω εννοείται... Μ’ αρέσουν πολύ και τα «Σπίτια» της Νικολακοπούλου και η ερωτική επιστολή από τον Αβελάρδο και την Ελοίζα. Τα τραγούδια όλα τα αγαπώ επειδή παίρνω από τον κόσμο ξεχωριστή δύναμη για το καθένα, όπως η Μάχαιρα που είναι μέσα στον κόσμο. Ο πόλεμος χαρακωμάτων επίσης έχει μια ξεχωριστή θέση για εμένα, γιατί ήταν ένα τραγούδι που αρχίσαμε να ψηλαφούμε με τα παιδιά, το Φώτη Σιώτα στο βιολί και τη βιόλα και τη Σοφία Ευκλείδου στο τσέλο, αποκτώντας μια δική μας συμπαγή μορφή. Όλα είναι βήματα μέσα στην παράσταση και μ’ αρέσει να περνάω απ’ όλα. Η αλήθεια είναι πως αυτά που είναι ανάμεσα στον κόσμο έχουν μια άλλη αξία.
Στα «Δανεικά Παπούτσια» ερμηνεύεις από ρεμπέτικο μέχρι Νancy Sinatra. Τι ατμόσφαιρα επιδιώκεις να δημιουργείς μέσα από όλα τα βήματα που περνάς το κοινό;
Αυτά για τα οποία μιλούν αυτά τα τραγούδια είναι θέματα τα οποία λίγο πολύ μας έχουν απασχολήσει όλους μας ανεξάρτητα από την ηλικία, το φύλλο ή άλλες διαφορές. Θέλω όλοι να μπορούν να βρουν ένα απάγγειο μικρό για λίγο, να ακουμπήσουν, να ησυχάσουν, να γελάσουν. Θα ήθελα να ισχύει αυτό. Ελπίζω να ισχύει!
Με αυτή την παράσταση έχεις βρεθεί σε πολλούς χώρους στην Ελλάδα και όχι μόνο. Πως έχεις δει τον κόσμο να ανταποκρίνεται;
Θυμάμαι στην Αμοργό, που ζήσαμε κάτι καταπληκτικό. Η παράσταση ήταν έξω από ένα εκκλησάκι, φέτος το καλοκαίρι, όπου για να φτάσουμε εκεί κάναμε πεζοπορία, συμμετέχοντες και θεατές! Συνέβη ένα ονειρεμένο πράγμα, στη μέση του πουθενά, σαν μυσταγωγία μέσα στη φύση. Από αυτή τη συνθήκη μέχρι την πιο ακραία, σε καφέ πανεπιστημίου στο Λονδίνο, είναι σα να τους παίρνω από το χέρι και να με ακολουθούν σε διαφορετικά δωμάτια που θέλω να τους πάω. Ακόμη και εγώ, που ξέρω πού θα πάει μετά, πολύ συχνά συμβαίνει να το παρακολουθώ και εγώ και να περιμένω το επόμενο δωμάτιο.
Ποιές στιγμές ξεχωρίζεις από κάτι τόσο προσωπικό που έχεις χτίσει;
Σίγουρα οι ξεχωριστές στιγμές για εμένα είναι όταν έχω καλεσμένους. Από την Όλγα Λασκαράτου, που ξεκινήσαμε, σε καφέ, το Φοίβο Δεληβοριά, τη Ματούλα Ζαμάνη, τη Μαρία Παπαγεωργίου μέχρι τον Ξυδάκη, που θαυμάζω από παιδί, αλλά και πολλούς άλλους καλλιτέχνες που με έχουν συνοδεύσει στα Δανεικά Παπούτσια. Με όλα αυτά τα άτομα δημιουργώ πολύ όμορφες σχέσεις και υπάρχει αυτό το κοινό βίωμα που με κάνει ακόμη πιο παρορμητική και θαραλλέα απ’ ότι ήμουνα.
Τι θα δούμε στη «Μήδεια» του Άγγελου Τριανταφύλλου που ετοιμάζετε στο Θέατρο Πόρτα στις 8 Δεκεμβρίου;
Η Μήδεια είναι μια ιδέα με συνθέσεις του Άγγελου στην ομάδα Guillotinas, στο πλαίσιο του θεσμού «Τρίτες Παράλληλες» στο Πόρτα. Εκείνος σκεφτόταν χρόνια να μελοποιήσει τη Μήδεια και δημιούργησε έτσι μια όπερα με συντετμημένη τη Μήδεια του Ευριπίδη σε 5μελή χορωδία. Είμαστε 5 ηθοποιοί που τραγουδάμε, η Χριστέλα Γκιζέλη, Μαρία Διακοπαναγιώτου, εγώ, ο Γιάννης Πλιάκης, ο Φοίβος Ριμένας και οι μουσικοί Δημήτρης Τίγκας στο κοντραμπάσο, Guido De Flaviis στα σαξόφωνα, Βασίλης Παναγιωτόπουλος στο τρομπόνι, Θοδωρής Βαζάκας στα κρουστά και ο Άγγελος Τριανταφύλλου στο πιάνο. Είναι ένα σπουδαίο κείμενο στο οποίο ο Άγγελος με συγκινεί σε πολλά σημεία και χαίρομαι πολύ που είμαι μέρος του.
Είσαι παιδί της πόλης! Ποιό είναι το αγαπημένο σου μέρος στην Αθήνα και τι θα άλλαζες σε αυτή;
Είμαι παιδί του κέντρου! Περπατάω πολύ! Κινούμαι κυρίως με τα πόδια και κάνω συχνά τη διαδρομή Περιφερειακό Λυκαβηττού, Αεροπαγήτου, Πλάκα, Κουκάκι. Η Αθήνα έχει το διττό του ελκυστικού και του απωθητικού. Από εκεί που λες «Θεέ μου τι ομορφιά είναι αυτή» μέχρι το «Τι χάλια είναι αυτό το πράγμα στο επόμενο στενό»! Αν μπορούσα να αλλάξω κάτι θα άλλαζα σίγουρα την καθαριότητα σε αυτή την πόλη και τα αμάξια. Με λιγότερα αμάξια θα έπεφταν λίγο οι ρυθμοί και θα ήμασταν λίγο πιο ευγενικοί γιατί γινόμαστε πολύ άξεστοι χωρίς λόγο.
Τα «Δανεικά Παπούτσια» συνεχίζονται στο Κ.Ε.Τ κάθε Δευτέρα μέχρι τέλη Δεκεμβρίου και ακολουθούν εμφανίσεις σε όλη την Ελλάδα. Παράλληλα, την Τρίτη 8 Δεκεμβρίου, θα τη δούμε στη «Μήδεια» του 'Αγγελου Τριανταφύλλου, με την ομάδα Guillotinas, στο θέατρο Πόρτα.