Κων. Μπιμπής: Ο «Ρωμαίος» με τα χίλια πρόσωπα, πάει Εθνικό με την ομάδα sui generis και μας μιλάει για όλα!
2015-04-27Ευγενική φυσιογνωμία, ένας άνθρωπος που αποπνέει παιδεία και ήθος, υπερδραστήριος και αεικίνητος, με ματιά που λαμπυρίζει –παρόλο το φόρτο εργασίας που έχει και τη συνακόλουθη κούραση και το άγχος- όταν μιλάει για το θέατρο. Είχαμε την τύχη και την απεριόριστη χαρά να συνομιλήσουμε από κοντά με τον Κωνσταντίνο Μπιμπή.
Με αφορμή την πρεμιέρα της παράστασης «Το ρολόι» της ομάδας sui generis που ανεβαίνει στο Εθνικό θέατρο από 29/4, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Νέων Καλλιτεχνών, κάναμε μια κουβέντα για το επικείμενο έργο αλλά και γενικότερα. Κρατάμε τα όσα κάνει παράλληλα και όσα ακολουθούν, μα πάνω από όλα τη διάθεση του για δημιουργία που δεν γνωρίζει όρια –ούτε σωματικά, ούτε πνευματικά, ούτε γεωγραφικά-. Απολαύστε τον και θα καταλάβετε…
Ψάχνοντας να βρούμε πράγματα γα σένα στο διαδίκτυο, ανακαλύψαμε εκτός των άλλων ότι τραγουδάς κιόλας. Μίλησέ μας λίγο για αυτήν την πλευρά σου.
Κ. Μπιμπής: Τραγουδάω και γράφω στίχους. Δεν παίζω κάποιο όργανο. Έχω προσπαθήσει αρκετές φορές να μάθω κιθάρα αλλά αποτυγχάνω. Συγκατοικώ με ένα φίλο από τη σχολή, ο οποίος γράφει μουσική, εγώ γράφω στίχους και τραγουδάω.
Έχεις κάνει όμως μουσικοθεατρικές παραστάσεις.
Κ. Μπιμπής: Έκανα δυο χρόνια στο Faust δυο διαφορετικά project. Είναι παραστάσεις που ακροβατούν ανάμεσα σε live και bar theatre. Είμαστε περισσότερο μια μπάντα, η οποία λέει και μια ιστορία.
Θέλουμε να μας πεις πραγματικά πόσο αγαπάς το θέατρο και πως σου φαίνεται η θεατρική ζύμωση που συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, με όλον αυτό τον όγκο των παραστάσεων αλλά και την επιστροφή του κοινού στο θέατρο.
Κ. Μπιμπής: Το αγαπώ πάρα πολύ αυτό που κάνω, νομίζω δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Από τότε που τελείωσα τη σχολή έχω κάνει πάρα πολλές θυσίες σε πάρα πολλά επίπεδα για να καταφέρω να κάνω αυτό που κάνω τώρα. Και μάλιστα τα τελευταία χρόνια για να το κάνω όπως θέλω. Εκεί νομίζω βρίσκεται και η ουσία. Αν πεις γενικά ότι θέλεις να κάνεις θέατρο, πρέπει να μπεις σε αντίστοιχη σχολή, χωρίς να ξέρεις το γιατί, στην πορεία όμως πρέπει να βρεις γιατί κάνεις θέατρο. Τι θες να πεις. Γιατί ουσιαστικά στη δουλειά μας ιστορίες λέμε. Όλα τα υπόλοιπα είναι φρου φρου, αρώματα αλλά και καλά πράγματα. Το κέντρο όμως όλων είναι ότι λέμε ιστορίες. Είναι τι ιστορία θες να πεις και πως θες να την πεις. Τα τελευταία χρόνια αυτό προσπαθώ να καταλάβω και είχα την τύχη να βρεθώ δίπλα στον Κώστα (Γάκη) και την Αθηνά (Μουστάκα), με τους οποίους είμαστε ομάδα πια, η ομάδα Ιδέα και με τους οποίους κάνω ακριβώς αυτό που θέλω.
Τώρα η θεατρική ζύμωση που γίνεται στην Ελλάδα δεν γίνεται πουθενά στον κόσμο. Ούτε Λονδίνο, ούτε Νέα Υόρκη. Όλα μαζί να τα βάλεις, δεν είναι τόσες οι πρεμιέρες. Αυτό έχει τα καλά του, έχει και τα κακά του. Εμένα αυτός ο άναρχος διάλογος μου αρέσει, παρόλο που μπορεί μεγάλο μέρος των παραστάσεων να μην είναι επιπέδου, εμένα αυτή η ζύμωση με ενδιαφέρει πολύ. Όλες οι χώρες έχουν από ένα θέατρο (Αγγλία/ Λονδίνο, Αμερική/ Νέα Υόρκη, Ισπανία, Γερμανία/ Βερολίνο) εμείς ως χώρα έχουμε τα πάντα, οπότε δεν ακολουθούμε νόρμες. Ο καθένας εκφράζει πραγματικά την ανάγκη του και αυτό είναι ενδιαφέρον νομίζω.
Η επόμενη ερώτηση αφορά τις ομάδες. Εσύ συμμετέχεις σε δυο (Ιδέα και Sui Generis). Σου αρέσει περισσότερο αυτός ο τρόπος έκφρασης, λειτουργείς καλύτερα μέσα σε ομάδα;
Κ. Μπιμπής: Εννοείται. Την ομάδα sui generis την ίδρυσε το 2009 ο Κώστας Γάκης. Είναι μια κολεκτίβα ανθρώπων, οι οποίοι έχουμε ένα χώρο στο Γκάζι κι εκεί μέσα δουλεύουμε τα διάφορα project μας. Έχουμε κάνει τις «Γέφυρες» στο BIOS, έχουμε κάνει διάφορα δρώμενα, για π.χ να βγαίνουμε ως κλόουν στην Αρεοπαγίτου και να κάνουμε non verbal theatre και δουλεύουμε κι εργαστηριακά μόνοι μας, σε ό,τι θέλει ο καθένας (αφηγηματικό, σωματικό θέατρο κ.α). Κάποια άτομα από αυτήν την ομάδα φτάσαμε να κάνουμε την παράσταση τώρα στο Εθνικό (θα ήταν και ο Κώστας αλλά λόγω ορίου ηλικίας τον χάσαμε για λίγο).
Όσον αφορά στις ομάδες εν γένει. Το θέατρο περισσότερο από όλες τις τέχνες, είναι η πιο ομαδική. Μπορεί να ακούγεται κλισέ και να το λένε όλοι, αλλά είναι όντως πολύ ομαδική τέχνη. Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα χωρίς τον άλλο πάνω στη σκηνή και τους άλλους κάτω από τη σκηνή. Η ομάδα διευρύνεται κι έχουμε το φωτιστή, τον σκηνογράφο, τον ενδυματολόγο… Για μένα πρέπει να υπάρχει κλίμα επικοινωνίας και δημιουργικότητα από όλους για να βγει μια παράσταση. Οπότε η ομάδα είναι ιδανικός τρόπος για να βρίσκεσαι στη θεατρική σκηνή. Επίσης η ομάδα έχει το καλό ότι μαθαίνει έπειτα από λίγο καιρό να εκπαιδεύει τον εαυτό της, χωρίς στόχο παράστασης. Κι αυτό είναι το θέατρο για μένα.
Πες μας τώρα λίγα λόγια για την παράσταση «Το ρολόι».
Κ. Μπιμπής: Αυτό δεν είναι από τα πιο γνωστά έργα του Μεν. Λουντέμη. Είναι το «Το ρολόι του κόσμου χτυπά μεσάνυχτα», το οποίο με έχει γοητεύσει πολύ, το έχω διαβάσει σε τρεις φορές σε διαφορετικές φάσεις της ζωής μου και μπορώ να πω ότι είμαι ερωτευμένος με αυτό το μυθιστόρημα. Είναι ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα στην ουσία, αποτελείται από τέσσερις αυτοτελείς ιστορίες, εμείς θα αφηγηθούμε τις τρεις.
Η πρώτη ιστορία έχει να κάνει με ένα ζευγάρι Εβραίων στην Αυστρία, το οποίο πιάνουμε από πριν το πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο και φτάνουμε να ακολουθούμε την ιστορία τους έως 80 χρονών. Βλέπουμε μαζί τους όλη την κοινωνικοπολιτική κατάσταση που επικρατεί πριν και μετά τον πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, τον δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, το διωγμό, το ναζισμό, το φασισμό που δέχονται, πως φτάνουν στην Αμερική, όπου στο τέλος της ιστορίας μπαίνουν σε ένα αεροπλάνο.
Η δεύτερη ιστορία έχει να κάνει με έναν εύελπι, ο οποίος από πολύ μικρός δείχνει σημάδια σκληρότητας και φασισμού, στη Γερμανία πριν από τον πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο. Παρακολουθούμε την εξέλιξή του κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και εν συνεχεία στο δεύτερο, όπου γίνεται στρατάρχης του τρίτου Ράιχ, βλέπουμε την εγκληματική του δράση στην Ελλάδα, την καταδίκη του στη δίκη της Νυρεμβέργης, τον βάζουν ση φυλακή κι έπειτα τον απελευθερώνουν κάτι Ναζί και τον στέλνουν στην Αμερική. Ζει κάποια χρόνια εκεί και φτάνουμε στη στιγμή που κι αυτός μπαίνει στο αεροπλάνο…
Η τρίτη ιστορία είναι η πορεία ενός Έλληνα, του Μίλτου, του οποίου η ιστορία ξεκινά πιο μετά, πριν τη Κατοχή στην Ελλάδα, ο πατέρας του έχει συλληφθεί επειδή είναι αριστερός, εκείνος περνάει στην Αντίσταση μαζί με τα αδέρφια του. Βλέπουμε το ρόλο του Μίλτου στην Αντίσταση και τον Εμφύλιο πόλεμο, διώκεται και αναγκάζεται να ξεφύγει με ένα πλοίο προς την Αμερική, τον συλλαμβάνουν στο λιμάνι και εμείς τον συναντάμε πριν μπει στο αεροπλάνο…
Όλοι μαζί θα παρακολουθήσουμε επομένως τους πρωταγωνιστές να μπαίνουν στο ίδιο αεροπλάνο για την Ευρώπη και το τι θα γίνει εκεί.
Σε τι βασίστηκε η διασκευή του έργου από την ομάδα sui generis;
Κ. Μπιμπής: Η διασκευή μας βασίστηκε στο ότι έχουμε ένα αφηγητή, τον οποίο βλέπουμε στην αρχή της ιστορίας κι έπειτα να διαπερνά όλη την παράσταση. Το έργο είναι αφηγηματικό και η διασκευή βασίζεται ακριβώς στο αφηγηματικό θέατρο, το οποίο εμείς έτσι κι αλλιώς κάνουμε.
Δεν με ενδιέφερε να είναι ο Λουντέμης ο αφηγητής. Είναι ένας τύπος στα ‘60’s στην Αμερική, ο οποίος μαζεύει υλικό για τέτοιες ιστορίες κι έπειτα από δική μας πίεση για τις ιστορίες του, ανακαλύπτουμε την υπόθεση με το αεροπλάνο κι από κει ξεκινάει να ξετυλίγεται το κουβάρι, μέσω αυτού του ανθρώπου.
Η επιλογή του έργου συμπίπτει χρονικά με την έναρξη της δίκης της Χρυσής Αυγής. Επομένως, είναι και ένα σχόλιο στην επικαιρότητα;
Κ. Μπιμπής: Απόλυτα. Είναι ένα καθαρά πολιτικό και αντιφασιστικό έργο, το οποίο όμως μιλά και για ανθρώπινες σχέσεις. Αυτό μου αρέσει πολύ στο έργο. Στην πρώτη ιστορία, το περισσότερο μελάνι της πένας του Λουντέμη χύνεται για να περιγράψει τη σχέση των δυο αυτών ανθρώπων και τη μεγάλη και βαθιά αγάπη τους, μέσα στον κατατρεγμό και την αθλιότητα, παρά για να περιγράψει την αθλιότητα καθεαυτή. Στην δεύτερη ιστορία δίνεται το προφίλ αυτού του αρρωστημένου τύπου, ενώ στην τρίτη, η οποία μοιάζει πολύ με την περίπτωση του ίδιου του Λουντέμη, βγαίνει το παράπονο των ουσιαστικών κομμουνιστών εκείνης της εποχής, που πολέμησαν για την πατρίδα και βρέθηκαν την επόμενη μέρα κατατρεγμένοι από την ίδια την πατρίδα.
Όλα αυτά ξεφεύγουν από τα όρια του πολιτικού και γίνονται πανανθρώπινες ιστορίες. Κι εμείς δεν πάμε να κάνουμε καθαρά πολιτικό θέατρο, αλλά αφηγηματικό θέατρο με κέντρο τον άνθρωπο.
Ηθοποιός αλλά και σκηνοθέτης, καθώς και στις δυο ομάδες που συμμετέχεις σκηνοθετείς κιόλας. Τελικά, είναι αλληλοσυμπληρούμενα ή αλληλοσυγκρουόμενα αυτά τα δυο; Εσύ τι επιλέγεις; Βοηθάει η σκηνοθετική ματιά στην υποκριτική σου εξέλιξη;
Κ. Μπιμπής: Γενικά έχω περάσει πολύ δύσκολα σκηνοθετώντας (γέλια). Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι κάτι που σκεφτόμουν να κάνω. Από τον «Ρωμαίο και την Ιουλιέτα για 2» ξεκίνησε, όταν μας κάλεσαν από το Εθνικό της Κύπρου να το σκηνοθετήσουμε για δυο άλλους, έπειτα ήρθαμε εδώ, κάναμε και την «Τελευταία μαύρη γάτα» του Τριβιζά και τώρα βρέθηκα εδώ. Η σκηνοθεσία μου προέκυψε. Εγώ ηθοποιός θέλω να είμαι και αυτό δηλώνω.
Και παρόλο που για μένα είναι εξοντωτικό, είναι πολύ βοηθητικό στην υποκριτική μου εξέλιξη.
Τέλος, ζητήσαμε να μάθουμε τα μελλοντικά σχέδια και των δυο ομάδων που συμμετέχει.
Κ. Μπιμπής: Σκοπός με την ομάδα sui generis είναι το έργο αυτό να συνεχίσει και του χρόνου, να το δουλέψουμε λίγο παραπάνω και να το χαρούμε.
Με την ομάδα Ιδέα θα κάνουμε περιοδεία ανά την Ελλάδα για όλο το καλοκαίρι, επίσης η ομάδα θα κάνει road trip και θα παιχτεί στην Ισπανία σε ένα φεστιβάλ. Επιστρέφοντας, θα συνεχίσει κατά πάσα πιθανότητα ο «Μαύρος Γάτος» μας και από Νοέμβρη (δεν ξέρουμε ακόμα που), θα ανεβάσουμε νέο έργο, το οποίο είναι «Ο Ανύπαρκτος Ιππότης» του Italo Calvino, όπου σκηνοθετούμε και παίζουμε οι τρεις μας. Θα είναι συμπαραγωγή με το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης, οπότε θα ανέβει εκεί και θα το κατεβάσουμε Αθήνα από Νοέμβρη.
Η συνέντευξη τέλειωσε και τον αποχαιρετίσαμε με πλατύ χαμόγελο και μεγάλη ευχαρίστηση. Καθ’ οδόν για την επόμενη δουλειά του καθώς αυτό το παιδί δεν θα σταματήσει ποτέ…
INFO: Η παράσταση «Το ρολόι» θα ανέβει στο Εθνικό θέατρο 29/4 (21:00), 30/4 (18:00), 2/5 (21:00), 3/5 (17:00).
https://www.facebook.com/events/684956588292784/
Διασκευή μυθιστορήματος: Κωνσταντίνος Μπιμπής - Sui Generis
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μπιμπής
Σκηνικά - Κοστούμια: Έλλη Λιδωρικιώτη
Μουσική επιμέλεια - Φωτισμοί: Κωνσταντίνος Μπιμπής
Βοηθός σκηνοθέτη: Ίρις Κανδρή
Βοηθός Σκηνογράφου – Ενδυματολόγου: Δώρα Βεστάρχη
Παίζουν:
Αγάπη Ηλιάδου, Αντωνία Καζάκου, Κλείτος Κωμοδίκης, Φώτης Λαζάρου, Έκτορας Λιάτσος, Κυριακή Μακέδου, Βίκτωρας Πέτσας.