Μια κουβέντα με τους Bacchus Priest στο studio
2025-02-14
Όπως έχεις καταλάβει αν έχεις ρίξει έστω και μία διαγώνια ματιά στα κείμενα τα δικά μου ή του Δημήτρη Μαρσέλου, δεν χρειαζόμαστε πολλές δικαιολογίες για να προσπαθήσουμε να βρεθούμε και να τα πούμε με μια μπάντα. Μας φαίνεται εξαιρετικά ενδιαφέρον να γνωρίζουμε τον κόσμο που δημιουργεί κάτι που μας αρέσει αλλά και με στάση στα πράγματα που επίσης εκτιμούμε. Σε όλο αυτό βάζουμε και την αγάπη που μας έχει η Έφη Γαλιατσάτου που δεν μπορεί να μας πει όχι, οπότε η άγνωστη - γνωστή παρέα αποφάσισε να επισκεφθεί τους Bacchus Priest.
Φωτογραφίες: Έφη Γαλιατσάτου

Πριν λίγο καιρό βρεθήκαμε στο NAOS για να δούμε το live των Volynka, Heru και Bacchus Priest. Τους Bacchus Priest του είχα δει πρώτη φορά στο υπόγειο της Καλλιδρομίου και ο ήχος δεν τους είχε κάνει τη χάρη οπότε δεν κατάφερα να καταλάβω ακριβώς τι έχουν να δώσουν τα παιδιά. Όμως το NAOS είναι ένας DIY χώρος με καταπληκτικό ήχο και εκεί καταφέραμε να τους ακούσουμε και να απολαύσουμε τον πολύ ιδιαίτερο doom\death ήχο τους. Μόλις τελείωσε το live αυτό που συζητούσαμε είναι ότι πρέπει να τα γνωρίσουμε τα παιδιά, αλλά και κάποια στιγμή να τους δοθεί το βήμα και να μιλήσουν οι ίδιοι για τον ήχο τους και την μπάντα.

Στις 15 Φεβρουαρίου οι Bacchus Priest θα βρεθούν στο An Club παρέα με τους Allochiria και τους Chronoboros. Οπότε δεν υπήρχε καλύτερη ευκαιρία για να κανονίσουμε να βρεθούμε με τα παιδιά.
https://www.debop.gr/events/allochiria-chronoboros-bacchus-priest
Το ραντεβού δόθηκε στα Dark Sun Studios που κάνει η πρόβα η μπάντα με σκοπό να τα πούμε στο σαλονάκι και στη συνέχεια να δούμε και την πρόβα τους. Οι Bacchus Priest από την αρχή που επικοινωνήσαμε μαζί τους, ήταν λίγο μαγκωμένοι και το είδαμε αυτό και με το που κατεβήκαμε τα σκαλιά του studio. Ξέρεις…είχαν αυτό το μάγκωμα του ανθρώπου που σκέφτεται: “Γιατί εμάς;”. Το καταλαβαίνουμε και το σεβόμαστε, οπότε για να χαλαρώσουμε τσουγκρίσαμε τα ποτήρια μας και ξεκινήσαμε την κουβέντα προφανώς για το ξεκίνημα της μπάντας.

Οι Bacchus Priest αποτελούνται από τους Κατερίνα (φωνή), Μιχάλης (κιθάρα). Νεφέλη (τύμπανα) και τον Κώστα (μπάσο) και με αυτή τη σύνθεση ξεκίνησαν περίπου το 2013.
Κατερίνα: Η μπάντα με αυτή τη σύνθεση ξεκίνησε το 2013 και παίζαμε διασκευές. Μας αρέσει το doom οπότε οι διασκευές που κάναμε ήταν από μπάντες αυτού του ήχου.
Βαγγέλης: Διασκευάζατε και Venom όμως…
Κώστας: Ακούγαμε και τέτοια (γέλια)
Μιχάλης: Όταν παίζαμε διασκευές, παίζαμε πραγματικά ό,τι μας άρεσε. Kyuss, Fu Manchu, Down, Monster Magnet, Red Fang, Black Sabbath, Corrosion of Conformity και οτιδήποτε ακούγαμε και μας άρεσε εκείνη την εποχή το διασκευάζαμε, μέχρι να αρχίσουμε να γράφουμε δικά μας πράγματα.

Το 2015 ήρθε η στιγμή να κυκλοφορήσουν τον πρώτο τους δίσκο ο οποίος ήταν και ομώνυμος. Μια μέρα του Ιουλίου έκλεισαν το studio για μία ολόκληρη μέρα, όπου και σε αυτή τη μέρα έπρεπε να ηχογραφήσουν όλο το υλικό τους.
Βαγγέλης: Και φτάνουμε στο 2015 όπου κυκλοφορείτε το πρώτο σας album. Ποιος έκανε το artwork;
Κατερίνα: Εγώ, αλλά με βοήθησε ένας φίλος στους καπνούς. Ήταν όλο DIY.
Μιχάλης: Ακόμα και η ηχογράφηση ήταν έτσι. Κλείσαμε μια ολόκληρη μέρα το studio και ήρθαμε και το γράψαμε live.
Βαγγέλης: Την πιο ζεστή μέρα του Ιουλίου…
Κώστας: Ακριβώς!
Μιχάλης: Το γεγονός ότι γράφαμε live είχε τη δυσκολία ότι αν κάναμε κάτι λάθος τότε έπρεπε να το πάμε πάλι από την αρχή…
Κώστας: Ή και όχι (γέλια).
Βαγγέλης: Γράψατε live για να βγάλετε το vibe της μπάντας ή το κάνατε λόγω έλλειψης πόρων; Είπατε δηλαδή: “Αυτά τα λεφτά έχουμε, αυτό θα κάνουμε”
Κατερίνα, Κώστας, Μιχάλης (ταυτόχρονα): Αυτά τα λεφτά είχαμε…
Μιχάλης: O Μάρκος μας βοήθησε πάρα πολύ τότε (σ.σ. Μάρκος Σαμαράς) στον ήχο αλλά και στο όλο στήσιμο.
Κατερίνα: Γενικά όλοι μας ο φίλοι μας βοήθησαν. Κάποιοι μας δάνεισαν πετάλια για παράδειγμα.

Κώστας: Το μπάσο, ο ενισχυτής και το πετάλι που χρησιμοποίησα στην ηχογράφηση δεν ήταν δικά μου. Εγώ είχα ένα μπάσο της πλάκας και ένας φίλος μου έδωσε όλο τον εξοπλισμό που ηχογράφησα. Επειδή εγώ δεν ήξερα να τα στήσω, μου τα έστησε και μας βοήθησε και πάρα πολύ στον ήχο του μπάσου. Γενικά θεωρώ ότι καταφέραμε να βγάλουμε έναν πολύ ωραίο ήχο χωρίς να χρειαστεί να δώσουμε πολλά λεφτά.
Αφού κυκλοφορήσαν τον δίσκο υπήρξε μια διετία που οι Bacchus Priest ήταν πολύ δραστήριοι. Τη διετία 2015-2016 το όνομά τους έπαιζε αρκετά, με live σχεδόν σε όλες τις μικρές σκηνές της εποχής. Αυτό που με ενδιέφερε να μάθω είναι πως βίωσε η μπάντα όλη αυτή την κινητικότητα γιατί πολλές φορές αλλιώς φανταζόμαστε κάτι και τελικά είναι διαφορετικό στην πραγματικότητα.

Νεφέλη: Εκείνη την περίοδο είχαμε πολύ περισσότερο χρόνο.
Κατερίνα: Ήμασταν όλοι πιο χαλαροί τότε οπότε είχαμε τη διάθεση: “Πάμε να παίξουμε”.
Κώστας: Τότε είχαμε δικό μας studio στον Πειραιά, οπότε κάναμε πολλές πρόβες, παίζαμε συνέχεια και ήμασταν σε φόρμα. Οπότε αν τύχαινε κάποιο live απλά πηγαίναμε και παίζαμε.
Νεφέλη: Ο χώρος εκεί στον Πειραιά μας βοήθησε να δέσουμε.
Οι Bacchus Priest αναφέρονται σε μία πολυκατοικία στον Πειραιά που βρίσκεται παράλληλα με τις γραμμές του ηλεκτρικού. Εκεί μπάντες μπορούν να νοικιάσουν δωμάτια κι επειδή δεν είναι κατοικημένη περιοχή, δεν υπάρχει θέμα με τη φασαρία και οι μπάντες έχουν την πολυτέλεια να παίζουν όποτε και όσο θέλουν. Ωστόσο μετά από τη διετία που ανέφερα υπήρξε μια μεγάλη παύση και την μπάντα σχεδόν τη χάσαμε.

Κώστας: Έπρεπε να πάμε στρατό και δεν το κάναμε και ταυτόχρονα, οπότε λείπαμε μεγάλα διαστήματα.
Μιχάλης: Ακόμα και όταν γυρνούσαμε δεν είχαμε τόσο μεγάλη όρεξη να παίξουμε
Παρόλο τη παράνοια που βιώνει κάποιος που αναγκάζεται να πάει στρατό, τον επόμενο καιρό η μπάντα έκανε κάποια live επιλεκτικά και μόνο σε DIY χώρους. Ήταν συνειδητή επιλογή να κινηθούν μόνο σε αυτοργανωμένους χώρους;
Κώστας: Θέλαμε να στηρίξουμε τους χώρους. Εκείνη την εποχή είχες πολλές και διαφορετικές μπάντες με πολύ ιδιαίτερο και φρέσκο ήχο.
Κατερίνα: Κι εμείς συχνάζαμε σε αυτούς τους χώρους. Είχαμε και πολύ χρόνο εκείνη την εποχή μιας και ήμασταν φοιτητές.
Οι Bacchus Priest τρέφουν μεγάλη εκτίμηση στις μπάντες της DIY σκηνής και η κουβέντα μας στάθηκε αρκετά στους Zebu και στους προσωπικά πολύ αγαπημένους μου Dead Elephant.

Βαγγέλης: Μετά από αρκετά χρόνια φτάσατε στο 2020 και βγάλατε το EP: “Pater Peccavi”. Για το εξώφυλλο του δίσκου συνεργαστήκατε με το Μιχάλη Στεφανίδη (Mike S. Putrefurnaced). Πως φτάσατε σε αυτό το εκπληκτικό αποτέλεσμα;
Κατερίνα: Η έμπνευση για το εξώφυλλο ήρθε από το πρώτο κομμάτι του EP (σ.σ. Whited Sepulchre). Θέλαμε να πάρουμε το concept των στίχων και να το κάνουμε εξώφυλλο. Σκεφτόμασταν μια τύπισσα να ρουφάει τη ψυχή του παπά, γιατί το κομμάτι είναι αντιθρησκευτικό. Οπότε ό,τι σκεφτόμασταν να βάλουμε στον εξώφυλλο του δίσκου το λέγαμε στον Μιχάλη κι εκείνος με υπομονή το έχτισε.
Κώστας: Το εντυπωσιακό είναι ότι ο Μιχάλης μας έστειλε τέσσερις διαφορετικές εκδοχές και μας έφτιαξε και το logo. Έχει φοβερό χέρι ο Μιχάλης και πολύ χαρακτηριστική αισθητική.
“Pater Peccavi” είναι ο τρόπος που ξεκινούν οι εξομολογήσεις τους οι καθολικοί, θα έχεις δει σίγουρα ταινίες που ξεκινούν την εξομολόγηση με την αγγλική μετάφραση που είναι “Father I have sinned” δηλαδή “Αμάρτησα πατέρα”.
Δημήτρης: Αυτή δεν είναι ταινία της Μάρθας Βούρτση;
Βαγγέλης: Προτείνω το επόμενο T-Shirt της μπάντας να έχει τη Μάρθα Βούρτση (γέλια)
Βαγγέλης: Ο τίτλος είναι ειρωνικός ή εμπεριέχει μια κριτική στις θρησκείες;
Κατερίνα: Περισσότερο είναι κριτική στο τι συνέβαινε εκείνη την εποχή κοινωνικά.
Οι Bacchus Priest έκαναν ένα πολύ μεγάλο ηχητικό άλμα σε αυτό το EP. Το death metal μπήκε πολύ δυναμικά στο κάδρο και πλέον μιλάμε για ένα επιθετικό death doom το οποίο κοιτάει με αυτοπεποίθηση και στις πιο ψυχεδελικές περιόδους του rock. Αυτή η εξέλιξη πως ήρθε στη μπάντα;

Κατερίνα: Ήρθε οργανικά. Είχα και τα νεύρα μου εκείνη την περίοδο
Νεφέλη: Άρχισα κι εγώ να παίζω με διπέταλο. Τότε ήμουν και της Eldingar όπου εκεί ουσιαστικά άρχιζα να παίζω διπέταλο και το έφερα και στον δικό μας ήχο. Βοήθησαν και τα νεύρα της Κατερίνας (γέλια)
Κώστας: Μέχρι να βγάλουμε το EP πετάξαμε πολλά κομμάτια. Δοκιμάζαμε και εξελισσόμασταν.
Αυτό που με εντυπωσιάζει στον ήχο των Bacchus Priest είναι ότι ό ήχος έχει ημίτονα χωρίς κάτι να ακούγεται επιτηδευμένος. Σε κάθε κομμάτι τους μπορείς να αναγνωρίσεις σχεδόν όλα τα σκοτεινά παρακλάδια του metal αλλά και κλασσικές rock φόρμες. Είναι συναρπαστικό το γεγονός ότι τα κομμάτια τους δεν είναι ένας ματαιόδοξος ηχητικός Frankenstein, αλλά τελικά ένα ομοιογενές αποτέλεσμα το οποίο έχει χαρακτήρα.

Κώστας: Γράφουμε τα κομμάτια με πολύ αργούς ρυθμούς μέχρι να είμαστε πολύ ευχαριστημένοι.
Κατερίνα: Γράφουμε με doom τρόπο (γέλια).
Ο ήχος όπως ανέφερα ότι είναι ένα ομοιογενές αποτέλεσμα, αλλά όλα τα μέλη της μπάντας είναι και υπέροχα μόνοι τους ισορροπώντας σε ένα ηχητικό εκκρεμές. Η κιθάρα έχει βαριά riff αλλά και shredding solos, τα φωνητικά είναι στεντόρεια 70’s αλλά και brutal growls ή τσιρίδες, τα τύμπανα έχουν jazzy χτυπήματα αλλά και βίαια ξεσπάσματα, το μπάσο έρχεται με τον όγκο του να δέσει τον ήχο χωρίς να έχει διάθεση φλυαρίας ενώ παράλληλα έχει έντονο χαρακτήρα. Όπως καταλαβαίνεις είχα απορία για το ποιο μπορεί να είναι το επόμενο βήμα της μπάντας.
Κατερίνα: Θα παίξουμε jazz (γέλια). Death-jazz…
Κώστας: Δεν ξέρουμε να σου πούμε ακριβώς. Τώρα καταλήγουμε στις συνθέσεις και θα αρχίσουμε να γράφουμε σιγά-σιγά.
Οι Bacchus Priest κοντεύουν να κλείσουν 15 χρόνια μαζί και αισθάνονται πολύ όμορφα που αποτελούν κομμάτι της ελληνικής underground σκηνής. Εδώ όπως καταλαβαίνεις η κουβέντα πήρε φωτιά γιατί όλοι αγαπάμε τη συγκεκριμένη σκηνή.

Κώστας: Υπάρχει σκηνή στην Ελλάδα και ο κόσμος στηρίζει όλα τα είδη. Κάποια στιγμή στη σκηνή υπήρχε μόνο το stoner αλλά έβαλε τον κόσμο σε μια διαδικασία να πηγαίνει σε live. Πήγαινα σε live στο An και ήμασταν 15 άτομα. Πλέον ο κόσμος πηγαίνει σε live και σε μαγαζιά και σε DIY χώρους.
Επιστρέφοντας στην αρχή του κειμένου και στο αρχικό μάγκωμα των Bacchus Priest, αυτό που έχω να πω είναι ότι ασχολούμαστε με μπάντες που μας κάνουν εντύπωση και σαν ήχος αλλά και σαν attitude μέσα σε τόνους υποκειμενικότητας. Είμαστε fan και λατρεύουμε την υποκειμενικότητά μας. Ακούμε πολύ μουσική και προφανώς ακούμε και μεγάλες μπάντες, αλλά πρώτα για εμάς και μετά γενικά θεωρούμε ότι έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον να ψαχουλεύεις τέτοιες κοινότητες και ανθρώπους που παλεύουν με το θηρίο της καθημερινότητας και όμως επιμένουν να δημιουργούν.

Είμαι σίγουρος ότι το βράδυ της 15ης Φεβρουαρίου θα είναι από αυτά που θα θυμόμαστε με χαμόγελο. Οι Allochiria έστησαν μια γιορτή στο An Club όπως ξέρουν να κάνουν πολύ καλά όλα αυτά τα χρόνια που βρίσκονται στον χώρο. Είμαι επίσης σίγουρος ότι δεν θα παραπονεθούμε ούτε για κινητά που είναι μονίμως ψηλά, ούτε για παρέες που δεν λένε να το βουλώσουν και να σεβαστούν αυτούς που είναι στη σκηνή, γιατί και οι 3 μπάντες σε αρπάζουν από τον λαιμό και δεν αφήνουν πολλά περιθώρια.
Η κουβέντα με τους Bacchus Priest ήταν μια ακόμα απόδειξη γιατί ασχολούμαστε σχεδόν εμμονικά με τον underground χώρο. Βρεθήκαμε με τέσσερα φοβερά παιδιά που αγαπούν αυτό που κάνουν και θέλουν να το εξελίσσουν. Στα καινούργια κομμάτια έχουν κάνει ακόμη μεγαλύτερο ηχητικό άλμα και πραγματικά ανυπομονώ να έρθει η στιγμή να τα ξανακούσουμε, προφανώς ανυπομονώ να προσγειωθούν και στο πικάπ μου κάποια στιγμή, αλλά είπαμε..κινούνται με ρυθμούς doom.

Φωτογραφίες: Έφη Γαλιατσάτου