Μιχάλης Γιγιντής: «Είμαστε στο 2020 κι η ταμπέλα του διαφορετικού πρέπει να εκλείψει»

Μιχάλης Γιγιντής: «Είμαστε στο 2020 κι η ταμπέλα του διαφορετικού πρέπει να εκλείψει»

Δεν ανήκει στην κλασσική περίπτωση σκηνοθέτη - ο Μιχάλης Γιγιντής καταπιάνεται μόνο με ό,τι τον αφορά. Αυτή την περίοδο συνεχίζει με την παράσταση "Υβόννη", μια παράσταση που κέρδισε τις εντυπώσεις. Τον συναντήσαμε, λοιπόν, σε ένα διάλειμμα από τις επαγγελματικές του υποχρεώσεις για να μιλήσουμε για τα ζωτικά ψεύδη μέσα στα οποία ζούμε, αλλά και για το πώς μπορούμε να βγούμε από αυτά.

Το έργο

Το έργο ήταν πρόταση της «Γέφυρας», της θεατρικής ομάδας που έχουν ο Μάνθος Καλαντζής κι η Ελένη Δαφνή. Πέρσι το καλοκαίρι με πήρε τηλέφωνο ο Μάνθος και μου είπε ότι σκέφτονται να κάνουν κάτι την επόμενη θεατρική σεζόν. Προσωπικά δε λειτουργώ με ανάθεση, αλλά εν τέλει κάναμε ένα ραντεβού όπου μου πρότειναν μαζί με την Ελένη ένα δυο θεατρικά έργα. Στο πρώτο έργο που μου προτάθηκε δε βρήκα εμένα κάπου, οπότε απορρίφθηκε. Έτσι η Ελένη μου πρότεινε την «Υβόννη, η πριγκίπισσα της Βουργουνδίας». Ενθουσιάστηκα εξαρχής με το έργο, με το σύμπαν του Γκομπρόβιτς. Που σου παραθέτει μια ιδέα στην αρχή για να στην ακυρώσει έπειτα- υπάρχει μια συνεχής εξέλιξη της πλοκής. Αυτό συμβαίνει μέχρι το τέλος του έργου. Οπότε κάπως έτσι προέκυψε η παράσταση.

Οι άνθρωποι

Διαβάζοντας το έργο, ο πρώτος άνθρωπος που μου ήρθε στο μυαλό για το ρόλο του πρίγκιπα ήταν ο Γιάννης Καπελέρης. Με το Γιάννη έχουμε εξαιρετική επικοινωνία στο κομμάτι της δουλειάς. Και βγάζω απέξω την φιλία μας. Ξέρει απόλυτα τα εκφραστικά του μέσα, αλλά και πώς να τα ελέγχει. Το σπουδαίο, βέβαια, είναι ότι το ίδιο ισχύει και για τον υπόλοιπο θίασο.

Τη Nalyssa Green την είχα στο μυαλό μου από την αρχή για τη μουσική της παράστασης. Ήθελα να χρησιμοποιήσω ένα αγαπημένο μου μουσικό όργανο, το theremin (σ.σ ηλεκτρονικό μουσικό όργανο που παράγει ήχους μέσω ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων), ένα όργανο κλασσικό κι αρκετά σκοτεινό στον ήχο που παράγει. Και θεωρούσα πως η Nalyssa ήταν η κατάλληλη. Μέσα από μια συζήτηση που είχα με το Γιάννη για το έργο προέκυψε η ιδέα της Nalyssa ως Υβόννη. Ήταν μια έκλαμψη της στιγμής, με μια τεράστια υπεραξία. Το μαγικό είναι πως κι η Nalyssa διαβάζοντας το κείμενο ενθουσιάστηκε. Δεν αμφισβητώ το γεγονός πως ένας ηθοποιός έχει τη μόρφωση και την εκπαίδευση για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τους δοθέντες ρόλους. Εν τούτοις κάποια πράγματα είναι πηγαία που σημαίνει ότι αυτά προκύπτουν με ή χωρίς την εκπαίδευση. Στην περίπτωση της Nalyssa μιλάμε για έναν άνθρωπο με φοβερή ενέργεια, με μια απίστευτη θεατρικότητα.

Ο χώρος

Το Μπάγκειον δεν ήταν τυχαία επιλογή- πάλεψα πολύ γι’ αυτό. Είναι ένας χώρος δύσκολος μεν, ταιριαστός για αυτό που ήθελα δε. Ένα βασίλειο σε αποσύνθεση, αυτό είναι το σύμπαν του Γκομπρόβιτς, όπου μετά από μια καταστροφή τα άτομα του βασιλείου κρατούν με νύχια και με δόντια ό,τι παλιό έχει απομείνει.

Ο Γκομπρόβιτς

Το έργο ανήκει στο θέατρο του παραλόγου. Που σημαίνει διόγκωση απλών πραγμάτων, όπως συμβαίνει στη σκηνή με την τρίχα ή σε εκείνη όπου ο πρίγκιπας αντιλαμβάνεται για πρώτη φορά πως οι γονείς του κοιτάζονται. Είναι συγκλονιστική σκηνή -κλονίζονται ολόκληρες πεποιθήσεις μέσα από ένα κοίταγμα. Σ’ ένα ρεαλιστικό κείμενο αυτό θα μπορούσε να είναι μια σκηνή ξυλοδαρμού. Αυτό το κοίταγμα δείχνει πιθανώς πως δύο άνθρωποι απέφευγαν την οπτική επαφή όλη τους τη ζωή, ότι ποτέ δεν τόλμησαν να κοιτάξουν στα μάτια ο ένας τον άλλο, που σημαίνει ότι ποτέ δεν είδε ο ένας την αλήθεια του άλλου. Για μένα αυτό είναι ιδιοφυές. Γιατί είναι το πιο απλό πράγμα στον κόσμο και ταυτόχρονα τόσο δύσκολο.

Η «Υβόννη» είναι ένα «ανοιχτό» κείμενο κι αυτή είναι η δυσκολία του και το δικό μου στοίχημα. Στο να βρούμε τις κατευθύνσεις, δηλαδή. Όλα τα κείμενα είναι λίγο πολύ ανοιχτά, απλώς κάποια κείμενα σου αφήνουν πολλά περιθώρια ως προς το σε ποια κατεύθυνση θα κινηθείς ως σκηνοθέτης, από τι θα πιαστείς και με γνώμονα όλο αυτό θα χτίσεις την ιστορία.

 

Ο πρίγκιπας κι οι «πρίγκιπες»

Ο πρίγκιπας για μένα είναι το πιο τραγικό πρόσωπο στην ιστορία, γιατί είναι ο μόνος που σε στιγμές αντιλαμβάνεται την αλήθεια. Βλέπεις, δηλαδή, έστω για λίγο τους δύο δρόμους που του ανοίγονται. Το δρόμο της αλήθειας και της απελευθέρωσης από τη μία και το δρόμο του σκοταδιού και του κατεστημένου. Κι εκεί καλείται να πάρει μια απόφαση. Ο ίδιος μοιάζει να μη μπορεί να πάρει αυτή την απόφαση, διστάζει και φοβάται κι εν τέλει θα ακολουθήσει την πεπατημένη. Κι όμως ακόμη κι έτσι νομίζω ότι δε θα είναι ο ίδιος. Συμβαίνει και στη ζωή άλλωστε. Τα γεγονότα που είναι σημαντικά για μας, ακόμη κι αν προσποιούμαστε ότι τα ξεχνάμε, δεν τα ξεχνάμε - επιλέγουμε να μην τα θυμόμαστε. Προφανώς ένα σημαντικό γεγονός στη ζωή σου, είτε καλό είτε κακό δε γίνεται να το ξεχάσεις. Το πώς θα το διαχειριστείς είναι άλλο θέμα κι απαιτεί προσωπική δουλειά. Μπορείς απλώς να το θάψεις, όλοι μας το κάνουμε αυτό λίγο πολύ. Μέσα σου όμως ξέρεις μ’ έναν τρόπο. Ακόμη και γεγονότα που εκείνη τη στιγμή δεν τα συνειδητοποίησα πλήρως, ήρθε η στιγμή αργότερα να συνειδητοποιήσω το τι ακριβώς συνέβη τότε και πώς λειτούργησε αυτό μέσα μου. Πάντα κάτι βλέπεις, μπορεί να είναι σκληρό, όμως θα το δεις. Χρειάζεται καιρός και θάρρος.

Το «διαφορετικό»

Καταρχάς σιχαίνομαι τη λέξη «διαφορετικό». Όταν βάζεις μια ταμπέλα «διαφορετικό», αυτόματα δίνεις το περιθώριο σε αυτούς που δεν πρέπει να το αντιμετωπίζουν ως τέτοιο. Κι από τη στιγμή που θα θεωρηθεί ως διαφορετικό, κάποιοι θα πουν «δε μου κάνει» κι από τη στιγμή που θα ειπωθεί κάτι τέτοιο κάποιοι θα είναι επικίνδυνοι. Στο έργο αποφασίζουν όλοι με το έτσι θέλω να μισήσουν ένα πλάσμα. Αυτό συμβαίνει και στη ζωή. Όταν κάποιος αποφασίσει να μισήσει έναν άνθρωπο, αυτό γίνεται με έναν κώδικα, με μια δική του αλληλουχία σκέψεων, η οποία δεν είναι απόλυτα λογική. Αν αποφασίσω ότι δε μου κάνεις, δε μου κάνεις για τους δικούς μου λόγους, δε σημαίνει απαραίτητα πως κάτι συμβαίνει μαζί σου. Οπότε αν εγώ έχω έναν κώδικα ο οποίος μου υποδεικνύει πως αυτό δεν πληροί τις προδιαγραφές που εγώ έχω θέσει, τότε έχει τελειώσει θέμα. Το πρόβλημα είναι πάντα δικό μου. Ακόμη κι αν εσύ έχεις κάνει κάτι, θα μπορούσα να φύγω, να αποστασιοποιηθώ. Κι όμως, ο δρόμος του μίσους μάλλον είναι πιο εύκολος.

Δεν έχει σημασία αν η Υβόννη είναι άσχημη ή όμορφη. Άλλωστε τι είναι το όμορφο και τι το άσχημο; Στο αρχικό κείμενο η Υβόννη είναι άσχημη, όμως σε μια αναγωγή στο σήμερα αυτό μοιάζει να μην είναι λειτουργικό. Σ’ ένα σουρεαλιστικό κείμενο, το να επιλέξεις ένα ρεαλιστικό γνώρισμα ως διαφορετικό αποδυναμώνει και το σουρεάλ στοιχείο. Η Υβόννη, λοιπόν, της παράστασης, έχει διαφορετική κινησιολογία, εκφράσεις, διαφορετικό κοίταγμα σε σχέση με τους άλλους ήρωες. Αν όμως ήταν άμα τη εμφανίσει κάτι τελείως ξένο, τότε ο θεατής θα έδινε μια δικαιολογία στους υπόλοιπους ήρωες. Τώρα όμως δε γίνεται να τους δικαιολογήσεις.

Το σήμερα

Ζούμε σε μια αρκετά κομπλεξική κοινωνία, όπου ο καθένας μας ζει μέσα από τις δικές του πεποιθήσεις κι ιδεοληψίες παγκοσμίως. Κουβαλάμε κάποια αρχετυπικά ένστικτα, που μας κλειδώνουν, μας εμποδίζουν να απελευθερωθούμε ως άτομα. Κι ενώ θα έπρεπε να συγκλίνουμε, η απόσταση στην πραγματικότητα μεγαλώνει. Οποιαδήποτε σύγκλιση δημιουργείται είναι επίπλαστη, ένα παραμύθι που οι ίδιοι φτιάχνουμε με αποτέλεσμα να δυναμώνουν όλες αυτές οι πεποιθήσεις που σε αποστασιοποιούν από την ίδια τη ζωή. Για παράδειγμα αν με ρωτήσει η βαφτιστήρα μου γιατί φιλιέται ένα γκέι ζευγάρι δε θα της πω επειδή είναι διαφορετικό, αλλά θα της πω επειδή αγαπιούνται. Είμαστε στο 2020 και η ταμπέλα του διαφορετικού πρέπει να εκλείψει. Οι ανάγκες όλων των ανθρώπων είναι κοινές- η ανάγκη για αγάπη, για κατανόηση, για τροφή, για στέγη, για…

Αντί να γίνουμε μια κοινωνία που κατανοεί λόγω παιδείας, θα γίνουμε μια κοινωνία που αποδέχεται και σέβεται από φόβο. Η εποχή μας, δυστυχώς, έχει να αντιμετωπίσει κάτι πολύ ύπουλο, τον κρυφοφασισμό ο οποίος μάλιστα συγκαλύπτεται μέσα από κοινοβούλια και νομικά πλαίσια. Αυτή είναι η χειρότερη μορφή φασισμού, γιατί είναι νομοθετικά δεκτή. Η κοινωνία μας βιώνει έναν έντονο σκοταδισμό που σε κάνει να παγώνεις. Βέβαια κάποιοι επιλέγουν να καθησυχάσουν το λαό, λες και δεν ξέρουμε τι συμβαίνει. Κι εμείς το δεχόμαστε- αλήθεια πόσο τρομακτικό; Γιατί αυτό κρύβει μια αρρώστια, δεν είναι λογικό. Δυστυχώς ή ευτυχώς θα περάσουν χρόνια για να αντιληφθούμε τις επιπτώσεις τέτοιων φαινομένων, πόσο μάλλον για να αλλάξουν τα πράγματα. Η ζωή είναι μια σπείρα, όπως λέμε και στην παράσταση. Πας δηλαδή λίγο μπροστά, κάποιες άλλες φορές πας πάλι πίσω για να μπορέσεις να κάνεις μια ουσιαστική αλλαγή.

Ίσως φταίει η ταχύτητα στην οποία ζούμε-μας αποχαυνώνει. Με την ίδια ταχύτητα που κάνεις scroll down στο κινητό, με την ίδια ταχύτητα θες να κάνεις scroll down στη ζωή σου, θες να ζήσεις. Όμως στην πραγματικότητα όλο αυτό δεν είναι συνειδητό. Ζούμε τη μπλόφα του να πετύχουμε, να ζήσουμε… Από τη μία είναι αυτή η φούσκα κι από την άλλη υπάρχει μια ανάγκη για κοινωνική αλλαγή. Μπορεί ο καθένας να κινείται προς μια τέτοια κατεύθυνση, αλλά εν τέλει δε γίνεται κάτι. Υπάρχουν, βέβαια, κάποιες μικρές ομάδες, οι οποίες κάνουν πράγματα προς μια κατεύθυνση αλλαγής μέσα από διαλέξεις, μια ουσιαστική ενημέρωση… Όμως όλο αυτό δεν επικοινωνείται και περνά στην αφάνεια. Κι είναι αστείο, αν αναλογιστεί κανείς πως περνάμε όλη μας τη μέρα σε μια οθόνη. Όπως έχει πει κι ο Καστοριάδης: «η επανάσταση θέλει αίμα» κι αυτό δεν το θέλει κανένας μας αυτή τη στιγμή, εντός της υπάρχουσας κοινωνικής δομής.

Η σιωπή

Στο έργο η ηρωίδα μιλά ελάχιστα. Αυτό όμως δεν είναι απότοκο ηλιθιότητας, αλλά μιας ιδιάζουσας σοφίας που εκείνη φέρει. Η Υβόννη δεν είναι ένα άβουλο ον που περιφέρεται από παλάτι σε παλάτι. Αντιθέτως θεωρώ πως είναι ένα πλάσμα με μια ανώτερη σκέψη. Η αδράνειά της κι η σιωπή της επομένως δικαιολογούνται. Σίγουρα όλη αυτή η στάση τρομάζει τους υπόλοιπους ήρωες.

Όταν σταματά κάποιος να μιλά, ο συνομιλητής του αμέσως απορεί γιατί δεν έχει να πει κάτι. Δε μπορούμε να διαχειριστούμε τη σιωπή εύκολα, μας προκαλεί μια φοβερή αμηχανία. Ίσως επειδή πιστεύουμε ότι κάτι πρέπει πάντα συμβαίνει, ειδικά στην εποχή της ταχύτητας. Οπότε όταν δε συμβαίνει, κάτι μας τρομάζει. Όταν επιλέγει, λοιπόν, ένας άνθρωπος τη σιωπή ως έναν κώδικα επικοινωνίας, τότε ο συνομιλητής αυτόματα θα μπει σε μια διαδικασία να μιλήσει εκείνος για να την καλύψει. Βέβαια, όσο περισσότερο μιλά κανείς, ξεδιπλώνεται, ανοίγεται. Κι αυτό έχει ένα ρίσκο γιατί ίσως ο άλλος καταλάβει πράγματα που δε θες. Είναι ένα παιχνίδι όλο αυτό. Και στη ζωή αλλά και στο έργο. Αρκεί να σκεφτούμε ότι στην αρχή του έργου η Υβόννη είχε περί των 25 ατακών, ενώ στην τελική εκδοχή μιλά ελάχιστα. Είναι μαγικό το πώς αντιλαμβάνεται ο θεατής τις κινήσεις της ηρωίδας αυτής και πώς οι ήρωες του έργου.

 

Το «καλό» και το «κακό»

Μερικές φορές νιώθω και για μένα μιλώντας ότι παίρνουμε τους εαυτούς μας πολύ στα σοβαρά. Η μεγάλη εικόνα, όμως, είναι διαφορετική- η ζωή αδιαφορεί. Σε ένα σύνολο πραγμάτων, που το ονομάζουμε σύμπαν, τα πράγματα είναι έτσι, επειδή έτσι είναι, δεν υπάρχουν οι έννοιες «καλό», «κακό». Μια καταστροφή που για σένα είναι το οδυνηρότερο πράγμα στον κόσμο για το σύμπαν είναι κάτι που απλώς συμβαίνει. Εμείς αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα ως καλά ή κακά. Αν αποστασιοποιηθείς από τα πράγματα και τα δεις ως έναν «κώδικα», τότε ίσως αυτό βοηθά να δεις την πραγματική τους διάσταση.

Όλα είναι επιλογές

Όλοι επιλέγουν να σκοτώσουν την Υβόννη, αλλά κανείς δεν το κάνει πράξη. Η Υβόννη είναι η αλήθεια μέσα τους κι αυτό που τους κλονίζει περισσότερο βλέποντάς την είναι πως τους υπενθυμίζει την αυταπάτη μέσα στην οποία ζουν. Όλες οι σκέψεις των ηρώων γίνονται πίσω από μια πόρτα- ποτέ δεν έφθασε κανένας ήρωας μπροστά στην Υβόννη. Που σημαίνει ότι ακόμη και να πεις ότι αυτό το κομμάτι του εαυτού μου, το ψήγμα αλήθειας θέλω να το «σκοτώσω», θέλει θάρρος. Γι’ αυτό κι αυτός ο τρόπος θανάτου της Υβόννης. Σαν άλλοι Πόντιοι Πιλάτοι νίπτουν όλοι τας χείρας τους, δεν έχει κανείς το θάρρος να αναλάβει το βάρος της πράξης του.

Όταν, λοιπόν, αρχίζεις και συνειδητοποιείς την πραγματικότητα, τότε υπάρχουν δύο επιλογές. Ή να το αποδεχτείς και να αντιμετωπίσεις τον εαυτό σου, να φτάσεις δηλαδή στο σημείο μηδέν μιας αντικειμενικής οπτικής, να πεις κάνω λάθος και να πας παρακάτω ή να το απορρίψεις, γιατί αυτό που έχεις χτίσει είναι ισχυρότερο και δε μπορείς να το γκρεμίσεις, από φόβο ότι δε σε παίρνει για αλλαγές. Ο βασιλιάς, ας πούμε, ενώ βλέπει την αλήθεια, εν τούτοις δε θέλει να γκρεμίσει ό,τι με κόπο έχτισε. Κι η βασίλισσα επίσης- κάποτε είχε μια έκλαμψη κι έγραφε ποίηση, την οποία όμως βλέπουμε πως η ίδια σκοτώνει. Κι ίσως να έχει να κάνει με την ηλικία. Όσο μεγαλώνεις, τόσο πιο δύσκολα επιλέγεις να δεχτείς πως ο δρόμος είναι λάθος και να αρχίσεις από το μηδέν. Δε σημαίνει ότι δε συμβαίνει, απλώς δεν είναι ο κανόνας. Στη ζωή δεν έχει σημασία να πεις ότι αυτή η επιλογή είναι σωστή κι η άλλη όχι, σημασία έχει να παραδεχτείς το λάθος και να πας παρακάτω για να φτάσεις σε μια εξιλέωση και εσωτερική ηρεμία. Αυτό θέλει βέβαια προσωπική δουλειά. Γιατί ουσιαστικά μιλάμε για εγωιστικούς μηχανισμούς που έχουμε χτίσει και που πρέπει να πολεμήσουμε.

Το μέλλον

Αυτή την περίοδο- μετά την προβολή και τη βράβευσή της στο Φεστιβάλ Δράμας- προβάλλεται σε διάφορα φεστιβάλ η μικρού μήκους ταινία που έκανα. «Καραγκιόζης» λέγεται κι είναι εμπνευσμένη από ένα διήγημα της Λένας Κιτσοπούλου. Μ’ αρέσει ο τρόπος που γράφει η Λένα, είναι πολύ ιδιαίτερος. Θέμα της ταινίας είναι το bullying, ξεκινώντας από τη δεκαετία του ’80 με τον ήρωα παιδί μέχρι σήμερα. Συνεχίζουν κι οι παραστάσεις της «Υβόννης». Και παράλληλα γράφω το σενάριο για μια μεγάλου μήκους ταινία.

 

Ευχαριστούμε το Μιχάλη Γιγιντή για το χρόνο του και του ευχόμαστε κάθε επιτυχία!

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση μπορείτε να βρείτε εδώ.

subscribe

Συμπληρώστε το email σας για να γίνετε συνδρομητής στο deBόp. Το email σας θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά από το deBόp και μόνο για την αποστολή της εβδομαδιαίας agenda και περιοδικών newsletter ευρύτερου πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Καταχωρώντας εδώ το email σας, αποδέχεστε την πολιτική απορρήτου μας.