Ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης μιλάει στο deBόp και λέει: «Μάρτυς μου ο Θεός»!
2017-02-18Ο Ιωσήφ Ιωσηφίδης είναι ένας πολύ ταλαντούχος ηθοποιός, με ιδιαίτερα αξιόλογες δουλειές στο ενεργητικό του και με μια αίσθηση του χιούμορ που, εμάς τουλάχιστον, μας κέρδισε από την πρώτη στιγμή. Είχαμε τη χαρά λοιπόν να τον συναντήσουμε και να μας μιλήσει για την παράσταση «Μάρτυς μου ο Θεός», η οποία ανεβαίνει στο Θέατρο Vault! Απολαύστε τον!
Η παράσταση «Μάρτυς μου ο Θεός», ανεβαίνει για τρίτη συνεχή χρονιά. Σε τι οφείλεται πιστεύεις αυτή η ανταπόκριση του κοινού, αυτή η επιτυχία;
Η παράσταση είναι αλήθεια πως πάει πάρα πολύ καλά. Έχουμε ανταπόκριση από το κοινό γιατί πιστεύω ότι το έργο αφορά τον κόσμο. Βρεθήκαμε τρεις άνθρωποι που αγαπήσαμε έναν ήρωα. Έχουμε καλή χημεία μεταξύ μας, βέβαια με την Σοφία Καραγιάννη έχουμε δουλέψει αρκετά στο παρελθόν και γνωρίζαμε από πριν ότι ταιριάζουμε καλλιτεχνικά, αλλά το κείμενο του Μάκη Τσίτα το αγαπήσαμε πάρα πολύ από την πρώτη στιγμή. Δουλέψαμε και ο κόσμος το εισέπραξε αυτό. Το κείμενο αφορά στη σημερινή εποχή και «δυστυχώς» το βλέπω να γίνεται διαχρονικό, μπορώ να πω και κλασικό, γιατί ακόμα και να περάσει αυτή η μπόρα θα αφορά τον κόσμο και τα επόμενα χρόνια. Ο τρόπος που έχει γραφτεί το έργο και ο ήρωας που παρουσιάζει είναι τόσο κοντά μας, είναι δίπλα μας. Ποτέ δεν θα φανταζόμουν ότι υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι σαν τον Χρυσοβαλάντη, με τόσα προβλήματα ψυχολογικά, κοινωνικά,υπαρξιακά, οικογενειακά, σεξουαλικά και αισθηματικά.
Το έργο «Μάρτυς μου ο Θεός» είναι από αυτά τα κείμενα που ενώ δεν μιλάνε συγκεκριμένα για μια εποχή, περιγράφουν μία κατάσταση η οποία διαχρονικά επαναλαμβάνεται. Αυτή θεωρώ ότι είναι η μαγεία του κειμένου.
Βέβαια, γι' αυτό είναι και διαχρονικό. Κλασικό θεωρείται ένα έργο το οποίο μπορεί να παιχτεί και μετά από κάποιο καιρό που περνάει η επικαιρότητά του. Νομίζω ότι κάτι τέτοιο θα γίνει με αυτό το έργο. Το «Μάρτυς μου ο Θεός» βέβαια είναι μυθιστόρημα που είναι γραμμένο σε μονολογική μορφή. Ο Μάκης πήρε σημεία του έργου, τα ένωσε και διαμόρφωσε την τελική θεατρική μορφή του κειμένου.
Το έργο σε κρατάει από την αρχή μέχρι το τέλος. Στη σκηνή αισθάνεσαι ότι βλέπεις και τα άλλα πρόσωπα του έργου. Δεν έχεις την αίσθηση ότι ο ηθοποιός είναι μόνος. Μέσω του ήρωα αισθάνεσαι την παρουσία των άλλων προσώπων.
Γι' αυτό χαίρομαι πάρα πολύ. Αυτή ήταν και μια επιδίωξή μας. Σε αυτά τα έργα πρέπει να έχεις μια καλή σκηνοθεσία, χρειάζεσαι τη βοήθεια του σκηνοθέτη. Η Σοφία Καραγιάννη έκανε μια εξαιρετική σκηνοθεσία. Ο ήρωας είναι σε ένα παραλήρημα. Αλλάζει συνεχώς θέμα. Αυτό αυτόματα σου κρατάει το ενδιαφέρον. Η δυσκολία του έργου έγκειται στις συνδέσεις των κομματιών, που πηδάει από το ένα θέμα στο άλλο λόγω του παραληρήματος. Χωρίς το κείμενο και τη σκηνοθεσία δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Είναι χημεία, είναι μαγιά, είναι μίξη. Έχει χιούμορ και δράμα και κωμωδία, έχει συναισθηματικές μεταπτώσεις, είναι ένα έργο που τα έχει όλα. Είναι κωμικοδραματικό.
Ο Χρυσοβαλάντης είναι ένας ήρωας της διπλανής πόρτας, αλλά λίγο πολύ φιγούρα μιας ελληνικής πραγματικότητας που θελήσαμε να ξεπεράσουμε. Έχει ξεπεραστεί πιστεύεις, στη σύγχρονη Ελλάδα, το τρίπτυχο, πατρίς- θρησκεία- οικογένεια;
Σας πληροφορώ ότι υπάρχει ακόμα περισσότερο. Η κρίση έφερε στην επιφάνεια πολλά πράγματα που δεν φαίνονταν σε καιρούς παχέων αγελάδων. Οι ανθρώπινες σχέσεις επαναπροσδιορίστηκαν. Ο Χρυσοβαλάντης δεν θα αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα αν δεν έχανε τη δουλειά του, αν μπορούσε να παρέχει στην οικογένειά του ή να ικανοποιεί τις ανάγκες του. Βέβαια ήταν ένας προβληματικός άνθρωπος ούτως ή άλλως, αλλά η ανεργία του, του δημιούργησε όλες αυτές τις προβληματικές σχέσεις. Αυτό είναι το ατού του έργου. Ο Μάκης έχει τοποθετήσει έναν άνεργο στο πικ της ελληνικής πραγματικότητας, κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών αγώνων, προ κρίσης. Ο Χρυσοβαλάντης είναι η Ελλάδα που καταρρέει μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αυτό το πράγμα διογκώθηκε και έσκασε η φούσκα. Είναι σαν την επιφάνεια της θάλασσας που έχει γεμίσει με πετρέλαια και δεν μπορεί να καθαρίσει. Αυτό το παρατηρούμε σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις, επαγγελματικές, οικογενειακές, φιλικές.
Οι προβληματικές σχέσεις που έχει δημιουργήσει από που πιστεύεις ότι πηγάζουν; Πώς θα μπορούσες να περιγράψεις τον ήρωα;
Αρχικά μας παρουσιάζει τον πατέρα του, ο οποίος ήταν παλιός στρατιωτικός, όλη αυτή η σχέση του με την εκκλησία, το γεγονός ότι δεχόταν κακοποίηση είναι σημαντικές λεπτομέρειες που καθόρισαν την ψυχοσύνθεσή του. Είναι ένας αδύναμος χαρακτήρα και έχει επηρεαστεί από τον οικογενειακό περίγυρο στον οποίο ζούσε. Όλα αυτά για τα οποία κατηγορεί τους ξένους τα κάνει ο ίδιος σε μεγάλο βαθμό. Μπορούμε να πούμε ότι η σχέση του με το αφεντικό του είναι βαθιά προβληματική. Εκείνος λόγω της θέσης του δοκιμάζει τα όρια του Χρυσοβαλάντη, ενώ ο ήρωας δείχνει να υπομένει τις προσβολές και την άσχημη συμπεριφορά του αφεντικού του χωρίς να επαναστατεί. Είναι ένας άβουλος άνθρωπος.
Παρατηρούμε ότι από μικρή ηλικία οι άνθρωποι περιθωριοποιούν αυτόν που είναι διαφορετικός. Αυτό φαίνεται να συμβαίνει και στον Χρυσοβαλάντη. Έχει υποστεί πολλά πράγματα. Δεν μπορεί να πάρει τη ζωή του στα χέρια του. Είναι άρρωστος και συναισθηματικά και σωματικά. Υπομένει πράγματα τόσα χρόνια όπου έρχεται στο τέλος και σπάει.
Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να προσθέσω κάτι που συνέβη κάποια στιγμή μετά την παράσταση. Το θέατρο σου προσφέρει μεγάλες στιγμές. Ήρθε ένας άνθρωπος μετά την παράσταση και μου είπε ότι αν δεν επαναστατούσαν εκείνος και ο αδερφός του θα είχαν γίνει Χρυσοβαλάντης.
Μπορεί να βρει ο Χρυσοβαλάντης κάποιον να τον ακούσει, να μοιραστεί τις ανησυχίες του, τους φόβους του; Πώς αντιμετωπίζει εν τέλει τις δυσκολίες που έχουν προκύψει στην ζωή του;
Η σχέση του με τις πόρνες είναι τέτοια. Ίσως είναι και οι μόνες που κάθονται και τον ακούνε περισσότερο από τον καθένα, ακόμα και από την οικογένεια του. Βέβαια αυτή είναι και η συνθήκη της συγκεκριμένης σχέσης αλλά σε αυτές ο Χρυσοβαλάντης μπορεί να μιλήσει. Επιπλέον, η προσωπική του σχέση με την εκκλησία είναι καθαρή. Έχει αναπτύξει μια σχέση αληθινή. Κάνει συζητήσεις με τον Θεό. Κάνει συζητήσεις γιατί δεν έχει να μιλήσει αλλού. Ακουμπάει εκεί.
Είναι αντιήρωας ο Χρυσοβαλάντης. Ένας άνθρωπος φαίνεται να καταρρέει σε ένα περιβάλλον επίπλαστης ευμάρειας και χαράς. Σε μια φούσκα. Κατηγορεί τους άλλους για πράγματα που είναι και φοβάται. Θεωρώ ότι είναι ένας μέσος άνθρωπος με ακραίες εκφράσεις. Όσον αφορά στην αντιμετώπιση των δυσκολιών θεωρώ, πως δεν μπορεί να τις αντιμετωπίσει Έχει ξεφύγει. Είναι ένας μικρός θάνατος αυτό που ζει ο Χρυσοβαλάντης. Το λέει από την αρχή ότι δεν είναι καλά. Παίρνει χάπια. Η παράσταση είναι δρομολογημένη προς τα εκεί. Εμείς δίνουμε ένα φινάλε αλλά ο κάθε θεατής αισθάνεται διαφορετικά την κατάληξη του ήρωα ανάλογα με τις δικές του ανάγκες. Δίνει με λίγα λόγια το δικό του τέλος.
Σου φάνηκε δύσκολο να μπεις στην ψυχοσύνθεση του;
Ήταν αρκετά δύσκολο. Με συγκινούσε πάντα αυτός ο ρόλος και ήθελε πάρα πολύ δουλειά για να στηθεί. Ήταν πολύ δύσκολο να περνάς από το ένα θέμα στο άλλο. Έπρεπε να βρω πως θα περπατάει αυτός ο άνθρωπος, πως θα μιλάει, πως θα υποφέρει. Έπρεπε να το χτίσω από την αρχή με νύξεις και σταδιακά να αποκαλυφθεί ο ήρωας. Θέλαμε να βρούμε κάποια μοτίβα επαναλαμβανόμενα για να τονιστεί σωματικά η εμμονή του. Έβαλα το ψαλτικό στοιχείο που βοήθησε την παράσταση γιατί ήταν στο πνεύμα του ήρωα. Σε αυτό με βοήθησε το γεγονός ότι ο πατέρας μου ήταν ψάλτης. Ο αυτοσαρκασμός του ήρωα με τρελαίνει. Έχω δει πολλούς τέτοιους ανθρώπους κοντά στην εκκλησία. Για κάποιους από αυτούς είναι ένα απάγκιο. Εκεί προσφεύγουν για να βρουν ησυχία.
Τέλος, είχαμε πάντα αυτήν την απορία για τις παραστάσεις που επαναλαμβάνονται. Σε έχει κουράσει να παίζεις τρία χρόνια την ίδια παράσταση;
Καθόλου. Βέβαια παίζω ταυτόχρονα και σε άλλες παραστάσεις οπότε δεν έχει προλάβει να με κουράσει. Μου αρέσει πάρα πολύ αυτός ο ρόλος. Θα ήθελα να το κάνω παραπάνω. Επιπλέον είναι και μία δουλειά δική μας, πάει καλά και αυτό μας δίνει δύναμη.
Ευχαριστούμε πολύ τον Ιωσήφ Ιωσηφίδη για την όμορφη συζήτηση και τον χρόνο του. Του ευχόμαστε καλή συνέχεια στην παράσταση και ότι καλύτερο για τα μελλοντικά του σχέδια.
Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ.
Η συνέντευξη δόθηκε στις συντάκτριες Χρυσού Έφη και Καραμπίνη Τέσσυ.
Οι φώτογραφίες είναι του Χάρη Λυγούρα (εξώφυλλο, 2η μέσα στο κείμενο) και της Νικολέτας Γιαννούλη (η 1η & η 3η).