Ο Κωνσταντίνος Τσάβαλος μιλάει για το βιβλίο του "Mixtape"
2024-11-13Ο Κωνσταντίνος Τσάβαλος είναι δημοσιογράφος, γράφοντας κυρίως για τη μουσική και έχοντας στο ενεργητικό του αρκετές συνεργασίες εδώ και 23 χρόνια. Έχει εκδώσει τέσσερις μουσικές βιογραφίες (Freddie Mercury, Rolling Stones, Pink Floyd, Maneskin) από τις εκδόσεις Οξύ, το μυθιστόρημα "Ντοπαμίνη" από τις εκδόσεις Βαχκικόν και πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο το νέο του βιβλίο με τίτλο "Mixtape", ένα comic γεμάτο από ιστορίες τραγουδιών, σχεδιασμένες από τον Αντώνη Βαβαγιάννη.
Γιατί αποφάσισες να κυκλοφορήσεις το συγκεκριμένο βιβλίο;
Στα 30 χρόνια της σχεδόν καθημερινής ενασχόλησής μου με την μουσική, είχα ήδη μαζέψει από μουσικές εγκυκλοπαίδειες και λοιπές έντυπες και διαδικτυακές πηγές κάποιες, τρόπον τινά, απόκρυφες ιστορίες από το χώρο της ευρύτερης ποπ και ροκ κουλτούρας για καθαρά προσωπική μου ψυχαγωγία και απόλαυση, και κατά καιρούς τις μοιραζόμουνα είτε ιδιωτικώς με τους φίλους μου, είτε δημοσίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μόλις είδα ότι αυτού του τύπου οι ιστορίες έχουν απήχηση –ειδικά μέσα σε ένα περιρρέον κλίμα που ευνοεί το πάσης φύσεως digital storytelling – απευθύνθηκα στον εκδοτικό οίκο του Μεταιχμίου, που ήταν αρκετά πρόθυμος και ανοιχτόμυαλος ώστε να το κυκλοφορήσει.
Γιατί επέλεξες τις συγκεκριμένες ιστορίες και τον συγκεκριμένο τίτλο;
Είχα ήδη συγκεντρώσει περί τις 35 ιστορίες και τελικά αποφασίστηκε να κυκλοφορήσουν οι 24. Η τελική επιλογή έγινε από κοινού με τον Αντώνη Βαβαγιάννη και βασίστηκε πάνω σε δυο κριτήρια: αφενός το πόσο διασκεδαστικές, παράξενες ή περίεργες είναι και αφετέρου το πόσο εύκολα μπορούν να εικονογραφηθούν. Ο τίτλος της κάθε ιστορίας προέρχεται από ένα τραγούδι από την δισκογραφία του αντίστοιχου καλλιτέχνη/μουσικού/μπάντας και επίσης ανταποκρίνεται, με κάποιο κοντινό τρόπο, στα περιγραφόμενα εντός αυτής.
Γιατί επέλεξες ανθρώπους μόνο από τον κύκλο της μουσικής;
Γιατί μου ήταν εξαρχής εύκολο και οικείο, με τον όγκο των ιστοριών που ήδη είχα συγκεντρώσει. Φυσικά και υπάρχουν σκέψεις τόσο για ένα δεύτερο Mixtape με θέμα αντίστοιχες ιστορίες αποκλειστικά από την ελληνική μουσική ιστορία και δισκογραφία και – γιατί όχι; - ένα ακόμη κόμικ με άγνωστες και απόκρυφες ιστορίες από την ιστορία του σινεμά και των ταινιών.
Πώς ήταν η συνεργασία με τον Αντώνη Βαβαγιάννη;
Πολύ καλή για να είναι αληθινή.
Συνήθως κτίζονται πολύ μύθοι και fake news γύρω από δημοφιλή ονόματα. Πόση έρευνα χρειάζεται για να διασταυρώσεις αν μια πληροφορία είναι αληθινή;
Εδώ ακριβώς έπρεπε να γίνει η περισσότερη δουλειά από δικής μου πλευράς. Η εύρεση των ιστοριών ήταν εύκολο: το δύσκολο θα ήταν να επιβεβαιώσω την όποια (μερική ή πλήρη) εγκυρότητά τους. Ειδικά όταν επαίρεσαι ότι γράφεις «αληθινές ιστορίες», τότε, εσένα ως συγγραφέα, δεν σου επιτρέπεται ούτε στο ελάχιστο να πεις ή να γράψεις κάτι που δεν ισχύει. Εκεί λοιπόν έπρεπε να μιλήσω με ανθρώπους που ήταν είτε αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες των εν λόγω ιστοριών, είτε μπορούσαν να μου τις επιβεβαιώσουν διαμέσου ενός άτυπου one degree of separation (γιατί για six degrees ούτε λόγος, πλέον εκεί ήταν φάση «χαλασμένο τηλέφωνο»).
Ποιους από αυτούς τους καλλιτέχνες έχεις γνωρίσει ή θα ήθελες να γνωρίσεις;
Όλους. Αλλά αν έπρεπε να επιλέξω σώνει και ντε έναν ή δυο, με κλειστά μάτια τον Ozzy Osbourne και τον Billy Idol. Και μετά να πιώ ένα κονιάκ με τον Leonard Cohen.
Υπάρχουν κοινά ανάμεσα στους μεγάλους καλλιτέχνες;
Η φιλοδοξία να γίνουν μεγάλοι/γνωστοί/διάσημοι. Πολλοί από αυτούς που θεωρούμε «ιερά τέρατα» των τεχνών ή της μουσικής είχαν ελάχιστο ή λίγο μουσικό και καλλιτεχνικό ταλέντο. Είχαν όμως όλοι τους κάτι κοινό: μια υπέρμετρη φιλοδοξία να διακριθούν και να ξεχωρίσουν. Το ταλέντο από μόνο του δεν μπορεί να σε πάει κάπου, θεωρώ. Ο καταλύτης στη «μηχανή» του καθενός είναι η προσωπική του φιλοδοξία (αλλά και το σημείο που είναι ικανός να φτάσει προκειμένου να την ικανοποιήσει μέχρι τελευταίας ρανίδας που λέμε).
Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε πολλά αυτοβιογραφικά έργα σε ταινίες, σειρές, βιβλία κτλ. Γιατί πιστεύεις ότι συμβαίνει αυτό;
Γιατί το κοινό έχει την τάση να κοιτάει από τις προσωπικές του κλειδαρότρυπες μέσα στα δωμάτια και τις ζωές των διασήμων – αυτό είναι κάτι που δεν θα αλλάξει ποτέ. Επίσης υπάρχει και η κυνική θεωρία του “νεκρού διάσημου”, ότι δηλαδή ο θάνατος ενός καλλιτέχνη είναι η πιο «έξυπνη» και προσοδοφόρα κίνηση καριέρας που θα μπορούσε ο ίδιος να κάνει. Π.χ. η αυτοβιογραφία του Matthew Perry με τίτλο «Friends, Lovers, and the Big Terrible Thing», που κυκλοφόρησε ακριβώς πριν ένα χρόνο, σκαρφάλωσε στην πρώτη θέση της λίστας με τα best seller στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι μια θεωρία που ισχύει από την πρώτη στιγμή της γέννησης της ποπ κουλτούρας: ένας καλλιτέχνης είναι πάντα πιο «χρήσιμος» νεκρός (μέσα στην επικείμενη «αγιοποίησή» του) παρά ζωντανός (μέσα στα πιθανά λάθη και αστοχίες στις οποίες θα υπέπιπτε αν συνέχιζε να ζούσε). Μην ξεχνάμε επίσης ότι το πρώτο βιβλίο της ανθρωπότητας, η Βίβλος, είναι, ουσιαστικά, η αυτοβιογραφία του δημιουργού του: τι έκανε, πως το έκανε, τι έφτιαξε πρώτα, τι έφτιαξε μετά κτλ.
Τι σε ώθησε να ασχοληθείς με τη δημοσιογραφία και ειδικά τον πολιτισμό;
Δεν σπούδασα Δημοσιογραφία, ούτε είμαι απόφοιτος κάποιας σχετικής σχολής. Έμαθα το επάγγελμα εμπειρικά και πάντα με την λογική του «πρώτα αποδέχεσαι μια καλή δουλειά που σου προτάθηκε και μετά μαθαίνεις πώς να την κάνεις σωστά και καλά». Όσον αφορά στο ερώτημα περί πολιτισμού, λειτούργησα καθαρά με την μέθοδο της ατόπου απαγωγής: δεν είχα καμία απολύτως κλίση στην ιατρική, τα μαθηματικά, την δικηγορία, τα οικονομικά και την ακαδημαϊκή καριέρα, οπότε δεν μου έμειναν και πολλά πράγματα να ασχοληθώ στη ζωή μου παρά μόνο με την Τέχνη και το γράψιμο γύρω και περί αυτής.
Έχεις ασχοληθεί με την τέχνη σε πρακτικό επίπεδο εκτός από τη συγγραφή;
Δεν νομίζω ότι μετράει το ότι παίζω κιθάρα ή μπάσο. Ή το ότι είμαι απόφοιτος Ιστορίας και Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης. Αμφότερα μού φαίνονται τόσο μακρινά, σαν να τα έκανα σε μια άλλη ζωή.
Φαίνεται ότι ο κόσμος στην Ελλάδα δε διαβάζει ιδιαίτερα. Συμμερίζεσαι αυτήν την άποψη;
Ο κόσμος και διάθεση για διάβασμα έχει και την όρεξη να χωθεί μέσα σε βιβλία έχει. Χρήματα δεν έχει.
Πιστεύεις ότι τα comics και τα graphic novels αφορούν μεγαλύτερο κοινό από αυτό της λογοτεχνίας;
Στην δημοσιογραφία, τόσο την έντυπη, όσο και την ηλεκτρονική υπάρχει ο άγραφος κανόνας του «60/40»: ένα κείμενο ή άρθρο, προκειμένου να «τραβάει κόσμο», πρέπει να αποτελείται από 60% εικόνα και 40% κείμενο. Υπό την έννοια αυτή και λαμβάνοντας υπόψη και την διάσπαση προσοχής από την οποία πλέον πάσχουμε όλοι μας λόγω της καθολικής επικράτησης της digital μορφής περιεχομένου, τότε τα κόμικ θεωρώ ότι θα κερδίζουν όλο και περισσότερο έδαφος και κομμάτι από την εκδοτική «πίτα». Απόδειξη περί αυτού είναι ότι πλέον όσες μουσικές βιογραφίες κυκλοφορούν εκεί έξω διεθνώς, κυρίως είναι εγχειρήματα που συνδυάζουν κείμενο και εικόνα/σχέδιο, ικανοποιώντας την δίψα του κοινού για έξυπνα γραμμένα graphic novels.
Πρόκειται να γίνει κάποια εκδήλωση / παρουσίαση;
Έγινε η πρώτη παρουσίαση στα Public του Συντάγματος στις 30 Οκτώβρη. Ευελπιστούμε ότι θα ακολουθήσουν και άλλες σε όλες τις μεγάλες ελληνικές πόλεις, αρχής γενομένης από την Θεσσαλονίκη κάποια στιγμή. Εννοείται ότι το Mixtape (και οι δημιουργοί του) θα δώσει το παρών και σε όλα τα μεγάλα φεστιβάλ με κόμικ, όπως π.χ. το επικείμενο AthensCon (6-7 & 8 Δεκεμβρίου 2024 στο Στάδιο Ταε Κβο Ντο).