Ο Βασίλης Σταματάκης και ο Τάσος Κωλέτσης μας μιλούν για το «RegretMeNot»
2023-11-16«RegretMeNot»
Μετανιώνω την ώρα και την στιγμή
Μετά από συνεντεύξεις με ανθρώπους μετανοημένους και μη, κάθε κοινωνικής προέλευσης, μια νέα ομάδα ηθοποιών έγραψε το έργο «RegretMeNot» και μ’ αυτό θα συστηθούν στο αθηναϊκό κοινό.
Τη σκηνοθεσία της παράστασης έχει αναλάβει η Ρωξάνη Κριμίζη, η οποία μαζί με τέσσερις ακόμη νέους ηθοποιούς θα φέρουν επί σκηνής ιστορίες που όλοι μας έχουμε ζήσει. Η πρεμιέρα της παράστασης θα γίνει στις 15 Νοεμβρίου στο Θέατρο Χώρος.
Σκηνοθετικό σημείωμα:
Τι είναι η μετάνοια; Το σ’ αγαπώ που δεν ειπώθηκε; Το μπέργκερ που φαγώθηκε; Το έκτο κερασμένο σφηνάκι; Την έχεις κολλητή ή την αποφεύγεις σαν το τζατζίκι πριν από το πρώτο ραντεβού;
Αυτά και άλλα τόσα άκουσε η ομάδα στις συνεντεύξεις με μετανοημένους και αμετανόητους κάθε ηλικίας, φύλου, καταγωγής και επαγγέλματος που μοιράστηκαν τις ιστορίες τους. Μαζί με αυτές οι ηθοποιοί της παράστασης καταθέτουν και τις δικές τους προσωπικές εμπειρίες. Δηλώσεις προσωπικοτήτων εντός κι εκτός συνόρων. Μετανιωμένα τραγούδια. Ένα διαδοχικό παιχνίδι που μέσα από τεχνικές Verbatim Theater και Devised Theater συνθέτει αυτήν την παράσταση.
Μια σπονδυλωτή παράσταση βασισμένη σε καθημερινές «δηλώσεις μετάνοιας» που δημιουργούν ένα μωσαϊκό για την απώλεια, τον έρωτα, την καριέρα, την οικογένεια, το θάνατο, αλλά και τα μεθύσια, τις δίαιτες, ακόμα και τις στυλιστικές επιλογές που όλοι θέλουμε να ξεχάσουμε. Όλα μας φέρνουν μπροστά στο γέλιο και στην συγκίνηση που μόνο η αληθινή ζωή μπορεί να προσφέρει.
Μέσα σε έναν κόσμο στον οποίο ζούμε διχασμένοι, απομονωμένοι, αυτό που μας ενώνει είναι η κοινή ανθρώπινη εμπειρία. Και αυτό που μας λείπει, είναι το μοίρασμα αυτής της εμπειρίας, η δική μας δήλωση γύρω από έναν κοινό πυρήνα που θα μας καταστήσει ευάλωτους αλλά και δυνατότερους απέναντι σε ένα μέλλον αβέβαιο. Επειδή μετά, θα είμαστε λιγότερο μόνοι.
Ελάτε στην παράσταση και δε θα το μετανιώσετε. Μάλλον.
Οι ηθοποιοί Βασίλης Σταματάκης και Τάσους Κωλέτσης μας μιλούν για το RegretMeNot.
Ποια ήταν η αρχική έμπνευση για να ασχοληθείτε με το ζήτημα της μετάνοιας -ή και όχι- των ανθρώπων;
Τάσος Κωλέτσης: Η αρχική έμπνευση για την παράσταση αυτή ανήκει στην Ρωξάνη Κριμίζη που, συν τοις άλλοις, είναι και η σκηνοθέτης του έργου. Το θέμα της μετάνοιας είναι διαρκώς παρόν στη ζωή μας και αφορά κάθε άνθρωπο, χωρίς καμία κοινωνική, πολιτική, φυλετική ή οποιαδήποτε άλλη διάκριση. Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε το κλισέ του «πανανθρώπινου θέματος» που στην περίπτωση της μετάνοιας είναι ο απολύτως σωστός χαρακτηρισμός. Έχει, λοιπόν, για εμάς πολύ ενδιαφέρον το να εξετάσουμε πως ένα θέμα που μας αφορά όλους, αποκτά ξεχωριστές αποχρώσεις, βαρύτητας και δυναμικές σε κάθε μοναδική ιστορία.
Βασίλης Σταματάκης: Όπως επίσης ιδέα της Ρωξάνης ήταν το να εξετάσουμε το θέμα της μετάνοιας όχι μέσα από κάποιο έργο ή κάποια ήδη υπαρκτά κείμενα, αλλά μέσα από συνεντεύξεις που θα παίρναμε οι ίδιοι. Το οποίο ήταν μια τεράστια πρόκληση, το να μαζέψουμε εμείς πρωτογενές υλικό, ιστορίες μετάνοιας από την "πηγή" και τον προφορικό αυτό λόγο να τον μεταποιήσουμε σε παράσταση.
Πώς θα ορίζατε τη μετάνοια στα πλαίσια της παράστασης;
Τ.Κ.: Δεν πιστεύω πως η μετάνοια μπορεί να καλουπωθεί σε έναν μόνο ορισμό. Και αυτό γίνεται απόλυτα κατανοητό από κάποιον θεατή που θα έρθει να δει την παράσταση. Μέσα στη διάρκεια της παράστασης επιχειρούνται διάφοροι ορισμοί της μετάνοιας. Κάποιοι από αυτούς είναι αρκετά λογικοφανείς (π.χ. «η μετάνοια είναι κάτι που μεταλλάσσεται») κάποια άλλοι φαινομενικά εντελώς παράλογοι (π.χ. «μουσακάς ή το έκτο κερασμένο σφηνάκι»).
Β.Σ.: Θα συμφωνήσω. Το να οριστεί μια έννοια εξαρτάται από το ποιος δίνει τον ορισμό. Και ακριβώς επειδή η παράστασή μας φέρνει στη σκηνή ιστορίες πάρα πολλών ανθρώπων, περνάμε από το "δεν δέχομαι τη μετάνοια" ή το "δεν μετανιώνω για τίποτα" μέχρι το "μετανιώνω για τα πάντα". Και φυσικά όλες τις ενδιάμεσες διακυμάνσεις.
Σε ποια ζητήματα επικεντρώνεται η μετάνοια στο RegretMeNot; Αφορά μόνο ‘σοβαρά’ ζητήματα ή και πιο ‘ασήμαντα’;
Β.Σ.: Εμείς απλά θέταμε το ερώτημα «Αν μετανιώνεις κάτι στη ζωή σου, τι είναι αυτό;» αφήνοντας το βάρος να πέσει στο τι θέλει ή τι έχει ανάγκη να μοιραστεί ο άνθρωπος απέναντί μας, χωρίς να κατευθύνουμε τη ροή της συνέντευξης. Βέβαια η αλήθεια είναι πως σε όποιον λέμε ότι το θέμα της παράστασης είναι η μετάνοια συνήθως λέει «ωχ, βαρύ θέμα πιάσατε». Λάθος! Το υλικό που συγκεντρώθηκε περιέχει από προσωπικές και βαριές εξομολογήσεις μέχρι πάρα πολύ ξεκαρδιστικές ιστορίες.
Τ.Κ.: Είναι σχεδόν αδύνατο να χαρακτηρίσεις ένα ζήτημα «σοβαρό» ή «ασήμαντο» όταν πρόκειται για μια προσωπική ιστορία μετάνοιας ενός υπαρκτού ανθρώπου. Καθένας από τους ανθρώπους που μοιράστηκαν μαζί μας τις ιστορίες τους μετανιώνει για πολλά και διαφορετικά πράγματα. Ενδιαφέρον, όμως, έχει πως κάποιοι από αυτούς μετανιώνουν πολύ για ζητήματα τα οποία ακούγονται αστεία ή όχι και τόσο σοβαρά και όχι για άλλα που σε μια πρώτη ανάγνωση θα τα αντιμετώπιζε κανείς ως (πολύ) σοβαρά.
Με ποιον τρόπο μπορεί να ενταχθεί σε μια παράσταση ένα θέμα που έχει κυρίως αντληθεί από συνεντεύξεις πρόσωπο με πρόσωπο;
Τ.Κ.: Η συγκεκριμένη παράσταση μπορούμε να πούμε ότι ανήκει στο είδος θεάτρου που ονομάζουμε verbatim theatre· ένα παρακλάδι θα λέγαμε του πιο γνωστού documentary theatre. Το συγκεκριμένο είδος θεάτρου φέρει επί σκηνής το υλικό των συνεντεύξεων ακριβώς όπως ειπώθηκε από τους συνεντευξιαζόμενους. Αυτό έχουμε προσπαθήσει κι εμείς να κάνουμε στην παράσταση. Δεν χρησιμοποιήσαμε τις συνεντεύξεις ως βάση για να γράψουμε ένα νέο έργο, αλλά οι ίδιες οι συνεντεύξεις αποτελούν το έργο. Έγιναν φυσικά κάποιες απαραίτητες αλλαγές και περικοπές, καθώς ο όγκος του υλικού ήταν πολύ μεγάλος, χωρίς όμως να γίνουν αλλαγές ή παρεμβάσεις σε όλα αυτά που μας είπαν οι συνεντευξιαζόμενοι. Όλα όσα θα ακούσετε στην παράσταση έχουν ειπωθεί ακριβώς με τον τρόπο αυτόν.
Β.Σ.: Αυτό έχει δύο όψεις. Από τη μία έχεις την ομορφιά της αλήθειας. Έχεις «αιχμαλωτίσει» σε ένα μαγνητοφωνάκι τη στιγμή ενός ανθρώπου που σου χάρισε απλόχερα τις εμπειρίες του, με όλη την ειλικρίνεια, τη συγκίνηση, το χιούμορ, την προφορικότητα που έχει. Αυτό έχει μια πολύτιμη αυθεντικότητα. Από την άλλη όμως έχεις τη δυσκολία ένα κείμενο που δεν είναι θεατρικό να το μετουσιώσεις σε σκηνικό λόγο. Εκεί εξερευνήσαμε τους τρόπους αφήγησης, να βρούμε ποιο είναι το κατάλληλο κοστούμι που θα ντύσει την εκάστοτε ιστορία και θα της δώσει τη σκηνική υπόσταση που θα την αναδείξει.
Τι θα χαρακτηρίζατε ως πρόκληση με την οποία ήρθατε αντιμέτωποι στο RegretMeNot;
Β.Σ.: Κάθε στάδιο της διαδικασίας είναι μια πρόκληση. Και ακριβώς αυτή είναι και η ομορφιά αυτής της παράστασης. Ανεβάζουμε ένα έργο που… δεν υπάρχει! Το κείμενο προέκυψε από συνεντεύξεις με ανθρώπους που εμείς ψάξαμε, βρήκαμε και θέλησαν να μας ανοίξουν τις καρδιές τους. Το πώς οι ατελείωτες ώρες συνεντεύξεων απομαγνητοφωνήθηκαν. Το πώς οι απομαγνητοφωνήσεις οδήγησαν σε όγκους σελίδων. Πώς οι σελίδες αυτές έπρεπε να γίνουν κείμενο για το θέατρο. Η επεξεργασία του κειμένου, ποια ιστορία θα διαδεχθεί ποια, με ποιο τρόπο θα αφηγηθούμε την κάθε μία, πώς αναδεικνύεται η κάθε ιστορία. Όλα αυτά ήταν μικρές και μεγάλες προκλήσεις για όλους μας.
Τ.Κ.: Για εμένα η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν και συνεχίζει να είναι ο σεβασμός απέναντι στους ανθρώπους που μας εμπιστεύτηκαν τις ιστορίες τους. Η μετάνοια είναι ένα θέμα βαθιά προσωπικό και το γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι ανοίχτηκαν και μοιράστηκαν μαζί μας τις ιστορίες τους μας φέρνει αντιμέτωπους με μία τεράστια ευθύνη. Την ευθύνη του να μεταφέρουμε στο κοινό όσο το δυνατόν πιο καθαρά τη «γεύση» κάθε ιστορίας μετάνοιας που ακούσαμε, χωρίς, όμως, ταυτόχρονα να καπηλευθούμε τις ιστορίες και να τις αντιμετωπίσουμε σαν δικές μας, προσωπικές ιστορίες.
Εσείς προσωπικά τι αγαπήσατε περισσότερο από αυτές τις εξομολογήσεις-μετάνοιες;
Β.Σ.: Το γεγονός ότι είναι ιστορίες αληθινές. Είναι σαν όλοι οι άνθρωποι που μας έδωσαν συνέντευξη να άνοιξαν το φωτογραφικό άλμπουμ της ζωής τους, να ξεκόλλησαν κάποιες φωτογραφίες τους και να μας τις χάρισαν. Αυτό έχει κάτι το πολύτιμο και μοναδικό που με συγκινεί πολύ.
Τ.Κ.: Τη μοναδικότητα της κάθε ιστορίας. Όχι μόνο ως προς το περιεχόμενο της μετάνοιας αλλά και ως προς τον τρόπο με τον οποίο την εξιστορούσε κάθε φορά ο κάθε συνεντευξιαζόμενος.
Αν μπορούσατε να συνδέσετε την παράσταση με ένα τραγούδι, ποιο θα ήταν αυτό;
Τ.Κ.: Δεν μπορώ να διαλέξω ένα τραγούδι. Μάλλον με κάποιο τραγούδι που ήταν κάποτε η ένοχη απόλαυσή μου: ήθελα να το ακούω διαρκώς, αλλά δεν ήθελα κανείς να ξέρει ότι το ακούω. Και υπάρχουν πολλά…
Β.Σ.: Ου! Ένα σωρό. Όλους τους μήνες που κάνουμε πρόβες μας έχουν κολλήσει διάφορα. Σίγουρα θα πω το "Άνοιξε και μετάνιωσα" με τον Θανάση Ευγενικό και τη Μαίρη Λίντα. Ή τις παραφράσεις που κάναμε "Δε μετανιώνω, μικρός θα μείνω στο δηλώνω". Αλλά όταν ήρθε ο Σταύρος Τσάντες, που έχει γράψει όλες τις μουσικές της παράστασης, ήταν σα να πήρε ένα σφουγγάρι και τα έσβησε όλα. Τώρα όλη μέρα μουρμουρίζουμε την λαχ... Όχι. Όχι. Δε θα κάνω spoil.
Τελικά, τι μας διδάσκει η μετάνοια με το πέρας της παράστασης;
Β.Σ.: Δεν ξέρω αν μας διδάσκει κάτι. Πιο πολύ νιώθω ότι όσοι δουν την παράσταση θα ταξιδέψουν σε αληθινές ιστορίες γνώριμων ανθρώπων. Αυτό ίσως δώσει την αφορμή σε κάποιους να κάνουν παράλληλα ένα δεύτερο ταξίδι, προσωπικό, και να δουν σημεία της ζωής τους ξανά.
Τ.Κ.: Στην παράσταση θα ακούσετε κάθε άποψη γύρω από τη μετάνοια: δεν αξίζει να μετανιώνεις, είναι λύτρωση το να μετανιώνεις και πολλά ακόμη. Ο κάθε θεατής λοιπόν είναι ελεύθερος να δώσει τη δική του απάντησε στα ερωτήματα που γεννά το θέμα της μετάνοιας. Αυτό εξάλλου είναι και ο στόχος του θεάτρου: να θέτε ερωτήματα και όχι να δίνει απαντήσεις.
Όλες οι πληροφορίες για την παράσταση βρίσκονται εδώ.