«Πιστεύω πάρα πολύ στη δουλειά και το πείσμα», εξομολογείται ο Στέλιος Τσουκιάς στο deBόp

«Πιστεύω πάρα πολύ στη δουλειά και το πείσμα», εξομολογείται ο Στέλιος Τσουκιάς στο deBόp
 

Ο Στέλιος Τσουκιάς είναι data scientist, μαθηματικός και αγαπάει τη μουσική. Ζούσε για πολλά χρόνια στην Αγγλία και επέστρεψε στην Ελλάδα για να κυνηγήσει το μουσικό του όραμα. Έχει κυκλοφορήσει ήδη 1 άλμπουμ (Άγιος Ψεύτης / 2020) και το δεύτερο αναμένεται στις 17 Φεβρουαρίου, σχεδόν μια βδομάδα μετά από την παρουσίαση στον Σταυρό του Νότου (8 Φεβρουαρίου). Δημιουργικά και κοινωνικά ανήσυχος, γεμάτος από ιδέες και σθένος, έρχεται με ανανεωμένη εικόνα και νέο, δυναμικό ήχο. Τον συνάντησα στο Ραμόν, το αγαπημένο στέκι του Παγκρατίου.

-Πες μου λίγα πράγματα για σένα.

Νομίζω πως έχω πολλές πλευρές, τις οποίες έχω αποδεχτεί πια. Σπούδασα στατιστική, έκανα μεταπτυχιακό στα οικονομικά και παράλληλα δε σταμάτησα ποτέ να παίζω μουσική. Κάποια στιγμή, αποφάσισα να μετακομίσω στο Λονδίνο και έζησα εκεί 6 χρόνια. Δούλευα πάνω στο αντικείμενό των σπουδών μου, σε μια πόλη όπου οι ρυθμοί ήταν πολύ διαφορετικοί από μένα. Eκεί ήρθα σε επαφή με τον εαυτό μου και κατάλαβα πως η μουσική είναι σαν το οξυγόνο για μένα. Πλέον κοιμάμαι και ξυπνώ με τη μουσική. Για παράδειγμα, οδηγώ με τη μηχανή μου και στα φανάρια, όταν σταματάω, ηχογραφώ στίχους. Είναι κάτι που μου βγαίνει αβίαστα και σίγουρα είναι θεραπευτικό για μένα.

-Ποια είναι η πρώτη σου μουσική ανάμνηση;

«Το τραμ το τελευταίο» που το τραγουδούσε η γιαγιά μου όταν ήμουν 10 χρονών. Όταν έπιασα την κιθάρα στα χέρια μου για πρώτη φορά, αυτό έπαιξα!

-Είσαι αυτοδίδακτος ή έχεις κάνει και μαθήματα;

Στην κιθάρα και τη φωνή είμαι αυτοδίδακτος αλλά τον τελευταίο καιρό έχω ξεκινήσει μαθήματα πιάνο. Το έκανα για συνθετικούς κυρίως λόγους. Η ένταση και η δόνηση που νιώθω όταν ακουμπάω το πιάνο, είναι μαγική. Κιθαρίστας δεν μπορώ να πω ότι είμαι, μιας και δεν ήθελα ποτέ να είμαι αμιγώς κιθαρίστας, παρόλο που πια παίζω αρκετές μελωδίες θέματα και η κιθάρα δεν υπάρχει στα κομμάτια μου απλά για συνοδευτικούς λόγους. Τραγουδοποιός θα έλεγα ότι είμαι. Επίσης, αγοράζω όργανα και τα σκαλίζω (λαούτο, μπαγλαμάς, τζουράς). 

-Ποιες είναι οι επιρροές σου;

Ρεμπέτικα και λαϊκά, όπως Μπιθικώτσης, Ζαμπέτας, Τσιτσάνης και Βαμβακάρης. Ακόμα, αγαπώ τον Χατζιδάκι και τον Σιδηρόπουλο αλλά και διάφορους πιο σύγχρονους, όπως ο Αγγελάκας, ο Παυλίδης, ο Μάλαμας και ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Ταυτόχρονα, μου αρέσει πολύ η reggae και το αφηγηματικό τραγούδι, το ύφος δηλαδή που έχει storytelling όπως ο Tom Waits, o Leonard Cohen, o Johnny Cash! Μου αρέσει και ο Φοίβος Δεληβοριάς που έχει κάνει τη λέξη "Netflix" να ακούγεται ποιητικά. Σημασία έχει ένας τραγουδοποιός να περνάει το συναίσθημα και όχι να έχει άψογη φωνή. 

-Πού μεγάλωσες και σπούδασες;

Mεγάλωσα στη Νεάπολη Εξαρχείων και πιο παλιά ήταν αλλιώς το πνεύμα στην πλατεία. Όταν έγινα 18 χρονών, πήγα στη Σάμο, για να σπουδάσω μαθηματικά και εκεί ανδρώθηκα μουσικά. Έπαιζα σε μαγαζιά, κυρίως ρεμπέτικα και λαϊκά και έτσι, έμαθα αναγκαστικά πολλά για την κιθάρα, αφού έπρεπε να βγάλω πρόγραμμα και να πληρωθώ. Στην πορεία, όταν ήρθα ξανά στην Αθήνα για μεταπτυχιακό, έπαιξα πολλά live στην Όστρια, ένα μαγαζί που έπαιζε πολύ ο Πουλικάκος. Θυμάμαι να παίζω και πίσω να καίγεται κάδος. Τα έχω ζήσει και αυτά. Ωραία ήταν! Από όλα έχεις κάτι να πάρεις...

-Γιατί ακολούθησες αυτό το αντικείμενο;

Είναι κάτι που ακολουθεί πολύς κόσμος για να έχει σταθερή δουλειά και να φτιάξει οικογένεια. Εγώ τελικά δεν έκανα παιδιά και καλώς έκανα, αλλά έπρεπε να βιοποριστώ γιατί υπήρχαν αρκετές δυσκολίες. 

-Και το Λονδίνο πώς προέκυψε;

Ξεκίνησα να δουλεύω αφού τελείωσα το μεταπτυχιακό. Πιέστηκα πολύ και ήταν μια περίοδος που μου την είχε βαρέσει με την Ελλάδα και τη νοοτροπία της χώρας. Είχα πνιγεί. Έτσι, αποφάσισα να βρω την τύχη μου στην Αγγλία. Έφυγα λίγο πριν από το δημοψήσιμα του '15. 

-Γιατί επέλεξες αυτήν την πόλη;

Εκείνη την περίοδο, που ακόμα δεν είχε συμβεί το Brexit, ήταν εύκολα. Επιπλέον, υπήρχε μεγάλη ελληνική κοινότητα. Πήγα μονοήμερη για συνέντευξη, γύρισα Ελλάδα γιατί δεν είχα πού να μείνω, με πήραν από τη δουλειά και ξαναπήγα. Πιέστηκα πολύ αλλά βγήκα από τη ζώνη ασφαλείας μου και μου έκανε καλό αυτό! 

-Σε βοήθησε να ανοίξεις τους μουσικούς σου ορίζοντες κιόλας;

Άσχετα με το μοντέλο ζωής, πήγαινα συνέχεια σε live... Πήγαινα σε καταγώγια που έπαιζαν μπάντες με κοινό 5 ατόμων, άκουγα μουσική στον δρόμο και γνώρισα τον κολλητό μου, τον Κώστα Γεωργιάδη, ο οποίος είναι και παραγωγός των δύο δίσκων μου. Στους δίσκους μου μπορείς να ακούσεις στοιχεία από διάφορα είδη μουσικής. 

-Περίγραψέ μου το Λονδίνο με δυο λόγια.

Το Λονδίνο ήταν μια πολύ δυνατή «σφαλιάρα» για μένα.

-Τη Σάμο.

Η Σάμος ήταν η Παρασκευή της εβδομάδας κατά κάποιον τρόπο (γέλια). Φοιτητικά χρόνια, ξέρεις...

-Την Αθήνα.

Η Αθήνα είναι σαν το Σάββατο και είναι αναμφίβολα, η πόλη που θέλω να ζήσω. 

-Γιατί;

Στο Λονδίνο, πέρα από τη μουσική σκηνή, είδα όλα αυτά που δε θέλω να έχω στην καθημερινότητά μου (άσχημος καιρός, τεράστιες αποστάσεις, λίγες επιλογές για διασκέδαση). Υπήρχαν κάποιες παμπ, βέβαια, χωρίς μουσική, αλλά μετά τις 12 ήταν σαν την πόλη των νεκρών. Υπήρχαν και τα κλαμπ. Εγώ θέλω να πηγαίνω μέχρι αργά στο μπαράκι και να φιλοσοφώ με τον κολλητό μου. Η Αθήνα το προσφέρει απλόχερα αυτό. Μην ξεχνάς πως στην Αθήνα έχουμε drinking culture και σεβόμαστε ο ένας τον άλλον. Στις Βόρειες χώρες οι άνθρωποι βγαίνουν την Παρασκευή και τα κάνουν όλα λίμπα. Εδώ που καθόμαστε, υπάρχουν τρία μαγαζιά και μπορούμε να κάτσουμε όσο θέλουμε. Στο Λονδίνο θα μας ρωτούσαν πιεστικά αν θέλουμε κάτι άλλο τόση ώρα που είμαστε εδώ.

-Υπάρχουν ευκαιρίες στην Αθήνα για έναν μουσικό όπως εσύ;

Πιστεύω πάρα πολύ στη δουλειά και το πείσμα. Επομένως, δεν μπορώ να σου απαντήσω αντικειμενικά! Από ό, τι παρατηρώ, αντιλαμβάνομαι ότι είναι θέμα δουλειάς. Το ταλέντο μετράει για 5%. Ακόμα και όταν φτάνει η ψυχή στο στόμα και συνεχίζεις, κάπου πάει όλο αυτό.

-Ζεις από τη μουσική;

Όχι, κάνω την άλλη δουλειά που σου είπα. Είμαι data scientist. Είναι πολύ κουραστικό αλλά το έχω αποδεχτεί πια. Θα προσθέσω και κάτι, το οποίο λέω πρώτη φορά δημόσια. Τον Άγιο Ψεύτη τον έγραψα σε ένα γραφείο στο Λονδίνο, όπου αναρωτιόμουν ποιος είμαι. Ήταν μια πάλη όλο αυτό, για αυτό και το κομμάτι λέει "μήπως είμαι από κείνους που δεν λένε την αλήθεια μήπως είμαι ένας άλλος τσαρλατάνος της ζωής ιστορίες για να λέω να παλεύω την συνήθεια μα μπορεί να κοροϊδεύω το καθάριο της ψυχής". Τελικά, μέσω της δουλειάς μου, χρηματοδοτώ τις δημιουργίες μου και το έχω αποδεχτεί αυτό.

-Ποια είναι η ύστερη γνώμη σου για τον «Άγιο Ψεύτη»;

Δείχνει την περίοδο που βρισκόμουν, το γουστάρω και δεν αφορίζω τίποτα.

-Πρώτα γράφεις τον στίχο ή τη μουσική;

Όπως τύχει. Το έχω συζητήσει και με τον Παυλίδη, στα σεμινάρια στιχουργικής που είχε κάνει. Δεν υπάρχει κανόνας, απλά προσπαθώ να συνδεθώ με τον εαυτό μου. 

-Πώς πήρες την πρωτοβουλία να κάνεις τις βραδιές αφιερωμένες στον Παύλο Σιδηρόπουλο;

Με βρήκε ένας τύπος στο Λονδίνο, ο οποίος είχε φέρει Έλληνες καλλιτέχνες, μετά από live μου, που με άκουσε σε διασκευή του Σιδηρόπουλου και μου είπε ότι ήθελε να κάνουμε αφιέρωμα στα τραγούδια του επειδή τον αγαπούσε πολύ. Σκέψου ότι όταν κάναμε τις βραδιές, με βρήκε μια Τσέχα που ήξερε τη μουσική του Σιδηρόπουλου. Η μουσική είναι παγκόσμια, όπως έλεγε και ο ίδιος. Όπως και να 'χει, με έχει εμπνεύσει πολύ το έργο του, ο τρόπος που επικοινωνούσε και η προσωπικότητά του. Είχε κάτι ξεχωριστό. Οι στίχοι του ήταν απλές λέξεις, τοποθετημένες όπως έπρεπε. Όταν ήμουν 14 ετών και άκουσα "Τα Μπλουζ του Πρίγκιπα", ένιωσα κάπως άβολα. Το ίδιο έπαθα και με το "Άκου μάνα" των Active Member και το "Δε χωράς πουθενά" των Τρυπών. Με μετατόπιζαν τότε ως άνθρωπο αυτά τα τραγούδια. Πρόσφατα, διασκεύασα και επίσημα τον "Γερο - Μαθιό", ένα τραγούδι από την πρώτη περίοδο του Σιδηρόπουλο, με το ντουέτο "Δάμων και Φιντίας". 

 

-Γιατί επέλεξες το τραγούδι ενός άλλου να μπει στον δίσκο;

Πολύ καλή ερώτηση! Πιστεύω ότι του δώσαμε νέα πνοή και το ηχητικό περιβάλλον της διασκευής είναι κοντά με τα υπόλοιπα τραγούδια του δίσκου.

-Θα επαναληφθεί κάτι ανάλογο;

Με αφορμή τη γνωριμία μου με τη Μελίνα, την αδερφή του, που μου παραχώρισε την άδεια για τη διασκευή και την ευχαριστώ πολύ, θα παίξουμε τα Μπλουζ του Πρίγκιπα στην Απανεμιά, την Τρίτη 7 Μαρτίου. Μάλιστα, θέλω να πραγματοποιηθεί το live χωρίς εξοπλισμό, απλά με δυο κιθάρες. Θα δείξει... Επίσης, θέλω κάποτε να κάνω και ένα μεγάλο αφιέρωμα στα τραγούδια του, όπου θα υπάρχουν πολλοί καλεσμένοι! 

-Τι πιστεύεις για τις ονομασίες «έντεχνο» και «ελληνικό ροκ»;

Έχουν βοηθήσει να κατηγοριοποιηθεί η μουσική, κακώς για μένα. Πιστεύω ότι όλοι ξέρουμε τι σημαίνουν αλλά διαφωνούμε, ειδικά με το έντεχνο. Το ελληνικό ροκ μου φέρνει κυρίως στο μυαλό τη μουσική των 90's αλλά δε νομίζω πως υπάρχει πια ακριβώς έτσι. Πιστεύω ότι έχουμε πάει ένα βήμα πιο πέρα και δε χρειάζεται να είμαστε δογματικοί. Εγώ πάντως κάνω τη μουσική που αγαπάω και έχω μέσα πολλές συνειδητές και ασυνείδητες επιρροές! Φαντάσου ότι στον νέο δίσκο έχω ένα τραγούδι με επιρροές από γκόσπελ και κάντρι, χωρίς να ακούω ιδιαίτερα.

-Αυτήν την περίοδο τι ετοιμάζεις;

Έχουν βγει 4 single από τον νέο μου δίσκο και σιγά σιγά έρχονται και τα υπόλοιπα. Η μουσική και οι στίχοι είναι δικοί μου, εκτός από το «Ένας λύκος αισθηματίας», που είναι ποιήμα του Αργύρη Χιόνη. Συναυλιακά, θα παίξουμε αρχικά στον Σταυρό του Νότου την Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου. Η μπάντα αποτελείται από τους : Tom Yosi (κιθάρα), Κατερίνα Λιάκη (πλήκτρα), Στέφανος Χαμαλίδης (τρομπέτα), Πέτρος Σταμέλος (μπάσο) και Γιώργος Μπαμπέρης (τύμπανα). Έπειτα, θα προχωρήσουμε στην Πάτρα, στον Συνδετήρα, στις 17 Μαρτίου και στη Θεσσαλονίκη, στο Καφωδείο, στις 21 Απριλίου. Θα πάμε και Γιάννενα, Εύβοια και σε κάποια νησιά, αλλά δεν έχουμε καταλήξει ακόμα στην ημερομηνία.

-Ξεχωρίζεις κάποιον από την ελληνική σκηνή τώρα;

Μου αρέσει πολύ η Μαρία Παπαγεωργίου, οι Babo Koro και οι Λάργκο, που πλέον κάποια από τα παιδιά εμφανίζονται και ως Γκιντίκι. Γενικά μου αρέσουν πολλοί που δε μου έρχονται τώρα!

- Φαντάζομαι ότι το «Φρικιό» αναφέρεται στη διαφορετικότητα. Πώς βλέπεις την κοινωνία απέναντι στο διαφορετικό;

Δυσκολευόμαστε ακόμα και σίγουρα φταίει ότι δεν είμαστε τόσο πολυπολιτισμικοί όπως στην Αγγλία. Να σου πω την αλήθεια και εκεί πιστεύω ότι απλά το ανέχονται. Γενικά δεν μπορώ να καταλάβω πώς απαιτούμε από τον συνάνθρωπό μας να έρχεται στα μέτρα μας και να λειτουργεί όπως θέλουμε εμείς! Καλός άνθρωπος είναι αυτός που συνειδητά δεν προκαλεί κακό σε κάποιον άλλον! Μου αρέσει να ζούμε ελεύθεροι χωρίς να πατάμε στον σβέρκο κάποιου! Έχω κουραστεί να βλέπω άσχημες ειδήσεις. Αυτά που γίνονται μου φαίνονται απαράδεκτα και απάνθρωπα! Θα είμαι πάντα απέναντι σε όλα αυτά. Δε θέλω να υπάρχουν ψυχές που ταλαιπωρούνται με τραύματα για πάντα. Πότε θα ορθοποδήσουν αυτοί οι άνθρωποι, το έχουμε σκεφτεί; Όσα προβλήματα και τραύματα και αν έχουμε όλοι, πρέπει να το σκεφτούμε αυτό! Από την άλλη, πού υπάρχει η δικαιοσύνη σε τόσες γνωστές και άγνωστες υποθέσεις; Πρέπει να πεθάνουμε δηλαδή συντηρητικοί, στενοχωρημένοι και γέματοι πληγές;

-Γίναμε καλύτεροι μετά την πανδημία;

Ξεσκεπάστηκαν τα προβλήματά μας, σε παγκόσμιο επίπεδο. Το αν γίναμε καλύτεροι είναι κάτι προσωπικό. Όταν έρχεται το σκοτάδι, εμείς επιλέγουμε αν θέλουμε να το κάνουμε φως ή επιλέγουμε να βυθιστούμε ακόμα περισσότερο σε αυτό. Η κατάθλιψη, διάβασα ότι είναι μια αναγκαία αλλαγή σχήματος της ψυχής. Το σκοτάδι είναι το σημείο μηδέν, ένα δώρο. Εγώ δεν πιστεύω στην τύχη αλλά στη συγχρονικότητα. Εδώ που καθόμαστε υπάρχει μια ενέργεια, που πρέπει αντιληφθούμε. Δε λέω αμπελοφιλοσοφίες. Εξάλλου, αυτό εξηγείται και μέσω της φυσικής!

-Eίσαι αισιόδοξος για το μέλλον;

Πάντα! Εξάλλου, αν είμαι εγώ απαισιόδοξος που γράφω μουσική, τότε τι θα κοινωνήσω στους άλλους; Το φως υπάρχει δίπλα μας.

-Μοιάζει λίγο με υποχρέωση. Είναι κακό ένας καλλιτέχνης να είναι πεσιμιστής;

Αν είναι η αλήθεια του, όχι. Αν το σκεφτούμε, βέβαια, δεν είμαστε ένα πράγμα. Ανάλογα τη συνθήκη και το στάδιο, βγάζουμε κάτι διαφορετικό την κάθε φορά.

-Κλείσε με κάποιον αγαπημένο στίχο δικό σου και κάποιου άλλου. 

Θα πω κάτι δικό μου που και δεν έχει βγει ακόμα

Χαίρε χρόνε σαρκοβόρε κάθε βράδυ με γυρεύεις

Και μ’ένα άγριο ουρλιαχτό με γλεντάς και με χορεύεις

Και κάθε μέρα που γερνώ όταν σε αντικρίζω

Με ρίχνεις μέσα στο κενό μα το κενό τσακίζω

Γιατί όσο κρατάει μια στιγμή γύρω απ’τις συμπληγάδες θα ταξιδεύει η ψυχή μέσα απ ‘τις χαραμάδες

Επίσης, θα χρησιμοποιήσω τους στίχους από τη Γιορτή των Τρυπών, ένα τραγούδι που παίζω πάντα τελευταίο στις συναυλίες μου. 

Βάλε φωτιά σε ό, τι σε καίει σε ό, τι σου τρώει την ψυχή
Έξω οι δρόμοι αναπνέουν διψασμένοι ανοιχτοί
Είναι η αγάπη ένα ταξίδι από γιορτή σε γιορτή

Όλες οι πληροφορίες για το επερχόμενο live του Στέλιου Τσουκιά εδώ

Ευχαριστούμε πολύ το Ραμόν, όπου μπορεί κανείς να ακούσει μουσικές από όλο τον κόσμο και να δοκιμάσει λιχουδιές και καθαρά ποτά, σε μια από τις πιο όμορφες συνοικίες της πόλης!

subscribe

Συμπληρώστε το email σας για να γίνετε συνδρομητής στο deBόp. Το email σας θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά από το deBόp και μόνο για την αποστολή της εβδομαδιαίας agenda και περιοδικών newsletter ευρύτερου πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Καταχωρώντας εδώ το email σας, αποδέχεστε την πολιτική απορρήτου μας.