Ρένος Χαραλαμπίδης : Απευθύνομαι στο μέρος του κοινού που η ποιητική ματιά στη ζωή έχει πρωτεύοντα ρόλο.

Ρένος Χαραλαμπίδης : Απευθύνομαι στο μέρος του κοινού που η ποιητική ματιά στη ζωή έχει πρωτεύοντα ρόλο.

Συνήθως προτιμώ να μη χρησιμοποιώ το πρώτο πρόσωπο στα κείμενά μου αλλά αυτήν τη φορά είναι ανέφικτο. Το σινεμά του Ρένου Χαραλαμπίδη είναι κατά τη γνώμη μου υποτιμημένο και πολύ πολυτιμότερο από ό,τι θεωρείται τόσο από όσους είναι ενάντιοι σε αυτό αλλά ενίοτε και από αυτούς που περιορίζονται στον ρομαντικό πυρήνα των Φτηνών Τσιγάρων. Όπως λέει και ο ίδιος, θέλει οι ταινίες του να αφορούν ένα μικρό διαχρονικό κοινό που έχει την ποίηση ως πυλώνα της καθημερινότητας. Θα αναφέρω, λοιπόν, δύο τέτοιες "ποιητικές" στιγμές και θα αφήσω τον Ρένο να τα πει καλύτερα ο ίδιος, με αφορμή την κυκλοφορία της νέας του ταινίας που ονομάζεται "Νυχτερινός Εκφωνητής". 

 

Το 2015 έχοντας βιώσει μία πολύ μεγάλη απώλεια, βλέπω μια νύχτα τα Φτηνά Τσιγάρα. Γνωρίζω ήδη τον Ρένο από τις σειρές αλλά δεν έχω ιδέα για τις ταινίες του. Μένω άναυδος από την ταύτιση με τον σκηνοθέτη αφού νιώθω σαν κάποιος να βρίσκει τα λόγια που έχω μέσα μου κρυμμένα και προβάλλει στην οθόνη σχεδόν όλες μου τις υπαρξιακές αγωνίες. Αφού τελειώνει η ταινία, σκέφτομαι ότι θέλω να γνωρίσω αυτόν τον τύπο και να του πω ευχαριστώ. Μετά από λίγες ημέρες τον πετυχαίνω τυχαία στον δρόμο και έκτοτε συναντιομαστε συχνά πυκνά για συνεντεύξεις ή απλές καθημερινές συζητήσεις στην Αθήνα και στην επαρχία. Μάλιστα, το πρώτο μου επίσημο άρθρο αφορούσε αυτήν την ταινία και με οδηγεί στο παρόν μου.

Το άλλο περιστατικό αφορά τη σημερινή συνέντευξη. Όπως καθόμαστε στο στέκι του στα Εξάρχεια, περνάει ένας άστεγος μεσήλικας, ευγενής και ο Ρένος προσφέρεται να του δώσει ό,τι έχει τη δεδομένη στιγμή. Αφού απαντάει με ένα όμορφο να ταλαιπωρημένο χαμόγελο, κάνει έναν γύρο και επιστέφει λέγοντας "Ρένο, πάντως μετά από τόσα χρόνια, έχεις μείνει ίδιος και απαράλλαχτος, σαν 30 χρονών!"

Και εδώ θα πω μήπως είναι αυτές οι μικρές στιγμές, για τις οποίες μας μιλάει ο Ρένος στις ταινίες του και μας προτρέπει "Ζήσε αυτές τις στιγμές, διότι ο χρόνος φεύγει δίχως να το καταλάβεις". Μήπως είναι αυτές οι οάσεις ομορφιάς και αλήθειας σε έναν κόσμο που όλο αλλάζει που μας σπρώχνουν μπροστά με αισιοδοξία και σθένος; Φτάνει μόνο να έχουμε τα μάτια και τα αυτιά μας ανοιχτά!

Είναι προφανές ότι στον Νυχτερινό Εκφωνητή υπάρχουν διάφορα πράγματα που έχεις αγαπήσει, το ραδιόφωνο, η Αθήνα, η παράφραση από την Καζαμπλάνκα…

Τι ωραία που παρατήρησες την παράφραση από την Καζαμπλάνκα! Η ταινία αυτή για μένα είναι η πιο άρτια που γυρίστηκε ποτέ και δε λέει αυτό που νομίζουμε όλοι. Είναι η ιστορία ενός άντρα που άκουσε δύο φορές όχι από την ίδια γυναίκα. Επίσης, έχει πολλά υπέροχα λάθη, όπως το γιατί ο Μπόγκαρτ δεν έφυγε ποτέ από την Καζαμπλάνκα. Τι ξέρουμε για τη ζωή του Μπόγκαρτ εκεί;

Σχετικά με το ραδιόφωνο, εμείς που ήμασταν έφηβοι το ’80 και τα πράγματα δεν ήταν όπως νομίζεις, ακούγαμε τα κρατικά ραδιόφωνα, μιας που δεν υπήρχαν πολλές επιλογές. Η τηλεόραση έκλεινε τα μεσάνυχτα και το ραδιόφωνο τότε ήταν ένας κόσμος ολόκληρος, ένα σύμπαν, ένας γαλαξίας… Ζήσαμε πολύ βαριά και βαθιά μαζί του. Ήταν ένα τούνελ απόδρασης από τη μιζέρια των 80s.

Η Αθήνα που απεικονίζεται στην ταινία μου είναι η αρχαία ρωμαϊκή Αθήνα, δηλαδή τα μνημεία που έκτισαν οι Ρωμαίοι όπως η Πύλη του Ανδριανού, η Ρωμαική αγορά και το Καλλιμάρμαρο. Είναι μια Αθήνα που δεν την έχει κινηματογραφήσει κανείς. Όλα αυτά έχουν κάτι το μεταφυσικό για μένα. Πραγματικά πιστεύω ότι από την Πύλη του Ανδριανού μπαινοβγαίνουν οι ψυχές των Αθηναίων που δε ζουν πια και ίσως όταν κοιμηθώ και εγώ, από αυτήν την πύλη θα περάσω στον Άδη.

Σε έχει στενοχωρήσει ποτέ αυτή η πόλη; Πώς γίνεται να βρίσκεις πάντοτε κάτι καλό να πεις για την Αθήνα;

Το συκώτι μου με τα άντερά μου μαλώνουν αλλά είναι κομμάτι του εαυτού μου. Η Αθήνα είναι η πόλη που έζησα τη ζωή μου και συνεχίζω να ζω. Επειδή είναι μια πόλη φτιαγμένη από θνητούς, έχει και λάθη, όπως η Νέα Υόρκη, το Βερολίνο… Από τα λάθη των πόλεων παίρνω μικρά μαθήματα και εστιάζω στα καλά. Χαμένη ημέρα είναι αυτή που δε χαρήκαμε!

Έχει πάρα πολλά καλά η πόλη. Το ’80 και το ’90 είχε κάνει μια επιτυχία ο Νταλάρας που έλεγε «Θυμίζεις Αθήνα γυναίκα που κλαίει γιατί δεν τη θέλει κανείς». Εξελίχθηκε ευτυχώς σε μια πόλη εναλλακτική, με προσωπικό ύφος και το χάος της έγινε ένα κομμάτι ελευθερίας σε όσους ζουν εδώ. Δεν έχει τόση ασυδοσία όση νομίζουμε σε σχέση με άλλες πόλεις όπως το Παρίσι. Πρέπει να βρούμε μέσα μας δύναμη για να αλλάξουμε και άλλο την πόλη!

Ο κόσμος ίσως δε γνωρίζει πως η μουσική ήταν η πρώτη σου αγάπη. Αυτό φαίνεται και από τη μουσική επιμέλεια που έχουν όλες σου οι ταινίες.

Όταν ήμουν νέος, ήθελα να γίνω ο Διονύσης Σαββόπουλος ή ο Βαγγέλης Γερμανός. Μετά ήρθε ο υπέροχος Φοίβος Δεληβοριάς που εξέφρασε όλη τη γενιά μας. Δεν έβλεπα φως στην τραγουδοποιία και αφέθηκα σε κάτι πολύ πιο σκοτεινό και πολύπλοκο που είναι το σινεμά.

Είναι στη φύση μου η μουσική. Σε αυτήν την ταινία υπάρχει και πρωτότυπο υλικό από τη Musu Records αλλά και διασκευές. Έχουμε γραμμοφωνική μουσική, ψηφιακή, Ρακιντζή… Είναι η μουσική που ακούω και στην πραγματικότητα, που είναι γεμάτη από αντιφάσεις.

Έχεις διασκευάσει κιόλας τον Γιο του Ανέμου του Γερμανού, σωστά;

Σε ευχαριστώ πολύ που το σημειώνεις! Είναι μια όμορφη ηλεκτρονική μπόσα νόβα με τον Ηλία Κατελάνο.

Εγώ τρελάθηκα με ένα ροκ κομμάτι που ακουγόταν στον Νυχτερινό Εκφωνητή, στη σκηνή που έπαιρνε τηλέφωνο η κοπέλα από το μπαρ.

Αγαπώ πολύ τον Gary Moore και ήθελα να υπάρχει ένα παρόμοιο κομμάτι. Το έγραψε ο κιθαρίστας Πάνος Καρανάνος.

Είπα να μην αναφέρω τα Φτηνά Τσιγάρα αλλά υπάρχουν πολλά στοιχεία που τα θυμίζουν (το ραδιόφωνο, τα καρτοτηλέφωνα, ο Μάνος Βακούσης που ακούγεται στο τηλέφωνο…). Αυτό έχει να κάνει με το ότι πλέον μπορείς να κάνεις το σινεμά που ήθελες και σχετίζεται με τις πρώτες σου ταινίες;

Τώρα πια μπορώ να είμαι ο εαυτός μου και να κάνω μια δραματική ταινία χωρίς να φοβάμαι ότι θα γίνει βαρετή.

Όταν διάβασα ότι το soundtrack είχε και Μιχάλη Ρακιντζή, ήμουν σίγουρος ότι θα είχε το Μωρό μου Φάλτσο. Νομίζω ότι αυτό ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία και την ατμόσφαιρα των ταινιών σου.

Α πολύ χαίρομαι! Το έχουμε αλλάξει λίγο και σε κάποια σημεία. Ο Μιχάλης Ρακιντζής είναι σπουδαίος!

Ο πρωταγωνιστής που υποδύεσαι πραγματοποιεί ένα ψυχικό άνοιγμα στην ταινία. Προλαβαίνουν οι άνθρωποι να κάνουν τέτοια ανοίγματα σήμερα;

Θυμήσου επίσης ότι στο τέλος κοιμάται στη στάση μετρό της Ακρόπολης Είναι μια προσπάθεια εμπιστοσύνης του προς τον κόσμο.

Το άνοιγμα δεν έχει να κάνει με την εποχή αλλά με τη φύση του καθενός. Όμως έχεις δίκιο ότι έχει να κάνει και με τον χρόνο. Αυτό διαπραγματεύεται και η ταινία. Πρέπει να προλάβεις να κάνεις το μεγάλο άνοιγμα γιατί ο χρόνος φεύγει!

Απέτυχε αυτός να το κάνει;

Το έκανε λίγο αργοπορημένα. Θα μπορούσε να το είχε κάνει 10 χρόνια πριν αλλά ξεχάστηκε μέσα στην ασφάλεια της νυχτερινής εκπομπής.

Είναι κακό που το έκανε στα 50;

Ποιος ξέρει…

Πόσα αυτοαναφορικά στοιχεία έχουν οι ταινίες σου; Έχω την αίσθηση πως στην πραγματικότητα είσαι πολύ πιο χαρούμενος από τους μελαγχολικούς χαρακτήρες που ενσαρκώνεις.

Ναι, έτσι είναι. Όπως στην κουλτούρα της Αφρικής, για να φύγει η αρνητική σκέψη, την αποδίδουν στα είδωλα και την τέχνη, έτσι και εγώ προσπαθώ τη βαθιά μου μελαγχολία να μην τη φορτώσω ούτε σε μένα ούτε στους άλλους. Προσπαθώ, λοιπόν, να την κάνω δημιουργική, καύσιμη ύλη για τις ταινίες μου.

Τι σου έχει προσφέρει η τέχνη μετά από τόσα χρόνια;

Παρηγοριά. Όσο περνούν τα χρόνια, τη χρειάζομαι περισσότερο. Όσο μεγαλώνει ο άνθρωπος, παίρνει και λιγότερες απολαύσεις. 

Έχεις συναναστραφεί πολλές μεγάλες μορφές της εναλλακτικής κουλτούρας της χώρας. Έχεις βαφτίσει την κόρη του Νίκου Τριανταφυλλίδη, έκανες παρέα με τον Κωνσταντίνο Τζούμα, που η ζωή τα έφερε έτσι να τον αντικαταστήσεις στον Εν Λευκώ μετά τον χαμό του, έχουν περάσει από τις ταινίες σου διάφορες μοναδικές μορφές (Δημήτρης Πουλικάκος, Τάκης Σπυριδάκης, Άλκης Παναγιωτίδης κτλ), έχεις γνωρίσει τον Πολ Μπόουλς στην Ταγγέρη… Είσαι rock n’ roll;

Θα σου πω κάτι. Είμαι από τους πολύ λίγους που έχουν τον δίσκο ίσως του μοναδικού Ελληνικού rockabilly συγκροτήματος του ’80. Είχαν το πιο ωραίο όνομα που έχω ακούσει ποτέ σε συγκρότημα, «Φάντης Μπαστούνι & Οι Άσσοι». Σημαίνει ότι ήταν καλά παιδιά αλλά άτυχα.

 

Σου κόστισε η πολιτική σου τοποθέτηση στην τέχνη; Είπες πρόσφατα ότι το μετάνιωσες.

Ήξερα εξ αρχής ότι οι πολιτικές μου απόψεις είχαν τίμημα. Ποτέ δε συμπάθησα τους τζάμπα μάγκες. Ασφαλώς και μετάνιωσα τη συναναστροφή μου με τον όχλο και όχι τον λαό. Όταν εμφανίζεται το τέρας του όχλου, τα πράγματα γίνονται επικίνδυνα. Στοχοποιήθηκα, αδικήθηκα και άνθρωποι προοδευτικοί έγιναν φασίστες απέναντί μου χωρίς να το καταλάβουν.

Σε γνωρίζω σχεδόν μια 10ετία και σου βγάζω το καπέλο για δύο πράγματα. Το πρώτο είναι ότι δε σνόμπαρες ποτέ τα μικρά μέσα.

Τα μικρά μέσα με απελευθερώνουν και μιλάω εκ βαθέων. Οι άνθρωποι που έχω απέναντι δε με περιφρονούν και δεν έχουν μπλαζέ ύφος. Μιλάμε ως ίσος προς ίσο. Εκεί ακριβώς είναι ένας τόπος που ανθίζει η επικοινωνία και ευτυχώς πια με το διαδίκτυο, μένει και για πάντα.

Δεύτερον, φαινόταν πάντα ότι εμπιστευόσουν τους νέους.

Δεν εμπιστεύομαι αυτούς που έχουν βγάλει τετελεσμένες αποφάσεις .Ευτυχώς οι νέοι αναβάλλουν τα τελεσίδικα συμπεράσματα. Όμως ένας νέος που είναι απόλυτα σίγουρος γι’ αυτό που λέει, δε με συγκινεί.

Τώρα που μεγάλωσα λίγο, αντιλήφθηκα ότι στο «Κάτι τρέχει με τους δίπλα» στηλιτεύατε τις παθογένειες του Έλληνα.

Πρώτα από όλα, υπήρχε το βαρύ τσεκούρι του αυτοσαρκασμού. Η αυτογελοιποίηση του Καλημέρη ήταν κομμάτι μιας πολιτικής θέσης απέναντι στην γκλαμουριά της εποχής.

Βγαίνουν σήμερα καλές ταινίες, σειρές και γενικά καλλιτεχνικά δημιουργήματα;

Για πάντα θα βγαίνουν. Τώρα κάποιος κάπου γράφει ποίηση ισάξια του Οδυσσέα Ελύτη.

Κάποιοι λένε ότι έχουν χαθεί πια οι ποιητές.

Και το ’30 που έγραφαν αυτοί οι ποιητές, τα ίδια έλεγαν.

Έχεις ψυχολογήσει τους Έλληνες ως θεατές;

Είναι πάρα πολλά τα είδη κοινού. Θα έλεγα καλύτερα πως μετά από τόσα χρόνια κατάλαβα σε ποιους απευθύνομαι. Ένας λόγος που δε θυμώνω με τις κριτικές είναι γιατί απευθύνονται στον μέσο άνθρωπο και κάνουν πάρα πολύ καλά. Εγώ απευθύνομαι στο μέρος του κοινού που η ποιητική ματιά στη ζωή έχει πρωτεύοντα ρόλο.

Με μπέρδεψες σε μια πρόσφατη συνέντευξη που είπες ότι στην Κάλπικη Λύρα τελικά θα έλεγες στον Χορν να τρέξει πίσω από τη Λαμπέτη ενώ μέχρι τώρα έλεγες ότι η στάση του έδειχνε την ελευθερία του καλλιτέχνη.

Θα κάνω μια εξομολόγηση. Είμαι μπερδεμένος και επιφυλάσσομαι.

Αυτήν την περίοδο πηγαίνεις σε προβολές της ταινίας σου;

Πηγαίνω και παρακολουθώ σιωπηλός. Θέλω να έχω βαθιά σχέση με το κοινό και εξάλλου ετοιμάζω και άλλες ταινίες στο μέλλον.

Δε χρειάζεται να περιμένουμε άλλα 15 χρόνια για την επόμενη!

Όχι. Πιστεύω ότι θα βγάζω δύο ταινίες τον χρόνο. Θέλω οι ταινίες να δίνουν χαρά σε μένα και θέλω γενικά ένα μικρό διαχρονικό κοινό.

Σου έφερε χαρά ο Νυχτερινός Εκφωνητής;

Κάθε δευτερόλεπτο που βλέπω να εγκλωβίζει το ενδιαφέρον των νέων αλλά και να γεννά το ωραίο μειδίαμα των παλιών, είναι για μένα ένα χειροκρότημα στην Επίδαυρο! Επιπλέον, στην πρεμιέρα μου άρεσε πολύ που χειροκρότησε ο κόσμος στο τέλος.

Πες μου τρεις λέξεις που περιγράφουν την ταινία.

Παραγωγική, Αθηναϊκή, νοσταλγική.

Αγαπάς πολύ τα θερινά σινεμά, παρόλο που ο ήχος δεν έχει την ίδια ποιότητα με τις χειμερινές αίθουσες.

Μου δίνεις την πάσα για να πω ότι στην ταινία αυτή ένα μέρος της αφήγησης του σεναρίου γίνεται με την περιγραφή των ήχων. Ωστόσο, μου αρέσει που στα καλοκαιρινά σινεμά οι πραγματικοί ήχοι της πόλης αναμειγνύονται με τους ήχους της ταινίας. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα…

 

 

subscribe

Συμπληρώστε το email σας για να γίνετε συνδρομητής στο deBόp. Το email σας θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά από το deBόp και μόνο για την αποστολή της εβδομαδιαίας agenda και περιοδικών newsletter ευρύτερου πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Καταχωρώντας εδώ το email σας, αποδέχεστε την πολιτική απορρήτου μας.