Θεόδωρος Γρηγοριάδης: "Πιστεύω ότι ο καθένας αξίζει να ακολουθεί αυτό που πρεσβεύει μέσα του"
2024-08-24Ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης έχει γράψει 19 βιβλία. Πρόσφατα δημοσίευσε το μυθιστόρημα «Ελσίνκι» από τις εκδόσεις Πατάκη, μια ιστορία για τα όρια, τα ανθρώπινα, τα γεωγραφικά και τα ηθικά. Αφήνει μεθοδικά και στιλάτα το δικό του αποτύπωμα στη σύγχρονη λογοτεχνία . Απολαμβάνει τη δροσιά, τον χειμώνα, τη Σκανδιναβία, τον κινηματογράφο, τη μουσική, τα εικαστικά και ό, τι τον απελευθερώνει και τον χαροποιεί. Τον συνάντησα στο ευήλιο σπίτι του στη Νέα Σμύρνη, έναν κυκεώνα βιβλίων και πινάκων ζωγραφικής, με τη μουσική να στρώνει το χαλί για μια πολυθεματική και ευχάριστη συζήτηση, την πρώτη ίσως δροσερή ημέρα αυτού του καλοκαιριού, όπως ισχυρίστηκε και ο ίδιος.
Αγαπάτε την τεχνολογία;
Πάρα πολύ! Ήμουν από τους πρώτους που πήρα υπολογιστή, με floppy disk. Όταν ήρθα στην Αθήνα, είχα έναν φίλο που δούλευε στο Πολυτεχνείο και έτσι πήρα. Εκεί έγραψα τον Ναύτη, το 1992…
Διαβάζετε ηλεκτρονικά βιβλία;
Έχω όλα τα application αλλά διαβάζω μόνο δοκίμια στον υπολογιστή. Με βοηθάνε πολύ, ειδικά όταν κάνω παρουσιάσεις και κάνω copy paste, πάντα με παραπομπές, αλλά δεν μπορώ να διαβάσω μυθοπλασία στο γυαλί. Είμαι πολύ του δοκιμίου. Μάλιστα, σήμερα σκεφτόμουν αν θα πάρω σε χάρτινη ή ηλεκτρονική μορφή το καινούριο βιβλίο του Fredric Jameson, αυτού που έχει γράψει το «Μεταμοντέρνο ή η πολιτισμική λογική του ύστερου καπιταλισμού». Γενικά έχω συνδρομές παντού, σε εφημερίδες, στο Cinobo, στο Spotify, αλλά κάποια στιγμή βλέπεις ότι χρειάζεσαι προϋπολογισμό για όλα. Παλιότερα ήμουν συνδρομητής σε πολλά περιοδικά του εξωτερικού και έρχονταν εδώ τα τεύχη. Ακόμα παλιότερα ίσως ήμουν από τους πρώτους συνδρομητές, ενώ δούλευα καθηγητής στην Ξάνθη, σε ένα βρετανικό περιοδικό, το Face, που ήταν ο προπομπός των αργότερα μοντέρνων περιοδικών.
Επειδή μιλήσατε για το Spotify, μουσική ακούτε δηλαδή ηλεκτρονικά;
Για πολλά χρόνια είχα τρέλα με τα cd και είχα αγοράσει ειδικό ηχοσύστημα στο σπίτι. Απλά ως ευκολία πλέον υπάρχουν μηχανήματα, όπως αυτό το ηχειάκι που έχω στη γωνία, που εν τέλει μάλλον έχει καλύτερο ήχο κιόλας! Ακούω μουσική όλη μέρα σχεδόν. Το πρωί ακούω Τρίτο Πρόγραμμα, μετά Κόσμος, μετά βάζω τις λίστες μου κτλ. Το μεσημέρι συνήθως ακούω ελληνικά, όταν τρώω (γέλια). Βινύλια είχα όταν ήμουν μικρός στο χωριό μου, στο Παλαιοχώρι Καβάλας. Στο βιβλίο μου «Το τραγούδι του πατέρα» εξηγώ τη σχέση του πατέρα μου με τη μουσική. Ήταν ερασιτέχνης κιθαρίστας και η μάνα μου τραγουδούσε. Έτσι περνούσαμε τα βράδια μας. Όταν πήρε πικάπ ο πατέρας μου, αγόραζε δίσκους ισπανόφωνους και latin, Los Paraguayos, Trio Los Amigos και τέτοιων σχημάτων που ήταν συνήθως τρίο. Ο πρώτος ελληνικός που έφερε ήταν ο Αραμπάς της Μαρίζας Κωχ.
Μετά τι άλλο ακούσατε;
Άκουσα πολύ disco, που την ανακάλυψα το 1976, όταν πήγα με μια μικρή υποτροφία στο Λονδίνο. Άκουσα την Donna Summer και έπαθα σοκ! Ακούω αυτήν την περίοδο το αφιέρωμα που κάνει ο Γιάννης Πετρίδης στην disco και σκέφτομαι πως αυτό το είδος είναι ό, τι πιο απελευθερωτικό έχω βιώσει μουσικά. Μέσα από την disco και τα clubs, ξεκίνησα να χορεύω. Ήταν αυτοέκφραση για μένα. Χόρευα με έκσταση. Δεν είχε σημασία αν χόρευα καλά. Τα έδινα όλα, που λέμε! Δε με ενδιέφεραν οι ουσίες και οι καταχρήσεις. Γλίτωσα! Λέω ότι γλίτωσα γιατί ανήκω σε μια γενιά που έχουμε χάσει πολύ κόσμο από ναρκωτικά ή aids. Τέλος πάντων, όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα στα τέλη του ’80, τότε που άλλαζε το clubbing, ευτυχώς ανακάλυψα ένα καταπληκτικό club στην Ομόνοια, το Graffiti, που ήταν σωτήριο, επειδή χορεύαμε όπως παλιότερα! Καθόμασταν μέχρι το πρωί! Επίσης, ακούω πολύ soul, new wave και ηλεκτρονική. Έχω ακούσει και rock χωρίς να με ακουμπήσει τόσο. Το κομμάτι της μουσικής είναι πολύ έντονο και στα βιβλία μου. Οι ήρωές μου ακούνε πολλή μουσική.
Ετοιμαζόμουν να σας ρωτήσω αν σας έχει επηρεάσει η μουσική συγγραφικά.
Βέβαια! Υπάρχουν βιβλία που κτίστηκαν γύρω από τη μουσική. «Η ζωή μεθόρια» που πήρε και βραβείο το 2016, στηρίχτηκε στο “Why Can’t We Live Together” του Timmy Thomas, που το άκουγα πολύ παλιά. Στις παρουσιάσεις, έφτιαχνα πάλι λίστες σαν soundtrack. Το Spotify με βοήθησε πολύ στη "Νοσταλγία της Απώλειας", διότι ανακάλυψα στην πανδημία τους white, brown και pink noises και τους έβαλα στο τελευταίο διήγημα, που λέγεται brown noise και είναι ό, τι πιο κοντά έχω κάνει σε sci – fi. Με βοήθησε πολύ το ότι ηρεμούσα μέσω αυτών των ήχων. Ήταν σαν μόνιμο νανούρισμα. Φαντάσου τους ήχους του τρένου, ας πούμε, που μας χαλαρώνουν!
Έχει αλλάξει το clubbing σήμερα;
Δεν έχω προσωπική άποψη γιατί σταμάτησα να βγαίνω στα clubs. Η μεγάλη διαφορά είναι νομίζω πως τώρα δε χορεύουν τόσο. Δε θε ξεχάσω μια φορά που πήγα σε club, μπορεί και 20 χρόνια πριν, να χορέψω και με κοιτούσαν λες και ήμουν γραφικός! Στενοχωρήθηκα όταν κατάλαβα ότι η διασκέδαση στην Αθήνα μετά από ένα σημείο δε με αφορούσε. Νομίζω όμως πως είναι καλό που δεν καπνίζει ο κόσμος πια μέσα. Κάποια στιγμή απέκτησα μια ευαισθησία λόγω του τσιγάρου που εισέπνεα ως παθητικός καπνιστής στα μαγαζιά. Σε ένα βιβλίο μου που λέγεται «Η καινούρια πόλη» μιλάω για την Αθήνα των 90s. Είναι μια άτυπη τριλογία που αφορά την ίδια παρέα στο "Παρτάλι", στη "Ζωή Μεθόρια" και στην "Καινούρια Πόλη". Κάθε ιστορία διαβάζεται φυσικά και ως αυτούσια αλλά αφορά τα χρόνια της μεταπολίτευσης μιας παρέας, τα 70’s, τα 80’s και τα 90’s αντίστοιχα.
Γράφετε ή διαβάζετε ένα βιβλίο υπό συγκεκριμένες συνθήκες;
Γράφω μόνο τα πρωινά και διαβάζω κυρίως τα απογεύματα. Διαβάζω σε μικρές δόσεις και παράλληλα διαφορετικά βιβλία. Το πρωί διαβάζω δοκίμια, το απόγευμα μυθοπλασία και μετά τις 10 βλέπω πάντα ταινία. Το βράδυ δεν υπάρχει τίποτα που έχει σχέση με τον γραπτό λόγο. Θέλω εικόνα. Βλέπω πολύ σινεμά και πιστεύω ότι σινεμά και διάβασμα πηγαίνουν σχεδόν μαζί.
Μιας που το αναφέρατε, πόσο σας έχει επηρεάσει το σινεμά;
Είχα από μικρός μεγάλη τρέλα, αν και υπήρχε και πολλή σαβουρίτσα. Αγαπούσα πολύ τις σκοτεινές αίθουσες! Όταν πέρασα φοιτητής στη Θεσσαλονίκη, ήταν ακόμη σε άνθιση οι κινηματογράφοι και κυριαρχούσε το Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Τρυπώναμε στις δημοσιογραφικές προβολές του Φεστιβάλ και τύχαινε να δω ακόμα και επτά ταινίες μέσα σε μια ημέρα! Είχαμε και φοιτητική λέσχη κινηματογράφου / θεάτρου όπου προβάλλαμε κάθε Σάββατο μια ταινία. Υπήρχαν σινεφίλ κινηματογράφοι όπως ο Αίας. Έχω γράψει και δύο σενάρια, για ένα σίριαλ που λεγόταν «Το ταξίδι που σκοτώνει», μεταφορά του βιβλίου του Μάνου Κοντολέονα και μία τηλεταινία. Μου δόθηκε μια ευκαιρία να εμπλακώ και στα ιδιωτικά κανάλια αλλά θεώρησα ότι δε μου πήγαινε το σίριαλ. Βέβαια, θα είχα βγάλει πολλά χρήματα αν το είχα κάνει (γέλια). Πάντως κατά καιρούς με πλησιάζουν σκηνοθέτες για τη μεταφορά των βιβλίων μου αλλά δεν το παίρνω σοβαρά γιατί ξέρω πως είναι χρονοβόρο.
Δε θα θέλατε να δείτε δηλαδή κάποιο από τα βιβλία σας σε ταινία;
Θα μπορούσε. Προς το παρόν έχουν γίνει μόνο θεατρικοί μονόλογοι. Η αλήθεια είναι πως η γραφή μου είναι κινηματογραφική γιατί γράφω με ιστορία / πλοκή. Δε γράφω ποιητικά ούτε πρόζα. Αυτό που γράφω το βλέπω.
Υπάρχουν σκηνοθέτες που σας επηρέασαν;
Υπήρχαν πάντα φάσεις. Στο πανεπιστήμιο ανακαλύψαμε τους αιρετικούς όπως τον Pasolini και τον Fassbinder, τους ακραίους πειραματιστές, τους γιαπωνέζους, τον Kieslowski… Το ’90 πήγαινα σχεδόν κάθε μέρα σινεμά! Ακόμα και όλα τα εμπορικά αμερικάνικα τα έχω δει σχεδόν όλα. Δυστυχώς, στη Νέα Σμύρνη δεν έχουμε κάποιον κινηματογράφο που να παίζει περισσότερο σινεφίλ ταινίες. Μπορώ να σου πω πάντως ποιες ταινίες έχω δει τις περισσότερες φορές.
Για πείτε.
Όλες τις ταινίες του Hitchcock και του Brian De Palma, το Seven, το Fight Club, που σταμάτησα κάποια στιγμή να το βλέπω ξανά και ξανά και τη Σιωπή των Αμνών. Να είναι καλά το Cinobo που μου καλύπτει τις σινεφίλ μου ανάγκες!
Πρόσφατα είπατε ότι το "Παρτάλι" και το "Ελσίνκι" είναι τα πιο αντιπροσωπευτικά σας βιβλία. Γιατί;
Μαζί με τον "Ναύτη", είναι τα βιβλία που περιέχουν περισσότερο τον εαυτό μου. Επειδή έχω γράψει 19 βιβλία, δεν μπορούν όλα να είναι αυτοβιογραφικά. Ο "Ναύτης" αφορά τα εφηβικά μου χρόνια και τον στρατό, το "Παρτάλι" τα φοιτητικά και το "Ελσίνκι" πιο κοντά στο σήμερα.
Πώς βρεθήκατε φιλοξενούμενος στο νησί Γκότλαντ, το μέρος στη Σουηδία όπου γράψατε το "Ελσίνκι";
Έκανα αίτηση. Στο εξωτερικό υπάρχουν πολλά βοηθήματα για τους συγγραφείς. H διαδικασία δεν είναι δύσκολη, φτάνει να είσαι συγγραφέας ή μεταφραστής που έχει εκδοθεί από κανονικούς εκδότες. Δύσκολο είναι να πετύχεις τη χρονική στιγμή που θα υπάρχει διαθεσιμότητα, επειδή έχει μεγάλη ζήτηση. Κάθεσαι σε ένα δωματιάκι σαν φοιτητής και γράφεις όσο θέλεις. Η ημέρα είναι ατελείωτη εκεί. Βοηθάει στο να είσαι συγκεντρωμένος, για αυτό και συνήθως πάνε συγγραφείς, ειδικά βορειοευρωπαίοι, που έχουν οικογένεια ή σχέση και ψάχνουν τρόπους για ησυχία και απομόνωση. Όμως μη νομίζεις και εγώ που είμαι μόνος μου, εύκολα μπορεί να διασπαστεί η προσοχή μου εδώ στην Αθήνα. Για παράδειγμα, στην Αγγλία οι συγγραφείς έχουν δικό τους γραφείο ή ξενώνα στο σπίτι για να γράφουν. Έχω γνωρίσει πολλούς λόγω του εκδότη μου και τα έχουν μοιραστεί μαζί μου. Τέλος πάντων, το γράψιμο καλό είναι να έχει απόσταση από την καθημερινότητα!
Ισχύει ότι γράψατε το "Ελσίνκι" σε 2 μήνες;
Ναι, το πρώτο χέρι. Έναν μήνα το 2018 και έναν ακόμη το 2023. Ανάμεσα το διόρθωνα αλλά το πρώτο χέρι το έγραψα στο Γκότλαντ αυτούς τους δύο μήνες που σου είπα.
Γιατί επιλέξατε το Ελσίνκι ως χώρο;
Το Ελσίνκι είναι ένα μέρος όπου καταφεύγουν πολλοί μετανάστες. Όταν πήγα στο νησί Γκότλαντ, επισκέφθηκα το Ελσίνκι και είδα με τα μάτια μου πως λειτουργεί η πόλη. Είναι μια πόλη που αγαπώ. Έχω πάει έξι φορές. Αγαπώ τις Σκανδιναβικές χώρες! Δεν τις συνιστώ για χειμώνα αλλά τις υπόλοιπες εποχές είναι μαγικές! Πολύ φοβάμαι όμως πως αν συνεχιστούν αυτά τα καυτά καλοκαίρια, αυτές οι χώρες θα είναι οι επόμενοι μαζικοί προορισμοί.
Έχετε αγαπημένους προορισμούς;
Μέχρι το 2010 πήγαινα κάθε χρόνο στην Τυνησία. Ήταν μια φτηνή χώρα σαν την Ελλάδα του '60 και '70. Όλοι μιλούσαν γαλλικά, πολύ χαλαρή ατμόσφαιρα, μεσογειακή ανατολή. Μετά την αραβική άνοιξη σταμάτησα να πηγαίνω. Τώρα πια λατρεύω τις Σκανδιναβικές χώρες, όπως σου είπα! Τα πάντα είναι βολικά. Από τη Στοκχόλμη στο Ελσίνκι δεν κάνεις ούτε μία ώρα. Επίσης, το Λονδίνο, αν και είναι μια πόλη που έχει αλλάξει πολύ, είναι παράλληλα ένα μέρος που νομίζω ότι ακόμη με εκφράζει. Θα μπορούσα να ζήσω και εκεί.
Θα επανέλθω στο "Ελσίνκι" και θα πω ότι ο ένας πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο Αβίρ, επιλέγει τελικά μια συμβατική ζωή. Γιατί οι άνθρωποι παίρνουν αποφάσεις ελάσσονες των πραγματικών τους επιθυμιών;
Επειδή δεν έχουν όλοι τη δύναμη να απαλλαγούν από το περιβάλλον που κουβαλάνε. Ο Αβίρ αισθανόταν μεγάλη υποχρέωση να βοηθήσει την οικογένειά του από το Ιράκ αλλά ερχόμενος στην Ελλάδα ανακάλυψε τον άλλον του εαυτό και συζούσε με έναν μεγαλύτερό του, τον Αντώνη. Έδινε μια μάχη μέσα του. Τότε δεν ήταν ακόμη εύκολο πράγμα αυτό στην Ελλάδα. Από την άλλη, ίσως να μην τον έπεισε και ο Αντώνης ότι μπορούσε να τα καταφέρει. Ο Αντώνης δεν ήθελε να εμποδίσει τον Αβίρ να εκπληρώσει τους στόχους του.
Παραείναι κατανοητικός νομίζω ο Αντώνης. Πώς αντέχει;
Προφανώς αγαπάει τον Αβίρ! Είναι πολύ απλό. Θέλει να τον βοηθήσει. Ο Αντώνης είναι δοτικός άνθρωπος και για μια δεκαετία επιλέγει να τρέχει για τον Αβίρ. Συμβαίνει αυτό σε πολλούς ανθρώπους. Πέρασαν και ήσυχες στιγμές ως ζευγάρι, κυρίως την πρώτη τριετία τους στην Αθήνα. Το πρόβλημα ξεκίνησε από τη στιγμή που ο Αβίρ δεν μπορούσε να πάρει χαρτιά στην Ελλάδα και ήθελε να πάει σε μια άλλη χώρα όπως η Φινλανδία που αντιμετώπιζε το μεταναστευτικό με άλλους όρους.
Θα συμβουλεύατε έναν νέο άνθρωπο να φύγει από την Ελλάδα όπως ο Αβίρ;
Εγώ θα έλεγα να ψάξει ο καθένας αυτό που πρεσβεύει μέσα του. Νομίζω ότι στην Ελλάδα δε σου δίνονται τόσες δυνατότητες να δείξεις αυτά που έχεις μέσα σου. Απλά τώρα που το διαδίκτυο έχει εξελιχθεί τόσο, υπάρχει μια τεράστια αγορά που δουλεύει διαπλανητικά. Εννοώ ότι μπορείς να μένεις στην Ελλάδα και να δουλεύεις σε μια χώρα του εξωτερικού εξ αποστάσεως. Πάντως ο μεσογειακός τρόπος ζωής είναι τελείως διαφορετικός από τους υπόλοιπους. Η Σουηδία είναι πανέμορφη, ήσυχη, αλλά οι χειμώνες της είναι αβάσταχτοι. Για να οργανώσεις μια βραδινή έξοδο, πρέπει να την κανονίσεις πριν από 7 με 10 ημέρες ενώ στη Μεσόγειο όλα κυλούν χαλαρά. Επίσης, στην Ελλάδα οι χειμώνες είναι ακόμη ωραίοι, σε αντίθεση με τα καλοκαίρια που είναι βάσανο και θα γίνονται όλο και χειρότερα, οπότε θα πρέπει να βρούμε λύσεις και για αυτό το ζήτημα! Βγαίνεις αργά και βρίσκεις πράγματα να κάνεις. Σε γενικές γραμμές, το θετικό στην Ευρώπη είναι ότι ζούμε σε μια δημοκρατία που υπάρχουν δικαιώματα αυτονόητα, δεδομένα, που δεν ισχύουν αλλού! Προχωράμε έστω και με αργούς ρυθμούς. Να γυρίσω και στην Ελλάδα λίγο πάλι και να προσθέσω ότι θεσμικά και οικονομικά τα πράγματα δε βελτιώνονται. Δεν έχουμε τρένα, νοσοκομεία… Έχουμε πολλά πράγματα που αν τα χρειαστείς, συνειδητοποιείς πως η χώρα υπολειτουργεί! Γιατί να μην μπορώ να πάω από την Αθήνα στα Γιάννενα με ένα καλό τρένο; Είμαστε αποκομμένοι. Είναι η μόνη χώρα που δεν μπορείς να πας πουθενά παρά μόνο με το αυτοκίνητο. Οδηγούσα 40 χρόνια και δεν μπορώ να ξεχάσω τη διαδρομή από την Κατερίνη στη Θεσσαλονίκη που με τον καιρό γίνεται όλο και χειρότερη!
Πότε σταματήσατε να εργάζεστε ως καθηγητής Αγγλικών;
Το 2011. Έχω δουλέψει στον Έβρο, στην Αθήνα και στις Σέρρες. Στον Έβρο ήταν τα πιο ζεστά χρόνια, γιατί υπήρχε οικειότητα και δημιούργησα τη δική μου μυθολογία για εκείνα τα μέρη. Στην Αθήνα τα πράγματα ήταν αλλιώς, πιο απρόσωπα και αστικά φυσικά. Από την άλλη, στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Σερρών κάναμε πολλά όμορφα και επιμορφωτικά πράγματα, σεμινάρια, ομάδες κτλ. Σε γενικές γραμμές πέρασα πολύ ωραία αλλά κάποια στιγμή ήθελα να αφοσιωθώ στη συγγραφή!
Νιώθετε περισσότερο συγγραφέας παρά καθηγητής;
Ναι αλλά πάντα έβλεπα σοβαρά το καθήκον μου στο σχολείο. Ήμουν πολύ προσηλωμένος στη δουλειά μου αλλά με τον καιρό είδα ότι η ανάγκη μου για τη συγγραφή ήταν μεγαλύτερη. Για αυτό και έφυγα νωρίτερα από την εκπαίδευση.
Τι αποκομίσατε από τη σχέση σας τα παιδιά;
Καλά ήταν, είχε πλάκα (γέλια). Τα Αγγλικά στα λύκεια είναι αλλιώς. Υπήρχαν παιδιά που είχαν proficiency και τους έκανα μια τάξη παρακάτω αναγκαστικά. Επιπλέον, μετά το γυμνάσιο, πολλά παιδιά λόγω συστήματος ενδιαφέρονται μόνο για τις εξετάσεις. Είναι ένα σύστημα που δεν αφήνει τα παιδιά να χαρούν. Χαιρόμουν που δίδασκα ένα μάθημα που δεν τα στενοχωρούσε. Τρελαίνονταν που τους έβαζα τραγούδια για να ακούσουν τους στίχους. Συναντάω καμιά φορά κάποιον μαθητή που μου λέει τι ωραία που ήταν μαζί σας και εγώ απαντάω ότι μου έσπαγαν και τα νεύρα ενίοτε (γέλια).
Οι Έλληνες διαβάζουν;
Μου λένε ότι και στο Τik Τok πια ανεβάζουν διάφορα βιβλιοφιλικά video. Υπάρχει κινητικότητα στο βιβλίο, το βλέπω στα βιβλιοπωλεία και τα social media. Ας διαβάζει ο καθένας ό, τι θέλει.
Πότε ένα λογοτεχνικό βιβλίο είναι ποιοτικό;
Όταν μπορεί να διδαχθεί στο σχολείο ή στο πανεπιστήμιο. Αυτό σημαίνει ότι έχει κάποια credits.
Διδάσκεται κάποιο δικό σας βιβλίο στο σχολείο ή στο πανεπιστήμιο;
Έχουν μπει κάποια αποσπάσματα από βιβλία μου σε σχολεία, φροντιστήρια και στο μάθημα του καθηγητή νεοελληνικής φιλολογίας Τάσου Καπλάνη που διδάσκει το "Παρτάλι" στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Πιστεύω ότι τα παιδιά πρέπει να έρχονται σε επαφή με τους συγγραφείς όσο είναι ακόμη εν ζωή (γέλια). Τα παιδιά πρέπει να ξέρουν ότι υπάρχουν άνθρωποι που βρίσκονται δίπλα τους και γράφουν βιβλία.
Ποια είναι η γνώμη σας για την πολιτική ορθότητα;
Καλό είναι να σεβόμαστε και να εκφέρουμε τη γνώμη μας για οτιδήποτε. Όμως να μην αλλάζουμε τα βιβλία, τα ντοκουμέντα, ακόμη και την ιστορία στα πλαίσια μιας κουλτούρας ακύρωσης. Ας δούμε εμείς τι θα κάνουμε από δω και πέρα κρατώντας το παρελθόν ως έχει και αξιολογώντας το με τον τρόπο που επιθυμεί ο καθένας!
Αυτήν την περίοδο τι διαβάζετε;
Διαβάζω την "Παρθένο στον Κήπο" της Antonia S. Byatt, τα Ημερολόγια του Δημήτρη Αγγελή, συνεχίζω τον Θουκυδίδη και διάφορα ελληνικά διηγήματα.
Γράφετε κάτι αυτήν την περίοδο;
Όχι. Όταν δημοσιεύω ένα βιβλίο, περιμένω έξι μήνες για να το ευχαριστηθώ. Για την αγορά και τον αναγνώστη το βιβλίο τελειώνει γρήγορα αλλά για τον συγγραφέα δεν ισχύει το ίδιο. Τα βιβλία είναι κόσμοι ολόκληροι, ζωές παράλληλες, που τις κουβαλώ μαζί μου.
Έχετε αναγνώστες που διαβάζουν τα βιβλία σας πρώτοι;
Έχω έναν φίλο που είναι ζωγράφος, είναι δεινός αναγνώστης και εμπιστεύομαι τη γνώμη του. Είχα και έναν ακόμη που έφυγε από τη ζωή.
Υπάρχει κάτι που εύχεστε για τη σεζόν που μπαίνει σιγά σιγά;
Να κάνουμε όμορφα ταξίδια, να διαβάσουμε ωραία βιβλία και να είμαστε καλά και ήσυχα. Αυτό που συμβαίνει με τους πολέμους με τρομάζει. Βλέπω έναν βομβαρδισμό και γίνομαι κουρέλι για ώρες.