The Blues Are For The Lonely People | Μουσικές και λόγια από τον dj George Koukopoulos

Νύχτα στην πόλη, και τα νερά της βροχής στην άσφαλτο, αντανακλούν τα φώτα της. Οι δρόμοι σχεδόν άδειοι, με μοναδικούς διαβάτες τα ταξί που πηγαινοέρχονται σκοτεινά και κρύα. Εκείνος, μέσα στο φθαρμένο του μαύρο παλτό περπατάει με τα χέρια στις τσέπες κι ένα τσιγάρο στο στόμα. Απογοητευμένος και παραιτημένος από τη ζωή, απλά υπάρχει για να μπορεί να πηγαίνει το βράδυ στο μπαρ που είχε γίνει στέκι του τα τελευταία 10 χρόνια. 
Η ζωή του γενικώς, δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο. Μια ανούσια δουλειά κι ένα σπίτι κατακλεισμένο από μια θάλασσα βιβλία, τασάκια με αποτσίγαρα και πεταμένα άδεια μπουκάλια κρασιού. Μοναδική του διέξοδος λοιπόν, οι μουσικές και το συγκεκριμένο μπαρ. Συνήθως καθόταν σε μια γωνία με ελάχιστο φωτισμό, πίνοντας αμίλητος το ουίσκι του. Οι άνθρωποι δεν του άρεσαν ιδιαίτερα, όχι πως είχε κάποιο πρόβλημα μαζί τους, απλά ήταν καλύτερα όταν δεν ήταν κοντά του. Έτσι κυλούσε η ζωή του, χαλαρά και αδιάφορα. Οι εκπλήξεις άλλωστε δεν ήταν ποτέ καλές, τον αποπροσανατόλιζαν και βραχυκύκλωνε. Και όλα ήταν θλιβερά υπέροχα, μέχρι τη στιγμή που την είδε να μπαίνει στο μπαρ, βρεγμένη κι αυτή αλλά δεν φαινόταν να την ένοιαζε ιδιαίτερα. Φαινόταν ταραγμένη, όμως πάραυτα, ήταν τόσο όμορφη που τον έκανε να σταματήσει το ποτό του και να γυρίσει να την κοιτάξει, πράγμα πρωτόγνωρο για αυτόν, μιας και δεν το έκανε ποτέ. Πάντοτε το βλέμμα του ήταν μέσα στο ποτό του, ενώ το μυαλό του, χαμένο στις μουσικές που ερχόντουσαν από τον μακρινό Μισισιπή. 
Την κοιτούσε να περιφέρεται στο μπαρ, ψάχνοντας μια θέση να καθίσει και να πάρει κι αυτή ένα ποτό. Τότε την πλησίασε και της ζήτησε ένα τσιγάρο και αυτό ήταν! Πιάσανε την κουβέντα, μιλώντας για ώρες για τις ζωές τους, την άθλια καθημερινότητα που βίωναν και για το πως θα έπρεπε να ήταν τα πράγματα για να είναι ευτυχισμένοι. Μόνο που η παγίδα σε όλα αυτά είναι πως ακούγονται ουτοπικά και μη πραγματοποιήσιμα. Ωστόσο, το ένα ποτό έγινε δύο και τα δύο τέσσερα. Έτσι, έφυγαν και οι δύο μεθυσμένοι βολτάροντας στην υγρή Αθήνα, μέχρι να τους βρει το πρωί σε ένα παγκάκι κάπου στη Σταδίου, χαζεύοντας την πόλη που ξυπνούσε. Γνώριζαν πολύ καλά και οι δύο, πως δεν θα μπορούσε να είχε μεγαλύτερη διάρκεια αυτή η σχέση και συμφώνησαν να πως ένιωθαν ευγνώμονες που έζησαν αυτή τη παράδοξη εμπειρία και πως δεν θα αναζητούσε ο ένας τον άλλον για να μην καταστραφούν, καθότι ήταν πολύ περίεργοι και οι δύο. Αποχαιρετίσθηκαν με ένα ζεστό φιλί, χωρίς υποσχέσεις τύπου «Τα λέμε ή χάρηκα που σε γνώρισα», ανούσια πράγματα που λέμε καθημερινά δηλαδή. 
Έχουν περάσει 8 μήνες από τότε. Αυτή δεν έχει εμφανιστεί κι αυτός βρίσκεται ακόμη στη γνωστή γωνία του μπαρ περιμένοντας το τίποτα, ακούγοντας τα blues ενώ πίνει το γνωστό του ουίσκι. Κι αυτό γιατί τελικά τα blues, δεν είναι για παρέα.

subscribe

Συμπληρώστε το email σας για να γίνετε συνδρομητής στο deBόp. Το email σας θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά από το deBόp και μόνο για την αποστολή της εβδομαδιαίας agenda και περιοδικών newsletter ευρύτερου πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Καταχωρώντας εδώ το email σας, αποδέχεστε την πολιτική απορρήτου μας.