Διαγωνισμός Ποίησης για νέους εμπνευσμένος από τον Τάσο Λειβαδίτη
2020-04-05Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης (21/3) ο Σύνδεσμος Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου (ΣΠΕΚ) προσκαλεί νέους 17-37 χρονών σε Διαγωνισμό αφιερωμένο στην ποίηση ενός σημαντικού ποιητή του Τάσου Λειβαδίτη ( Αναστάσιος-Παντελεήμων ή Τάσος Λειβαδίτης (20/4/1922–30/10/1988)20/4/1922–30/10/1988)
Οι διαγωνιζόμενοι νέοι από Ελλάδα και Κύπρο αλλά και Ελλαδίτες και Κύπριοι που ζουν στο εξωτερικό, θα πρέπει να γράψουν ένα ποίημα (μέχρι 25 γραμμές) ή ένα διήγημα (μέχρι 300 λέξεις), αντλώντας έμπνευση από ένα εκ των 7 ποιημάτων του Τάσου Λειβαδίτη που θα βρουν παρακάτω. Οι συμμετοχές θα πρέπει να αποσταλλούν μέχρι τις 30 Απρίλη στην ηλεκτρονική διεύθυνση του ΣΠΕΚ [email protected] .
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εγκυρότητα της συμμετοχής είναι τα έργα που θα κατατεθούν:
α) να συνοδεύονται από προσωπικά στοιχεία: ονοματεπώνυμο, ηλικία, τηλέφωνο επικοινωνίας, διεύθυνση, email, πρόσφατη φωτογραφία προσώπου, σύντομο περιγραφικό βιογραφικό σημείωμα έκτασης 150-250 λέξεων ως ενιαίο κείμενο σε αρχείο word,
β) να συνοδεύονται από τις απαντήσεις στις εξής ερωτήσεις:
1) Ποιητής γεννιέται κανείς ή γίνεται;
2) Ποια στοιχεία σας ενέπνευσαν από την ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη ώστε να συνθέσετε το δικό σας έργο;
γ) να είναι όλα γραμμένα και αποθηκευμένα σε ένα ενιαίο αρχείο word.
Τα ποιήματα και τα διηγήματα θα τα κρίνει Επιτροπή Αξιολόγησης από φιλόλογους και λογοτέχνες,
μέλη του Συνδέσμου Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου (ΣΠΕΚ). Τα καλύτερα ποιήματα και διηγήματα θα καταγραφούν ψηφιακά ως οπτικοποιημένη απαγγελία και θα δημοσιευθούν στο κανάλι του ΣΠΕΚ στο YouTube ενώ ο δημιουργός κάθε έργου θα ενημερωθεί από τους διοργανωτές για το πότε ακριβώς θα είναι διαθέσιμα στον παγκόσμιο ιστό. Όσα έργα επιλεγούν θα περιληφθούν σε Λογοτεχνική Ανθολογία Νέων που θα εκδοθεί από τον Σύνδεσμο Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου και θα κυκλοφορήσει στην Ελλάδα, στην Κύπρο και το εξωτερικό.
Τα Ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη
Σε μια γυναίκα
Από τη συλλογή "Ανακάλυψη’"
Θυμάσαι τις νύχτες; Για να σε κάνω να γελάσεις περπατούσα πάνω
……στο γυαλί της λάμπας.
«Πώς γίνεται αυτό;» ρώταγες. Μα ήταν τόσο απλό
αφού μ᾿ αγαπούσες.
Συμφωνία αρ. 1 (απόσπασμα)
Και σμίγουν και χωρίζουν οι άνθρωποι
και δεν παίρνει τίποτα ο ένας απ’ τον άλλον.
Γιατί ο έρωτας είναι ο πιο δύσκολος δρόμος
να γνωριστούν.
Γιατί οι άνθρωποι, σύντροφε,
ζουν από τη στιγμή που βρίσκουν
μια θέση στη ζωή των άλλων.
Και τότε κατάλαβες γιατί οι απελπισμένοι
γίνονται οι πιο καλοί επαναστάτες.
Και μένουμε ανυπεράσπιστοι ξαφνικά,
σαν ένα νικητή μπροστά στο θάνατο ή
ένα νικημένον αντίκρυ στην αιωνιότητα.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος» (απόσπασμα)
Ποίηση, Κέδρος, Αθήναι 21979, σ. 121-124
………………………………………
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί ν’ αφήσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη
ή το παιδί σου.
Δε θα διστάσεις.
Θ’ απαρνηθείς τη λάμπα σου και το ψωμί σου
θ’ απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι
για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο.
Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις κι ούτε θα φοβηθείς.
Το ξέρω, είναι όμορφο ν’ ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδι,
να κοιτάς έν’ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορφο σκυμμένος πάνω απ’ το κόκκινο στόμα της αγάπης σου
να την ακούς να σου λέει τα όνειρά της για το μέλλον.
Μα εσύ πρέπει να τ’ αποχαιρετήσεις όλ’ αυτά και να ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του κόσμου, για όλα τ’ άστρα, για όλες τις λάμπες και για όλα τα όνειρα
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι ή και περισσότερα χρόνια
μα εσύ και μες στη φυλακή θα θυμάσαι πάντοτε την άνοιξη,
τη μάνα σου και τον κόσμο.
Εσύ και μες απ’ το τετραγωνικό μέτρο του κελιού σου
θα συνεχίζεις τον δρόμο σου πάνω στη γη.
Κι’ όταν μες στην απέραντη σιωπή, τη νύχτα
θα χτυπάς τον τοίχο του κελιού σου με το δάχτυλο
απ’ τ’ άλλο μέρος του τοίχου θα σου απαντάει η Ισπανία.
Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν’ ασπρίζουν τα μαλλιά σου
δε θα γερνάς.
Εσύ και μες στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος
Αφού όλο και νέοι αγώνες θ’ αρχίζουνε στον κόσμο
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.
Έρωτας (απόσπασμα)
Όλη τη νύχτα πάλεψαν απεγνωσμένα να σωθούν απ’ τον εαυτό τους,
δαγκώθηκαν, στα νύχια τους μείναν κομμάτια δέρμα, γδαρθήκανε
σαν δυο ανυπεράσπιστοι εχθροί, σε μια στιγμή, αλλόφρονες, ματωμένοι,
βγάλανε μια κραυγή
σα ναυαγοί, που, λίγο πριν ξεψυχήσουν, θαρρούν πως βλέπουν φώτα,
κάπου μακριά.
Κι όταν ξημέρωσε, τα σώματά τους σα δυο μεγάλα ψαροκόκαλα
ξεβρασμένα στην όχθη ενός καινούργιου μάταιου πρωινού…
Μη χάνεις το θάρρος σου
Μη χάνεις το θάρρος σου, εμείς πάντα το ξέραμε
πως δε χωράει μέσα στους τέσσερις τοίχους
το μεγάλο μας όνειρο.
Εμάς τα σπίτια μας είναι όλοι οι δρόμοι
που στα σπλάχνα τους κοιμούνται
τόσοι σκοτωμένοι.
Θα θυμάμαι πάντοτε τα φιλιά σου που
κελαηδούσαν σαν πουλιά θα θυμάμαι
τα μάτια σου φλογερά και μεγάλα
σαν δυο νύχτες έρωτα μέσα στον άγριο πόλεμο.
Σε περιμένω παντού
Κι αν έρθει κάποτε η στιγμή να χωριστούμε, αγάπη μου,
μη χάσεις το θάρρος σου.
Η πιο μεγάλη αρετή του ανθρώπου,
είναι να ‘χει καρδιά.
Μα η πιο μεγάλη ακόμα,
είναι όταν χρειάζεται να παραμερίσει την καρδιά του.
Την αγάπη μας αύριο, θα τη διαβάζουν τα παιδιά στα σχολικά βιβλία,
πλάι στα ονόματα των άστρων και τα καθήκοντα των συντρόφων.
Αν μου χάριζαν όλη την αιωνιότητα χωρίς εσένα,
θα προτιμούσα μια μικρή στιγμή πλάι σου.
Θα θυμάμαι πάντα τα μάτια σου, φλογερά και μεγάλα,
σα δυο νύχτες έρωτα, μες στον εμφύλιο πόλεμο.
Α! ναι, ξέχασα να σου πω, πως τα στάχυα
είναι χρυσά κι απέραντα, γιατί σ’ αγαπώ.
Κλείσε το σπίτι. Δώσε σε μια γειτόνισσα το κλειδί και προχώρα.
Εκεί που οι φαμίλιες μοιράζονται ένα ψωμί στα οκτώ,
εκεί που κατρακυλάει ο μεγάλος ίσκιος των ντουφεκισμένων.
Σ’ όποιο μέρος της γης,
σ’ όποια ώρα, εκεί που πολεμάνε και πεθαίνουν οι άνθρωποι
για ένα καινούργιο κόσμο…
εκεί θα σε περιμένω, αγάπη μου!
Σε παλιό στυλ
Οι εραστές είναι ακριβά, ένδοξα κύπελλα, όπου ο ένας πίνει τον άλλον.
Το πρωί πηγαίνουν σε ολοπόρφυρους, βασιλικούς δρόμους
και το βράδυ πλαγιάζουν σε κρεβάτια κι από θρύλους πιο βαθιά.
Κι αν καμιά φορά τους δεις να παραπατάνε
ή να παίρνουν μονοπάτια άγνωστα και μυθικά — μην ξαφνιαστείς,
γιατί οι εραστές είναι τυφλοί, με τα ωχρά τους βλέφαρα κλειστά
ο ένας απ’ τη λάμψη του άλλου.
Οι εραστές δε βλέπουν,
μόνο αγγίζονται,
μα οι ρόγες των δακτύλων τους είναι τα ίδια τα πελώρια,
τα πάντα έκπληκτα, μάτια του Θεού.
Δείτε το ειδικό βίντεο – αφιέρωμα για τον διαγωνισμό που έχει δημοσιευθεί στο Κανάλι του Συνδέσμου Πολιτισμού Ελλάδας Κύπρου εδώ.