Είδαμε: «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι» του Μ. Μπρεχτ σε σκηνοθεσία Α. Μπινιάρη / Μια ιδανική θεατρική στιγμή
2023-03-18Η μετ' εμποδίων άνοδος του Αρτούρο Ούι, κείμενο του Μπέρτολτ Μπρεχτ, αποτελεί μια αλληγορία της ιστορίας ανόδου του ναζισμού στη Γερμανία μέχρι την κατάληψη της εξουσίας στην Αυστρία από τον Χίτλερ. Οι προσδοκίες του Μπρεχτ από το έργο ήταν υψηλές, καθώς επιθυμούσε μέσω αυτού να κατακτήσει την αμερικάνικη θεατρική σκηνή. Έτσι μεταφέρει το πλαίσιο της ιστορίας στον γκανγκστερικό κόσμο του Σικάγο, εντάσσοντας και εξηγώντας στο πλαίσιό του, σε ένα περιβάλλον άκρως καπιταλιστικό, την άνοδο του Χίτλερ. Ο χαρακτήρας του αποτρόπαιου ήρωα, παραπέμπει στον διαβόητο γκάνγκστερ Αλ Καπόνε. Το παραβολικό αυτό δράμα ανήκει στο «Επικό Θέατρο», που συνδέεται άμεσα με τον εξπρεσιονισμό και πιο συγκεκριμένα με τη μη αναπαράσταση ρεαλιστικών γεγονότων, την έμφαση στην προσωπική εμπειρία και την καλλιέργεια της φαντασίας. Στόχος του Μπρεχτ είναι η «αποκάλυψη» μέσω της επικάλυψης και αυτή επιτυγχάνεται μέσω της μεθόδου της αποστασιοποίησης. Με τον τρόπο αυτό ο συγγραφέας δημιουργεί ερωτήματα στο κοινό, εξερευνά την ανθρώπινη ηθική και πυροδοτεί τη σκέψη.
Βασικό επίτευγμα του Άρη Μπινιάρη, που ανέλαβε να μεταφέρει επί σκηνής ένα όχι τόσο δημοφιλές κείμενο του Μπρεχτ, με σπάνια ανεβάσματά του -παρθενική εμφάνιση στην Ελλάδα το 1961, σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν και στον πρωταγωνιστικό ρόλο τον Γιώργο Λαζάνη- ήταν ότι κατάφερε να του προσδώσει χαρακτηριστικά θελκτικά στο σήμερα, να δημιουργήσει μια παράσταση που συνομιλεί με το παρόν. Ρυθμοί γρήγοροι, ως και καταιγιστικοί, που δεν επιτρέπουν στιγμή την απόσπαση από τις υποχθόνιες δραστηριότητες του αδίστακτου Αρτούρο Ούι και όσων τον περιβάλλουν, άνθρωποι κατά κύριο λόγο απλοί, που λειτουργούν ως μάζα, ξεπουλούν το αξιακό σύστημα για να τον υπηρετήσουν και να τύχουν της εύνοιάς του. Στο τέλος, ωστόσο, ο φοβερός Αρτούρο μένει μόνος, στην πιο δυνατή, συγκλονιστική στιγμή του έργου: Στέκεται βουβός, απορημένος, με κατεβασμένο το παντελόνι και ένα κουνουπίδι ανά χείρας. Το κρεσέντο τρόμου έχει δώσει τη θέση του στον απόλυτο εξευτελισμό. Από τη σκηνή-πασαρέλα θα παρελάσουν ποικίλες μορφές-καρικατούρες, από την υψηλή κοινωνία ως τον απλούστερο πολίτη, κομμάτια που συνθέτουν το παζλ της διεφθαρμένης κοινωνίας. Κοστούμια, μάσκες αλλάζουν εν τάχει, με υπόκωφους ήχους γίνεται το πέρασμα από τη μια σκηνή στην επόμενη. Είναι θαυμαστό το πώς παρουσιάζεται το σοβαρό και το γελοίο με όρους αντεστραμμένους. Όλα αποκτούν υπόσταση σε έναν κόσμο που φαίνεται να μην αλλάζει, παρά μόνο, σε κάθε εποχή, φορά διαφορετικά προσωπεία. Το συμβολίζει ο μακρύς διάδρομος-σκηνή (του νεοσύστατου, όμορφου θεατρικού χώρου), ο φασισμός αποδεικνύεται -δυστυχώς- αέναος, συνεχής, η μορφή του μπορεί να αλλάζει, η έννοια και ο κίνδυνος που απορρέει από αυτήν παραμένουν ες αεί, καραδοκούν.
Υπόδειγμα ομαδικής δουλειάς, που παραπέμπει σε μια καλοκουρδισμένη χορογραφία. Οι Γιάννης Αναστασάκης, Μιχάλης Βαλάσογλου, Θανάσης Ισιδώρου, Άρης Κασαπίδης, Τάσος Κορκός, Κώστας Κορωναίος, Δαυίδ Μαλτέζε, Ερρίκος Μηλιάρης, Μαρία Παρασύρη, Φοίβος Συμεωνίδης υπηρετούν εγκάρδια τη σκηνοθετική οπτική, αλληλοεξαρτώνται και αλληλοσυμπληρώνονται επί σκηνής, είναι ταυτόχρονα οντότητες διακριτές και ένα σύνολο αξιοθαύμαστα συντονισμένο (αξίζουν εύσημα στη Χαρά Κότσαλη για τη διδασκαλία της κίνησης). Ο Γιώργος Χρυσοστόμου αποδεικνύεται όχι απλώς μια ιδανική επιλογή για τον πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά πολλά παραπάνω. Αποτελεί σημείο αναφοράς στον θεατρικό κανόνα σε ό,τι αφορά τον Ούι, την απεικόνιση μπρεχτικών ηρώων γενικότερα. Δεν ερμηνεύει απλώς ψυχή και σώματι, δημιουργεί ένα πλάσμα-θεριό ανήμερο, μια μορφή εξωλογική, αποκρουστική, σοκαριστική, που φέρει στο κοινό τον τρόμο, όχι ως θέαμα μόνο, αλλά και ως βίωμα. Στα μεγάλα συν της παράστασης προστίθεται η σκηνογραφία και η μεταμοντέρνα, τόσο εύστοχη ενδυματολόγια του Πάρι Μέξι, οι φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου, που δημιουργούν ατμόσφαιρα ψυχρή, απόκοσμη, συνθήκες τρόμου. Στο ίδιο πλαίσιο η μουσική του Αλέξανδρου Κτιστάκη, σύννομη με τους εν γένει δυναμικούς ρυθμούς, σε λίγα σημεία θα μπορούσε να είναι πιο διακριτική, να μην υπερισχύει των λόγων.
Σύνολο: Πώς συνομιλεί το παρελθόν με το παρόν στο θεατρικό γίγνεσθαι; Θα μπορούσε κανείς να έχει την υποδειγματική απάντηση, παρακολουθώντας μια παράσταση που αποδεικνύεται όχι μόνο ανώτερη από τη βάση της (κείμενο), αλλά κατατάσσεται σε ό,τι θεωρείται ιδανικό ανέβασμα.
ΟΛΕΣ ΟΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΕΔΩ
ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ:https://www.viva.gr/tickets/theater/i-anodos-tou-artouro-oui-tou-mpertolt-mprext/