Στη Βερόνα με τον «Ρωμαίο και την Ιουλιέτα»
2020-01-26Περπατώ βιαστικά προς το πίσω μέρος της τεράστιας αρένας. Κάνει κρύο αλλά αυτό δεν καταφέρνει να με αποσπάσει από το στόχο μου. Η Βερόνα μοιάζει μικρή συγκριτικά με την Αθήνα, αλλά τα γραφικά της στενά είναι αρκετά ώστε να σε ξεμυαλίσουν και να αποπροσανατολίσουν τα βήματά σου. Αν και τα χέρια μου είναι παγωμένα, κρατούν σφικτά ένα βιβλίο που από πάντα είχε μεγάλη σπουδαιότητα για εμένα. Ένα βιβλίο που αυτή την περίοδο μονοπωλεί το μεγαλύτερο κομμάτι του χρόνου μου. «Ο Ρωμαίος και Ιουλιέτα», με αυτό το καταπληκτικό εξώφυλλο από τη Δανάη Δαρδανού, είναι μια βίβλος για τα ανεξήγητα του έρωτα, του νεανικού πάθους, της απρόσμενης θυσίας. Ένα θεατρικό «παραμύθι» που ταλανίζει το μυαλό, και τώρα στα χέρια μου, βιάζεται να φτάσει στον τόπο του εγκλήματος, το σπίτι της Ιουλιέτας!
Η μικρή αυλή, προστατευμένη από τη μεγάλη καγκελόπορτα, είναι εύκολο να περάσει απαρατήρητη από τον ανυποψίαστο επισκέπτη. Μα εγώ έχω έρθει προετοιμασμένος από κάθε πλευρά. Μια μέρα πριν την πτήση πήγα στο ατμοσφαιρικό βιβλιοπωλείο των εκδόσεων Gutenberg, στην αγαπημένη μου Διδότου, να προμηθευτώ ένα καινούριο αντίτυπο του βιβλίου. Μόλις έφτασα στο ξενοδοχείο αναζήτησα αμέσως τον mini οδηγό της πόλης και το προηγούμενο βράδυ τσέκαρα τη διαδρομή μέχρι το πιο διάσημο σπίτι της Βερόνας. Ξύπνησα νωρίς και στις οκτώ το πρωί ήμουν ήδη στο δρόμο. Έχοντας φτάσει εκεί πριν το άνοιγμα, κρυφοκοίταξα μέσα από τα κάγκελα το μικρό και ντελικάτο άγαλμά της, τα αμέτρητα χαρτάκια με τα ερωτικά μηνύματα στον τοίχο, το μπαλκόνι εκείνο που ποτέ κανένα άλλο έκτοτε δεν έχει καταφέρει να του κλέψει τη δόξα.
Στις εννέα ακριβώς, δύο αστυνομικοί άνοιξαν την «πύλη» και έβαλαν μια διαχωριστική λωρίδα για αυτούς που θα έμπαιναν και για αυτούς που θα έβγαιναν από τη μικρή αυλή. Κίνηση που μου φάνηκε ως υπερβολή, αν σκεφτεί κανείς ότι εκείνη την ώρα ήμουν ο μοναδικός επισκέπτης. Στη συνέχεια βέβαια αποδείχτηκε ότι είχα υποτιμήσει την ίδια μου την ηρωίδα και την αναμφισβήτητη υστεροφημία της. Δύο ώρες μετά από εκείνη τη στιγμή, θα έψαχνα έκπληκτος να βρω τη διαδρομή προς την έξοδο…
Πλησίασα με δέος τα χιλιάδες ερωτικά μηνύματα που ήταν κολλημένα το ένα πάνω στο άλλο. Ονόματα, καρδιές, ημερομηνίες, πόλεις, υποσχέσεις και εξομολογήσεις, όλες μπροστά στα μάτια μου υμνούσαν τον έρωτα, την αγάπη, την ένωση την επιστροφή, την αιωνιότητα. Και εκείνη εκεί, ωραία, αγέρωχη, ερωτική και αθάνατη, κρατούσε το φόρεμά της και αφηνόταν ελεύθερα στα αχόρταγα μάτια κάθε ερωτευμένου. Ερωτευμένου με την εικόνα της, την ιστορία της, την πίστη της, τα όσα συμβολίζει, τα όσα μας έδωσε. Την κοιτούσα και εγώ, προσπαθούσα να ζήσω τη στιγμή, να αιχμαλωτίσω το συναίσθημα, να νιώσω τη μαγεία μιας κοπέλας που έδωσε έμπνευση στους απανταχού ρομαντικούς αυτού του πλανήτη.
Και κάπου εκεί, ένιωσα πως έπρεπε να ζήσω και εγώ το «μύθο». Σύμφωνα με το θρύλο, αγγίζοντας το δεξί στήθος της Ιουλιέτας, κάθε γυναίκα θα έχει την εύνοια της τύχης στην αγάπη και τη γονιμότητα, ενώ κάθε εργένης θα βγει κερδισμένος στην ευτυχία και τον έρωτα. Αν και θεώρησα αυτή την κίνηση ως ασέβεια απέναντι στην ηρωίδα, ντροπαλά και διακριτικά χάιδεψα το ορειχάλκινο στήθος της. Και καθώς γύρισα το πρόσωπο μου προς την έξοδο, ένιωσα μια απίστευτη ενέργεια να με διαπερνά, ένα κύμα αισιοδοξίας, μια αίσθηση χαράς και γαλήνης που πραγματικά δεν μπορώ να εξηγήσω.
Με τον «Ρωμαίο και την Ιουλιέτα» στα χέρια μου, κατευθύνθηκα προς το οίκημα που θεωρείται το σπίτι της Ιουλιέτας και ήταν εκεί που ένιωσα πραγματικά σαν να ταξίδευα τέσσερις αιώνες πίσω. Ήταν εκεί που ένιωσα πως αυτή η τραγική ιστορία θα μπορούσε να είναι αληθινή! Τα πιάτα ήταν πάνω στο τραπέζι, το κρεβάτι της Ιουλιέτας ήταν στρωμένο, το καθιστικό έτοιμο να υποδεχτεί την οικογένεια, το μπαλκόνι ανοιχτό να δώσει χώρο στον κάθε ερωτευμένο που θα ήθελε να σκαρφαλώσει.
«Χαράζει φως σ΄ εκείνο το παράθυρο!
Η Ιουλιέτα θ΄ ανατείλει, όλη ήλιος!
Ανάτειλε, ωραίε ήλιε, να σκοτώσεις τη φθονερή σελήνη…
Να την, κυρία της αγάπης μου, η μόνη!
Μόνο να τό΄ ξερε πως είναι…»
Καθώς η ώρα περνάει, καθώς η αυλή και το σπίτι γεμίζουν κόσμο, νιώθω πως ήρθε η ώρα να την αποχαιρετήσω. Να ξεχυθώ στα στενά, και με τη μορφή της στο μυαλό, να αφήσω τα βήματά μου να με οδηγήσουν όπου θέλουν. Σε κήπους μυστικούς, σε ποτάμια μαγεμένα, σε συναισθήματα πρωτόγνωρα, σε λέξεις ποιητικές.
Σε έναν κόσμο που αλλάζει τόσο γρήγορα, με τον έρωτα να χάνει πια τη δύναμή του και τα «παραμύθια» να γίνονται όλο και λιγότερα πιστευτά, είναι ετούτη η ιστορία του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας ο μόνος βράχος που ακόμα μένει ορθός και αντιστέκεται. Και σαν απλός αναγνώστης, μα και σαν συγγραφέας, νιώθω παρηγοριά που ετούτη η ιστορία ανατυπώνεται, διαβάζεται, δίνει έμπνευση, γίνεται έργο, γίνεται παράσταση, γίνεται σύμβολο, γίνεται δύναμη στα χέρια κάθε ερωτευμένου. Και ναι, σας ζητώ να τη διαβάσετε ξανά αυτήν την ιστορία, να πάρετε στα χέρια σας το βιβλίο και να το μυρίσετε, να χαϊδέψετε κάθε λέξη και να γίνετε θαυμαστής ετούτης της αγάπης. Στη βιβλιοθήκη μας βιβλία θα μπουν πολλά, μα λίγα θα έχουν τη δύναμη ετούτου του βιβλίου. Λίγα θα κουβαλούν την ενέργεια της πιο αγνής αγάπης, λίγα θα κρύβουν το μυστικό της πιο τρυφερής και τραγικής «απάτης».
Καθώς η μέρα ετοιμάζεται να ενωθεί με τη νύχτα, όπως ποτέ δεν ενώθηκαν ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα, νιώθω ότι έχω αφήσει κάτι πίσω. Μπορεί να είδα που γεννήθηκε ετούτος ο έρωτας μα δεν είδα που θάβεται ετούτη η αγάπη. Με τα πόδια μου αργά προς την καινούρια θέα που επιθυμούν να αντικρύσουν, ήρθε το σώμα μου και στάθηκε μπροστά σε ετούτον εδώ τον τάφο. Άδειος μα φιλόξενος για την πιο διάσημη αγαπημένη της Βερόνας, στέκεται στα χαμηλά και σιωπηλά ψιθυρίζει λέξεις στην ταραγμένη φαντασία μου. Και έτσι, με κάτι τόσο «απόκοσμο» και συνάμα τόσο γαλήνιο μπαίνει ένα τέλος στη μικρή μου διαδρομή. Μα ποτέ ξανά ένα τέτοιο τέλος δεν είχε πιο απρόσμενη και αναπάντεχη αρχή, δεν είχε πιο μεγάλο και αιώνιο ταξίδι.
Αντίο Ιουλιέτα. Δε θα μπορέσω ποτέ να φτάσω το μεγαλείο και την ευφυία του δημιουργού σου μα προσπάθησα να σε κρατήσω με τον δικό μου τρόπο μέσα στις δικές μου σελίδες. Από όλες τις ηρωίδες, το δικό σου όνομα έδωσα στο δικό μου έργο. Και αν σε ονόμασα «Η τελευταία Ιουλιέτα» είναι γιατί κάθε τέλος είναι μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή, στον έρωτα, στην πίστη, στην αγάπη. Είναι γιατί από όλους τους ρόλους, εσύ είσαι ο πιο αληθινός και ας μην ήσουν αληθινή εσύ η ίδια. Μα αυτή είναι η μαγεία του ονόματός σου. Να σε υμνούν στην αιωνιότητα ως «ψέμα», ως το πιο τραγικό και διάσημο παραμύθι που γράφτηκε ποτέ για ένα μπαλκόνι, για ένα δηλητήριο, για μία Ιουλιέτα!
Το βιβλίο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», σε μετάφραση Διονύση Καψάλη, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις GUTENBERG, στη σειρά Θέατρο ( Διδότου 37, τηλέφωνο 210 3642003.
Η παράσταση «Η τελευταία Ιουλιέτα» του Χρήστου Δασκαλάκη, ανεβαίνει στο θέατρο Αλκμήνη για περιορισμένες παραστάσεις.